Η Ουάσιγκτον ενέκρινε την τουρκική επιχείρηση “Ασπίδα του Ευφράτη”, προκειμένου να χειραγωγήσει την Άγκυρα, αναθέτοντάς της “να τραβήξει τα πυρακτωμένα κάστανα των ΗΠΑ από τη φωτιά στη Συρία”, επισημαίνει ο γνωστός ειδικός σε θέματα γεωπολιτικής Jean Périer. Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ερντογάν έχει θεωρητικά την ευχέρεια να επιδιώξει μια περαιτέρω προσέγγιση με τη Ρωσία, το Ιράν και την Κίνα. Αλλά με ποιο τίμημα;
Γράφει ο Jean Périer για το New Eastern Outlook
Απόδοση: Ας Μιλήσουμε Επιτέλους!
Είναι πλέον σαφές ότι Αμερικανοί στρατιωτικοί σύμβουλοι έλαβαν μέρος στη φάση σχεδιασμού της στρατιωτικής επέμβασης της Τουρκίας στη Συρία με την κωδική ονομασία “Ασπίδα του Ευφράτη”, όχι μόνο για να αποκατασταθεί η “στρατηγική εταιρική σχέση” μεταξύ Ουάσινγκτον και Άγκυρας, αλλά και να υλοποιηθούν οι στρατηγικοί στόχοι των ΗΠΑ στην περιοχή. Απόλυτα κατανοητό, δεδομένου ότι ο Λευκός Οίκος ενεργοποιείται προς μία κατεύθυνση, μόνο όταν έχει κάτι να κερδίσει από την οποιαδήποτε δεδομένη συμφωνία. Όσον αφορά στον στρατηγικό στόχο που επιδιώκει η Ουάσιγκτον βοηθώντας την Άγκυρα, μπορεί να χαρακτηριστεί συνοπτικά ως η διατήρηση της ισορροπίας δυνάμεων στη Μέση Ανατολή. Τα αμερικανικά “think tanks” επιδιώκουν την διατήρηση της αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο μεγάλων συνασπισμών που μάχονται εναντίον του ISIS, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις πολιτικές δυνάμεις στο Ιράκ, τη Συρία και την ίδια την Τουρκία.
Το γεγονός ότι οι Κούρδοι της Συρίας χρησιμοποιούνται για τη διατήρηση αυτής της λεγόμενης ισορροπίας είναι κάτι αναμφισβήτητο στην παρούσα φάση, ενώ αυξάνονται στον διεθνή Τύπο οι αναλύσεις που υποστηρίζουν την συγκεκριμένη άποψη.
Αλλά ήταν εξίσου σημαντικό για τον Λευκό Οίκο να εξακολουθήσει να έχει υπό έλεγχο τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν, εκφοβίζοντάς τον ότι τόσο η κατάσταση στη βόρεια Συρία όσο και στην ίδια την Τουρκία ενδέχεται να επιδεινωθούν γρήγορα. Άλλωστε, το γεγονός ότι η Τουρκία ξεκίνησε μια στρατιωτική επέμβαση στη Συρία πυροδοτεί μια περίπλοκη σύγκρουση με ένα μεγάλο αριθμό “παικτών”, μεταξύ των οποίων οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ιράν, η Ρωσία και (σήμερα και) η Κίνα.
Είναι επίσης πιθανό η Τουρκία να αγνοήσει τις επιταγές των διοικητών του ΝΑΤΟ. Αυτό έχει συμβεί στο παρελθόν, καθώς οι επιδιώξεις της τουρκικής κυβέρνησης είναι συχνά συνδεδεμένες με τις δικές της φιλοδοξίες, υποτάσσοντας την όποια βούληση των Δυτικών πολιτικών. Ωστόσο, δεν πρέπει κανείς να υπερτιμά τις στρατιωτικές δυνατότητες της Τουρκίας, δεδομένου ότι το συγκεκριμένο κράτος, ακόμη και σε μια συμμαχία με τη Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες του Περσικού Κόλπου, σαφώς δεν θα ήταν σε θέση να ξεκινήσει έναν ολομέτωπο πόλεμο κατά των τρομοκρατών στη Συρία. Ως εκ τούτου, οι δυνατότητες της Άγκυρας περιορίζονται στην διεξαγωγή μικρής εμβέλειας στρατιωτικών επιχειρήσεων κοντά στο Χαλέπι, και τίποτε περισσότερο.
