Η τουρκική επιθετικότητα δεν θα σταματήσει
Του Σταύρου Λυγερού
Η έναρξη της γεώτρησης στο κοίτασμα Ονασαγόρας (θαλάσσιο οικόπεδο 9) από την κοινοπραξία της ιταλικής ΕΝΙ και της κορεατικής KOGAS έδωσε την αφορμή στην Τουρκία να κλιμακώσει τις προκλήσεις της με σκοπό την έμπρακτη αμφισβήτηση του δικαιώματος της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τον ενεργειακό πλούτο της.
Υπενθυμίζουμε πως όταν η Λευκωσία είχε ανακηρύξει ΑΟΖ, η Άγκυρα είχε αντιδράσει με απειλητικές δηλώσεις. Στις αρχές του 2007 είχε ανακοινώσει ότι «είναι αποφασισμένη να υπερασπίσει τα δικαιώματα και συμφέροντά της στην Ανατολική Μεσόγειο και δεν πρόκειται να επιτρέψει την προσβολή τους». Στις 19 Οκτωβρίου 2008 ο Τούρκος αρχηγός ΓΕΝ ναύαρχος Μετίν Ατάτς είχε δηλώσει: «Εκτιμώ ότι η Ανατολική Μεσόγειος θα καταστεί εστία προστριβών και συγκρούσεων λόγω της πετρελαϊκής σπουδαιότητας που θα αποκτήσει προσεχώς. Εξαιτίας των πετρελαίων που διαθέτει, θα μετατραπεί σε έναν δεύτερο Αραβικό Κόλπο. Η Τουρκία πρέπει να επαγρυπνεί και να αντιδράσει».
Η Λευκωσία δεν είχε πτοηθεί. Προχώρησε σε συμφωνίες με μεγάλες διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες για την πραγματοποίηση ερευνών, αφού προηγουμένως είχε οριοθετήσει την ΑΟΖ της με την Αίγυπτο, με το Ισραήλ και εν μέρει με τον Λίβανο. Οι Τούρκοι είχαν πραγματοποιήσει και στρατιωτικές παρενοχλήσεις, αλλά οι έρευνες συνεχίσθηκαν. Το ίδιο συνέβη και με την πρώτη γεώτρηση, στο κοίτασμα Αφροδίτη (θαλάσσιο οικόπεδο 12), η οποία απέδωσε καρπούς.
Ο λόγος που έπεσε στο κενό ο τουρκικός τσαμπουκάς είναι ότι τόσο η Ουάσιγκτον όσο και η ΕΕ αναγνώρισαν ρητά το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τον ενεργειακό πλούτο της. Τώρα, όμως, που οι νεοοθωμανοί θεωρούν ότι η Δύση τους έχει ανάγκη για να αναχαιτίσει το Χαλιφάτο, επιχειρούν να εκμεταλλευθούν την ευκαιρία για να καταφέρουν αυτό που δεν είχαν καταφέρει προ ετών. Είναι επιβεβαιωμένο, άλλωστε, ότι επειδή διαβλέπουν πως δεν θα μπορούν για πολύ ακόμα να αναχαιτίσουν τον κουρδικό αλυτρωτισμό, αναζητούν αντάλλαγμα στο τόξο Κύπρος-Αιγαίο-Θράκη.
Αυτή τη φορά, η Άγκυρα δεν περιορίσθηκε σε απειλητικές δηλώσεις και σε στρατιωτικές παρενοχλήσεις. Έκανε ένα ακόμα βήμα με σκοπό να δημιουργήσει τετελεσμένο σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εξέδωσε νότα, με την οποία εντελώς παρανόμως δεσμεύει για έρευνες εντοπισμού ενεργειακών κοιτασμάτων μία θαλάσσια περιοχή νοτίως της Κύπρου! Το σχετικά νεοαποκτηθέν σκάφος Μπαρμπαρόσα έχει τη δυνατότητα διεξαγωγής τέτοιων ερευνών. Σαν να μην έφθανε αυτό, οι νεοοθωμανοί ανακοίνωσαν και την πρόθεσή τους να στήσουν πλατφόρμα άντλησης φυσικού αερίου πάνω από κοίτασμα στην ίδια περιοχή.