Ωστόσο, οι φιλοδοξίες της Άγκυρας όσον αφορά στη Συρία είναι στενά συνδεδεμένες με την απέλπιδα προσπάθεια της Τουρκίας να αποτρέψει τους Κούρδους της περιοχής από το να ενισχύσουν την θέση τους, ανεξαρτήτως των πολιτικών ή θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, γεγονός το οποίο αποτελεί πλέον ένα είδος “κόκκινης γραμμής”για τον Ερντογάν, όπως υποστηρίζουν πηγές των τουρκικών μέσων ενημέρωσης. Αυτό σημαίνει ότι, εάν τα στρατεύματα της Συρίας καταστρέψουν τις δυνάμεις των μισθοφορικών ομάδων βορειοδυτικά του Χαλεπιού, η Τουρκία θα χάσει κάθε ευκαιρία να εξακολουθήσει να επηρεάζει κατά κάποιο τρόπο την κατάσταση, δεδομένου ότι δεν θα έχει κανένα πρόσχημα να δράσει.
Σε πρόσφατο δημοσίευμά της, η γερμανική εφημερίδα Die Welt υπογραμμίζει, ότι η δημιουργία της “Ασπίδας του Ευφράτη” μεταμόρφωσε τον πόλεμο στη Συρία σε ένα σκηνικό “μίνι Γ’ Παγκοσμίου Πoλέμου”, όπου, εκτός από χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Βρετανία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, η Τουρκία, η Ιορδανία, το Μπαχρέιν, το Κουβέιτ, το Ιράν, ο Λίβανος, το Ισραήλ, συμμετέχουν και μη κυβερνητικές δυνάμεις, όπως η Χεζμπολάχ, οι Κούρδοι της περιοχής (YPG), το ISIS, το μέτωπο Τζαμπάτ αλ-Νούσρα, το Αχράρ αλ-Σαμ, και ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός (FSA).
Την Κυριακή, κουρδικές πηγές υποστήριξαν ότι αεροσκάφη και πυρά πυροβολικού χτύπησαν δύο χωριά κοντά στην συριακή πόλη Τζαραμπλούς, αφήνοντας πίσω τους 30 νεκρούς και πολλούς τραυματίες. Ακριβώς πριν, τουρκικά τεθωρακισμένα που είχαν εισέλθει στη Συρία δέχθηκαν πυρά από το έδαφος που ελέγχεται από τις κουρδικές Μονάδες Λαϊκής Προστασίας (YPG). Επιπλέον, τέσσερις πύραυλοι χτύπησαν το Ντιγιαρμπακίρ και εξερράγησαν στο εσωτερικό της περιμέτρου της πόλης. Η τουρκική κυβέρνηση κατηγόρησε το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (ΡΚΚ) για την επιθετική αυτή ενέργεια.
Σε αυτή τη φάση, η Τουρκία φιλοξενεί συνολικά 2,5 εκατομμύρια πρόσφυγες και το χάος στα σύνορά της έχει μετατραπεί σε σημαντική άμεση απειλή για την Άγκυρα. Εκτός αυτού, μια άμεση ένοπλη αντιπαράθεση μεταξύ των τουρκικών στρατευμάτων και των Κούρδων της Συρίας θα πολώσει ακόμη περισσότερο τις σχέσεις της Άγκυρας με τους Κούρδους της Τουρκίας, πυροδοτώντας πολλές και ογκώδεις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί περαιτέρω η εσωτερική πολιτική και οικονομική κατάσταση της Τουρκίας. Οι χειρισμοί της Τουρκίας μπορεί να έχουν απρόβλεπτες συνέπειες και να οδηγήσουν σε εμφύλιο πόλεμο, όταν οι Κούρδοι θα αρχίσουν να εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους με την δύναμη των όπλων, όπως έγινε και πριν από τρεις δεκαετίες, διεξάγοντας ένοπλο αγώνα, διεκδικώντας κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα και αυτοδιάθεση. Αντιμέτωπος με αυτές τις προοπτικές, ο Ερντογάν απαίτησε από την Ουάσιγκτον να του επιτρέψει να κάνει ένα “μικρό και νικηφόρο πόλεμο” στη Συρία.
Η Τουρκία δημιούργησε μια ζώνη ελέγχου 15 χιλιομέτρων γύρω από την πόλη Τζαραμπλούς και νότιά της. Σε αντίθεση με τις απαιτήσεις των Τούρκων πολιτικών για τη δημιουργία μιας “νεκρής ζώνης” μεγάλης εμβέλειας στο βόρειο τμήμα της Συρίας, η επιχείρηση που σχεδίασε η κυβέρνηση Ερντογάν προβλέπει την δημιουργία μιας περιορισμένης έκτασης ζώνης. Μεταξύ άλλων, η κυβέρνηση των ΗΠΑ αρχικά έθεσε όρους στην Άγκυρα, απαιτώντας να μην επιδιώξει μια μακρά και πιο μόνιμη στρατιωτική παρουσία στο βόρειο τμήμα της Συρίας. Σχετικές δηλώσεις της τουρκικής πλευράς για το θέμα αυτό έγιναν την 6η ημέρα της λειτουργίας της “Ασπίδας του Ευφράτη”.
Ως αποτέλεσμα αυτού του “νικηφόρου εγχειρήματος στο Τζαραμπλούς”, ο Ερντογάν έχει καταφέρει να ενισχύσει κάπως τα πατριωτικά αισθήματα στο εσωτερικό της Τουρκίας. Ωστόσο, η βαθμιαία επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, οι φτωχές συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού και η ενίσχυση της σύγκρουσης με τον κουρδικό πληθυσμό της χώρας ενδέχεται να οδηγήσουν σε κλιμάκωση των συγκρούσεων στο εσωτερικό της Τουρκίας μέσα στις προσεχείς εβδομάδες.
Όταν συμβεί αυτό, τότε ο κόσμος θα ανακαλύψει μια κρυφή συνιστώσα του σχεδίου “Ασπίδα του Ευφράτη”, άγνωστη ακόμα και στους ίδιους τους Τούρκους. Τότε ο Ερντογάν θα αναγκαστεί να ζητήσει την βοήθεια των Ηνωμένων Πολιτειών.
Θεωρητικά, ο πρόεδρος της Τουρκίας έχει την ευχέρεια να προσεγγίσει τη Μόσχα, την Τεχεράνη και το Πεκίνο, αλλά εάν αποτολμήσει να το κάνει, ο Λευκός Οίκος θα επιδιώξει να τον αντικαταστήσει, ακριβώς όπως έκανε και με τόσους άλλους ηγέτες χωρών στο παρελθόν.
Ας Μιλήσουμε Επιτέλους!
Πηγή:
Γράφει ο Jean Périer για το New Eastern Outlook
Απόδοση: Ας Μιλήσουμε Επιτέλους!
Είναι πλέον σαφές ότι Αμερικανοί στρατιωτικοί σύμβουλοι έλαβαν μέρος στη φάση σχεδιασμού της στρατιωτικής επέμβασης της Τουρκίας στη Συρία με την κωδική ονομασία “Ασπίδα του Ευφράτη”, όχι μόνο για να αποκατασταθεί η “στρατηγική εταιρική σχέση” μεταξύ Ουάσινγκτον και Άγκυρας, αλλά και να υλοποιηθούν οι στρατηγικοί στόχοι των ΗΠΑ στην περιοχή. Απόλυτα κατανοητό, δεδομένου ότι ο Λευκός Οίκος ενεργοποιείται προς μία κατεύθυνση, μόνο όταν έχει κάτι να κερδίσει από την οποιαδήποτε δεδομένη συμφωνία. Όσον αφορά στον στρατηγικό στόχο που επιδιώκει η Ουάσιγκτον βοηθώντας την Άγκυρα, μπορεί να χαρακτηριστεί συνοπτικά ως η διατήρηση της ισορροπίας δυνάμεων στη Μέση Ανατολή. Τα αμερικανικά “think tanks” επιδιώκουν την διατήρηση της αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο μεγάλων συνασπισμών που μάχονται εναντίον του ISIS, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις πολιτικές δυνάμεις στο Ιράκ, τη Συρία και την ίδια την Τουρκία.
Το γεγονός ότι οι Κούρδοι της Συρίας χρησιμοποιούνται για τη διατήρηση αυτής της λεγόμενης ισορροπίας είναι κάτι αναμφισβήτητο στην παρούσα φάση, ενώ αυξάνονται στον διεθνή Τύπο οι αναλύσεις που υποστηρίζουν την συγκεκριμένη άποψη.