Η Τουρκία, όμως, δεν έχει κανένα δικαίωμα στη θαλάσσια περιοχή νοτίως της Κύπρου. Μια ματιά στον χάρτη το καταδεικνύει. Ακόμα και οι πιο τραβηγμένες από τα μαλλιά ερμηνείες του Δικαίου της Θάλασσας αδυνατούν να της δώσουν το παραμικρό νομικό έρεισμα. Μιλώντας για λογαριασμό των Τουρκοκυπρίων προβάλλει δύο ισχυρισμούς:
Ας πάμε τώρα στον δεύτερο τουρκικό ισχυρισμό. Η διατύπωση «οι Τουρκοκύπριοι έχουν δικαιώματα σε ολόκληρη την Κύπρο» είναι παραπλανητική. Σε αντίθεση με τη διεθνή κοινότητα που αναγνωρίζει ένα κράτος στην Κύπρο, η Άγκυρα και οι Τουρκοκύπριοι ισχυρίζονται ότι από το 1983, οπότε ανακήρυξαν την “Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου”, στην Κύπρο υπάρχουν δύο κράτη. Σύμφωνα, λοιπόν, με την επίσημη τουρκική θέση, οι Τουρκοκύπριοι έχουν πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα στη βόρεια Κύπρο (και στην ΑΟΖ που της αντιστοιχεί), αλλά κανένα δικαίωμα στη νότιο Κύπρο και κατ’ επέκτασιν στην ΑΟΖ που της αντιστοιχεί.
Η Άγκυρα και η τουρκοκυπριακή ηγεσία, όμως, παίζουν σε δύο ταμπλό. Αναλόγως με το τι κάθε φορά τις βολεύει, άλλοτε επικαλούνται τη δική τους επίσημη θέση για ύπαρξη δύο κρατών κι άλλοτε τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, βάση των οποίων ιδρύθηκε η συνεταιρική Κυπριακή Δημοκρατίας. Είναι κραυγαλέο, όμως, Τούρκοι και Τουρκοκύπριοι να επικαλούνται συμφωνίες, τις οποίες οι ίδιοι κατέλυσαν με την ανακήρυξη του ψευδοκράτους. Είναι ενδεικτικό, μάλιστα, ότι η Λευκωσία και η Αθήνα δεν έχουν καταγγείλει την κραυγαλέα αυτή αντίφαση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Οι δηλώσεις και του προηγούμενου προέδρου Χριστόφια και του σημερινού προέδρου Αναστασιάδη ότι οι Τουρκοκύπριοι θα έχουν μέρισμα από τον ενεργειακό πλούτο είναι άστοχες. Σ’ όλο τον κόσμο ισχύει ότι ο ενεργειακός πλούτος μίας χώρας ανήκει στο νόμιμο κράτος και όχι σε κάθε πολίτη ξεχωριστά. Τα έσοδα τα διαχειρίζεται η νόμιμη κυβέρνηση και δεν τα μοιράζει στους πολίτες. Μόνο, λοιπόν, εάν λυθεί το Κυπριακό οι Τουρκοκύπριοι θα επωφεληθούν από τον ενεργειακό πλούτο και μάλιστα εμμέσως, όπως κάθε άλλος πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η Άγκυρα πατάει και σε τέτοιες δηλώσεις για να δημιουργήσει τετελεσμένα. Δεν μπορεί, όμως, με δικά της μέσα να στήσει πλατφόρμα για την εκμετάλλευση ενεργειακού κοιτάσματος εντός της οριοθετημένης κυπριακής ΑΟΖ. Θεωρείται μάλλον απίθανο διεθνής εταιρεία να συμπράξει σε μία τόσο εξόφθαλμη παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Ούτε αναμένεται πως θα εμποδίσει με στρατιωτικά μέσα την εν εξελίξει γεώτρηση. Μία τέτοια πράξη θα την έφερνε αντιμέτωπη όχι μόνο με την Ιταλία (η ΕΝΙ είναι κρατική ιταλική εταιρεία), αλλά και με την ΕΕ και με την Ουάσιγκτον. Ο αντιπρόεδρος Μπάιντεν προ ημερών προειδοποίησε ξεκάθαρα τον Ερντογάν να αποφύγει τέτοιες ενέργειες.
Όλα δείχνουν, λοιπόν, ότι η τουρκική πρόκληση δεν θα προχωρήσει πέρα από τις έρευνες που θα πραγματοποιήσει το Μπαρμπαρόσα και ως εκ τούτου δεν θα μετεξελιχθεί σε θερμό επεισόδιο. Οι Ελληνοκύπριοι, άλλωστε, δεν έχουν τη δυνατότητα να τις αποτρέψουν με στρατιωτικά μέσα.
Η Αθήνα αποφεύγει να αναμιχθεί. Το μόνο που έκανε ήταν να προβεί σε διάβημα διαμαρτυρίας προς τον Τούρκο πρεσβευτή. Σύμφωνα, μάλιστα, με αξιόπιστες κυπριακές πηγές, ο Σαμαράς απάντησε αρνητικά στο αίτημα του προέδρου Αναστασιάδη να μεταβεί για μία σύντομη επίσκεψη στη Λευκωσία με σκοπό να φανεί ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι μόνη. Το ενδεχόμενο, τέλος, η Ουάσιγκτον και η ΕΕ με συνδυασμένες και ισχυρές πιέσεις προς τον Ερντογάν να αποτρέψουν τις έρευνες του Μπαρμπαρόσα στην κυπριακή ΑΟΖ δεν φαίνεται πολύ πιθανό στην παρούσα συγκυρία.
Με τις προκλήσεις της, η Άγκυρα δεν αποσκοπεί μόνο στην έμπρακτη αμφισβήτηση του δικαιώματος της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τον ενεργειακό πλούτο της. Αποσκοπεί και στην άσκηση πιέσεων προς τη Λευκωσία για να υποκύψει στις νέες υπερβολικές απαιτήσεις που έχει προβάλει η τουρκική πλευρά στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τη λύση του Κυπριακού.
Υπενθυμίζουμε ότι απαντώντας στην τουρκική πρόκληση, η Λευκωσία –μεταξύ άλλων– αποφάσισε και να αναστείλει αυτές τις διαπραγματεύσεις. Εάν κρίνουμε, όμως, από το παρελθόν, όταν η τουρκική πρόκληση ολοκληρωθεί και η ένταση υποχωρήσει, η Δύση θα πιέσει τη Λευκωσία για να επιστρέψει στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων. Με άλλα λόγια, η απόφαση της κυβέρνησης Αναστασιάδη ήταν μεν επιβεβλημένη, αλλά δεν αναμένεται να ανασχέσει την τουρκική επιθετικότητα.
Πηγή
Η έναρξη της γεώτρησης στο κοίτασμα Ονασαγόρας (θαλάσσιο οικόπεδο 9) από την κοινοπραξία της ιταλικής ΕΝΙ και της κορεατικής KOGAS έδωσε την αφορμή στην Τουρκία να κλιμακώσει τις προκλήσεις της με σκοπό την έμπρακτη αμφισβήτηση του δικαιώματος της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τον ενεργειακό πλούτο της.
Υπενθυμίζουμε πως όταν η Λευκωσία είχε ανακηρύξει ΑΟΖ, η Άγκυρα είχε αντιδράσει με απειλητικές δηλώσεις. Στις αρχές του 2007 είχε ανακοινώσει ότι «είναι αποφασισμένη να υπερασπίσει τα δικαιώματα και συμφέροντά της στην Ανατολική Μεσόγειο και δεν πρόκειται να επιτρέψει την προσβολή τους». Στις 19 Οκτωβρίου 2008 ο Τούρκος αρχηγός ΓΕΝ ναύαρχος Μετίν Ατάτς είχε δηλώσει: «Εκτιμώ ότι η Ανατολική Μεσόγειος θα καταστεί εστία προστριβών και συγκρούσεων λόγω της πετρελαϊκής σπουδαιότητας που θα αποκτήσει προσεχώς. Εξαιτίας των πετρελαίων που διαθέτει, θα μετατραπεί σε έναν δεύτερο Αραβικό Κόλπο. Η Τουρκία πρέπει να επαγρυπνεί και να αντιδράσει».
Η Λευκωσία δεν είχε πτοηθεί. Προχώρησε σε συμφωνίες με μεγάλες διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες για την πραγματοποίηση ερευνών, αφού προηγουμένως είχε οριοθετήσει την ΑΟΖ της με την Αίγυπτο, με το Ισραήλ και εν μέρει με τον Λίβανο. Οι Τούρκοι είχαν πραγματοποιήσει και στρατιωτικές παρενοχλήσεις, αλλά οι έρευνες συνεχίσθηκαν. Το ίδιο συνέβη και με την πρώτη γεώτρηση, στο κοίτασμα Αφροδίτη (θαλάσσιο οικόπεδο 12), η οποία απέδωσε καρπούς.