Αλλά ήταν εξίσου σημαντικό για τον Λευκό Οίκο να εξακολουθήσει να έχει υπό έλεγχο τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν, εκφοβίζοντάς τον ότι τόσο η κατάσταση στη βόρεια Συρία όσο και στην ίδια την Τουρκία ενδέχεται να επιδεινωθούν γρήγορα. Άλλωστε, το γεγονός ότι η Τουρκία ξεκίνησε μια στρατιωτική επέμβαση στη Συρία πυροδοτεί μια περίπλοκη σύγκρουση με ένα μεγάλο αριθμό “παικτών”, μεταξύ των οποίων οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ιράν, η Ρωσία και (σήμερα και) η Κίνα.
Είναι επίσης πιθανό η Τουρκία να αγνοήσει τις επιταγές των διοικητών του ΝΑΤΟ. Αυτό έχει συμβεί στο παρελθόν, καθώς οι επιδιώξεις της τουρκικής κυβέρνησης είναι συχνά συνδεδεμένες με τις δικές της φιλοδοξίες, υποτάσσοντας την όποια βούληση των Δυτικών πολιτικών. Ωστόσο, δεν πρέπει κανείς να υπερτιμά τις στρατιωτικές δυνατότητες της Τουρκίας, δεδομένου ότι το συγκεκριμένο κράτος, ακόμη και σε μια συμμαχία με τη Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες του Περσικού Κόλπου, σαφώς δεν θα ήταν σε θέση να ξεκινήσει έναν ολομέτωπο πόλεμο κατά των τρομοκρατών στη Συρία. Ως εκ τούτου, οι δυνατότητες της Άγκυρας περιορίζονται στην διεξαγωγή μικρής εμβέλειας στρατιωτικών επιχειρήσεων κοντά στο Χαλέπι, και τίποτε περισσότερο.
Ωστόσο, οι φιλοδοξίες της Άγκυρας όσον αφορά στη Συρία είναι στενά συνδεδεμένες με την απέλπιδα προσπάθεια της Τουρκίας να αποτρέψει τους Κούρδους της περιοχής από το να ενισχύσουν την θέση τους, ανεξαρτήτως των πολιτικών ή θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, γεγονός το οποίο αποτελεί πλέον ένα είδος “κόκκινης γραμμής”για τον Ερντογάν, όπως υποστηρίζουν πηγές των τουρκικών μέσων ενημέρωσης. Αυτό σημαίνει ότι, εάν τα στρατεύματα της Συρίας καταστρέψουν τις δυνάμεις των μισθοφορικών ομάδων βορειοδυτικά του Χαλεπιού, η Τουρκία θα χάσει κάθε ευκαιρία να εξακολουθήσει να επηρεάζει κατά κάποιο τρόπο την κατάσταση, δεδομένου ότι δεν θα έχει κανένα πρόσχημα να δράσει.
Σε πρόσφατο δημοσίευμά της, η γερμανική εφημερίδα Die Welt υπογραμμίζει, ότι η δημιουργία της “Ασπίδας του Ευφράτη” μεταμόρφωσε τον πόλεμο στη Συρία σε ένα σκηνικό “μίνι Γ’ Παγκοσμίου Πoλέμου”, όπου, εκτός από χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Βρετανία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, η Τουρκία, η Ιορδανία, το Μπαχρέιν, το Κουβέιτ, το Ιράν, ο Λίβανος, το Ισραήλ, συμμετέχουν και μη κυβερνητικές δυνάμεις, όπως η Χεζμπολάχ, οι Κούρδοι της περιοχής (YPG), το ISIS, το μέτωπο Τζαμπάτ αλ-Νούσρα, το Αχράρ αλ-Σαμ, και ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός (FSA).
Την Κυριακή, κουρδικές πηγές υποστήριξαν ότι αεροσκάφη και πυρά πυροβολικού χτύπησαν δύο χωριά κοντά στην συριακή πόλη Τζαραμπλούς, αφήνοντας πίσω τους 30 νεκρούς και πολλούς τραυματίες. Ακριβώς πριν, τουρκικά τεθωρακισμένα που είχαν εισέλθει στη Συρία δέχθηκαν πυρά από το έδαφος που ελέγχεται από τις κουρδικές Μονάδες Λαϊκής Προστασίας (YPG). Επιπλέον, τέσσερις πύραυλοι χτύπησαν το Ντιγιαρμπακίρ και εξερράγησαν στο εσωτερικό της περιμέτρου της πόλης. Η τουρκική κυβέρνηση κατηγόρησε το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (ΡΚΚ) για την επιθετική αυτή ενέργεια.