Ο λόγος που έπεσε στο κενό ο τουρκικός τσαμπουκάς είναι ότι τόσο η Ουάσιγκτον όσο και η ΕΕ αναγνώρισαν ρητά το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τον ενεργειακό πλούτο της. Τώρα, όμως, που οι νεοοθωμανοί θεωρούν ότι η Δύση τους έχει ανάγκη για να αναχαιτίσει το Χαλιφάτο, επιχειρούν να εκμεταλλευθούν την ευκαιρία για να καταφέρουν αυτό που δεν είχαν καταφέρει προ ετών. Είναι επιβεβαιωμένο, άλλωστε, ότι επειδή διαβλέπουν πως δεν θα μπορούν για πολύ ακόμα να αναχαιτίσουν τον κουρδικό αλυτρωτισμό, αναζητούν αντάλλαγμα στο τόξο Κύπρος-Αιγαίο-Θράκη.
Αυτή τη φορά, η Άγκυρα δεν περιορίσθηκε σε απειλητικές δηλώσεις και σε στρατιωτικές παρενοχλήσεις. Έκανε ένα ακόμα βήμα με σκοπό να δημιουργήσει τετελεσμένο σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εξέδωσε νότα, με την οποία εντελώς παρανόμως δεσμεύει για έρευνες εντοπισμού ενεργειακών κοιτασμάτων μία θαλάσσια περιοχή νοτίως της Κύπρου! Το σχετικά νεοαποκτηθέν σκάφος Μπαρμπαρόσα έχει τη δυνατότητα διεξαγωγής τέτοιων ερευνών. Σαν να μην έφθανε αυτό, οι νεοοθωμανοί ανακοίνωσαν και την πρόθεσή τους να στήσουν πλατφόρμα άντλησης φυσικού αερίου πάνω από κοίτασμα στην ίδια περιοχή.
Η Τουρκία, όμως, δεν έχει κανένα δικαίωμα στη θαλάσσια περιοχή νοτίως της Κύπρου. Μια ματιά στον χάρτη το καταδεικνύει. Ακόμα και οι πιο τραβηγμένες από τα μαλλιά ερμηνείες του Δικαίου της Θάλασσας αδυνατούν να της δώσουν το παραμικρό νομικό έρεισμα. Μιλώντας για λογαριασμό των Τουρκοκυπρίων προβάλλει δύο ισχυρισμούς:
- Πρώτον, οι Ελληνοκύπριοι δεν έχουν δικαίωμα να συνάπτουν καμία διεθνή συμφωνία (όπως οι συμφωνίες οριοθέτησης ΑΟΖ με την Αίγυπτο και το Ισραήλ και όπως οι συμφωνίες με διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες) πριν λυθεί το Κυπριακό.
- Δεύτερον, οι Τουρκοκύπριοι έχουν ισότιμα δικαιώματα σε ολόκληρη την Κύπρο, άρα και στα ενεργειακά κοιτάσματα νοτίως της Μεγαλονήσου, και δεν παραιτούνται από αυτά.
Ας πάμε τώρα στον δεύτερο τουρκικό ισχυρισμό. Η διατύπωση «οι Τουρκοκύπριοι έχουν δικαιώματα σε ολόκληρη την Κύπρο» είναι παραπλανητική. Σε αντίθεση με τη διεθνή κοινότητα που αναγνωρίζει ένα κράτος στην Κύπρο, η Άγκυρα και οι Τουρκοκύπριοι ισχυρίζονται ότι από το 1983, οπότε ανακήρυξαν την “Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου”, στην Κύπρο υπάρχουν δύο κράτη. Σύμφωνα, λοιπόν, με την επίσημη τουρκική θέση, οι Τουρκοκύπριοι έχουν πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα στη βόρεια Κύπρο (και στην ΑΟΖ που της αντιστοιχεί), αλλά κανένα δικαίωμα στη νότιο Κύπρο και κατ’ επέκτασιν στην ΑΟΖ που της αντιστοιχεί.
Η Άγκυρα και η τουρκοκυπριακή ηγεσία, όμως, παίζουν σε δύο ταμπλό. Αναλόγως με το τι κάθε φορά τις βολεύει, άλλοτε επικαλούνται τη δική τους επίσημη θέση για ύπαρξη δύο κρατών κι άλλοτε τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, βάση των οποίων ιδρύθηκε η συνεταιρική Κυπριακή Δημοκρατίας. Είναι κραυγαλέο, όμως, Τούρκοι και Τουρκοκύπριοι να επικαλούνται συμφωνίες, τις οποίες οι ίδιοι κατέλυσαν με την ανακήρυξη του ψευδοκράτους. Είναι ενδεικτικό, μάλιστα, ότι η Λευκωσία και η Αθήνα δεν έχουν καταγγείλει την κραυγαλέα αυτή αντίφαση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Οι δηλώσεις και του προηγούμενου προέδρου Χριστόφια και του σημερινού προέδρου Αναστασιάδη ότι οι Τουρκοκύπριοι θα έχουν μέρισμα από τον ενεργειακό πλούτο είναι άστοχες. Σ’ όλο τον κόσμο ισχύει ότι ο ενεργειακός πλούτος μίας χώρας ανήκει στο νόμιμο κράτος και όχι σε κάθε πολίτη ξεχωριστά. Τα έσοδα τα διαχειρίζεται η νόμιμη κυβέρνηση και δεν τα μοιράζει στους πολίτες. Μόνο, λοιπόν, εάν λυθεί το Κυπριακό οι Τουρκοκύπριοι θα επωφεληθούν από τον ενεργειακό πλούτο και μάλιστα εμμέσως, όπως κάθε άλλος πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η Άγκυρα πατάει και σε τέτοιες δηλώσεις για να δημιουργήσει τετελεσμένα. Δεν μπορεί, όμως, με δικά της μέσα να στήσει πλατφόρμα για την εκμετάλλευση ενεργειακού κοιτάσματος εντός της οριοθετημένης κυπριακής ΑΟΖ. Θεωρείται μάλλον απίθανο διεθνής εταιρεία να συμπράξει σε μία τόσο εξόφθαλμη παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Ούτε αναμένεται πως θα εμποδίσει με στρατιωτικά μέσα την εν εξελίξει γεώτρηση. Μία τέτοια πράξη θα την έφερνε αντιμέτωπη όχι μόνο με την Ιταλία (η ΕΝΙ είναι κρατική ιταλική εταιρεία), αλλά και με την ΕΕ και με την Ουάσιγκτον. Ο αντιπρόεδρος Μπάιντεν προ ημερών προειδοποίησε ξεκάθαρα τον Ερντογάν να αποφύγει τέτοιες ενέργειες.
Όλα δείχνουν, λοιπόν, ότι η τουρκική πρόκληση δεν θα προχωρήσει πέρα από τις έρευνες που θα πραγματοποιήσει το Μπαρμπαρόσα και ως εκ τούτου δεν θα μετεξελιχθεί σε θερμό επεισόδιο. Οι Ελληνοκύπριοι, άλλωστε, δεν έχουν τη δυνατότητα να τις αποτρέψουν με στρατιωτικά μέσα.
Η Αθήνα αποφεύγει να αναμιχθεί. Το μόνο που έκανε ήταν να προβεί σε διάβημα διαμαρτυρίας προς τον Τούρκο πρεσβευτή. Σύμφωνα, μάλιστα, με αξιόπιστες κυπριακές πηγές, ο Σαμαράς απάντησε αρνητικά στο αίτημα του προέδρου Αναστασιάδη να μεταβεί για μία σύντομη επίσκεψη στη Λευκωσία με σκοπό να φανεί ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι μόνη. Το ενδεχόμενο, τέλος, η Ουάσιγκτον και η ΕΕ με συνδυασμένες και ισχυρές πιέσεις προς τον Ερντογάν να αποτρέψουν τις έρευνες του Μπαρμπαρόσα στην κυπριακή ΑΟΖ δεν φαίνεται πολύ πιθανό στην παρούσα συγκυρία.
Με τις προκλήσεις της, η Άγκυρα δεν αποσκοπεί μόνο στην έμπρακτη αμφισβήτηση του δικαιώματος της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τον ενεργειακό πλούτο της. Αποσκοπεί και στην άσκηση πιέσεων προς τη Λευκωσία για να υποκύψει στις νέες υπερβολικές απαιτήσεις που έχει προβάλει η τουρκική πλευρά στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τη λύση του Κυπριακού.
Υπενθυμίζουμε ότι απαντώντας στην τουρκική πρόκληση, η Λευκωσία –μεταξύ άλλων– αποφάσισε και να αναστείλει αυτές τις διαπραγματεύσεις. Εάν κρίνουμε, όμως, από το παρελθόν, όταν η τουρκική πρόκληση ολοκληρωθεί και η ένταση υποχωρήσει, η Δύση θα πιέσει τη Λευκωσία για να επιστρέψει στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων. Με άλλα λόγια, η απόφαση της κυβέρνησης Αναστασιάδη ήταν μεν επιβεβλημένη, αλλά δεν αναμένεται να ανασχέσει την τουρκική επιθετικότητα.
Πηγή