Σε αυτή τη φάση, η Τουρκία φιλοξενεί συνολικά 2,5 εκατομμύρια πρόσφυγες και το χάος στα σύνορά της έχει μετατραπεί σε σημαντική άμεση απειλή για την Άγκυρα. Εκτός αυτού, μια άμεση ένοπλη αντιπαράθεση μεταξύ των τουρκικών στρατευμάτων και των Κούρδων της Συρίας θα πολώσει ακόμη περισσότερο τις σχέσεις της Άγκυρας με τους Κούρδους της Τουρκίας, πυροδοτώντας πολλές και ογκώδεις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί περαιτέρω η εσωτερική πολιτική και οικονομική κατάσταση της Τουρκίας. Οι χειρισμοί της Τουρκίας μπορεί να έχουν απρόβλεπτες συνέπειες και να οδηγήσουν σε εμφύλιο πόλεμο, όταν οι Κούρδοι θα αρχίσουν να εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους με την δύναμη των όπλων, όπως έγινε και πριν από τρεις δεκαετίες, διεξάγοντας ένοπλο αγώνα, διεκδικώντας κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα και αυτοδιάθεση. Αντιμέτωπος με αυτές τις προοπτικές, ο Ερντογάν απαίτησε από την Ουάσιγκτον να του επιτρέψει να κάνει ένα “μικρό και νικηφόρο πόλεμο” στη Συρία.
Η Τουρκία δημιούργησε μια ζώνη ελέγχου 15 χιλιομέτρων γύρω από την πόλη Τζαραμπλούς και νότιά της. Σε αντίθεση με τις απαιτήσεις των Τούρκων πολιτικών για τη δημιουργία μιας “νεκρής ζώνης” μεγάλης εμβέλειας στο βόρειο τμήμα της Συρίας, η επιχείρηση που σχεδίασε η κυβέρνηση Ερντογάν προβλέπει την δημιουργία μιας περιορισμένης έκτασης ζώνης. Μεταξύ άλλων, η κυβέρνηση των ΗΠΑ αρχικά έθεσε όρους στην Άγκυρα, απαιτώντας να μην επιδιώξει μια μακρά και πιο μόνιμη στρατιωτική παρουσία στο βόρειο τμήμα της Συρίας. Σχετικές δηλώσεις της τουρκικής πλευράς για το θέμα αυτό έγιναν την 6η ημέρα της λειτουργίας της “Ασπίδας του Ευφράτη”.
Ως αποτέλεσμα αυτού του “νικηφόρου εγχειρήματος στο Τζαραμπλούς”, ο Ερντογάν έχει καταφέρει να ενισχύσει κάπως τα πατριωτικά αισθήματα στο εσωτερικό της Τουρκίας. Ωστόσο, η βαθμιαία επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, οι φτωχές συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού και η ενίσχυση της σύγκρουσης με τον κουρδικό πληθυσμό της χώρας ενδέχεται να οδηγήσουν σε κλιμάκωση των συγκρούσεων στο εσωτερικό της Τουρκίας μέσα στις προσεχείς εβδομάδες.
Όταν συμβεί αυτό, τότε ο κόσμος θα ανακαλύψει μια κρυφή συνιστώσα του σχεδίου “Ασπίδα του Ευφράτη”, άγνωστη ακόμα και στους ίδιους τους Τούρκους. Τότε ο Ερντογάν θα αναγκαστεί να ζητήσει την βοήθεια των Ηνωμένων Πολιτειών.
Θεωρητικά, ο πρόεδρος της Τουρκίας έχει την ευχέρεια να προσεγγίσει τη Μόσχα, την Τεχεράνη και το Πεκίνο, αλλά εάν αποτολμήσει να το κάνει, ο Λευκός Οίκος θα επιδιώξει να τον αντικαταστήσει, ακριβώς όπως έκανε και με τόσους άλλους ηγέτες χωρών στο παρελθόν.
Ας Μιλήσουμε Επιτέλους!
Πηγή:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου