Καλωσορίζω ιδιαίτερα τον πρόεδρο της FUEN και όλη την επιτροπή.
Εκπροσωπώντας τους Τούρκους της Δυτικής Θράκης θέλω να τους καλωσορίσω.
Εμείς ως Τούρκοι της Δυτικής Θράκης εμπιστευόμασταν μόνο την μητέρα πατρίδας μας Τουρκία, ενώ παίρνοντας θάρρος από την συνθήκη ειρήνης της Λοζάννης, λέγαμε πως η Τουρκία μας στηρίζει.
Ωστόσο με βάση τις πρόσφατες εξελίξεις και τις επαφές που έχουμε συνάψει με Ευρωπαίους συμπολίτες μας, ομολογώ ότι τους ευχαριστούμε και αισθανόμαστε ευγνώμονες, καθώς και αυτοί θέτουν τις αδικίες στις οποίες υποκείμεθα. Ο κύριος Χανς συνόψισε σε εσάς την Δυτική Θράκη. Εγώ επιθυμώ να συνοψίσω τα θέματα και τους Τούρκους της Δυτικής Θράκης από διαφορετικές σκοπιές.
Θέλω να παρουσιάσω μερικές πτυχές των ζητημάτων των Τούρκων της Δυτικής Θράκης. Κύριε Χάνσεν καταρχήν είπατε πως δεν υπάρχει εκπροσώπηση υψηλού επιπέδου. Για εμάς όμως αυτή είναι η φυσική κατάσταση των πραγμάτων, το έχουμε συνηθίσει. Έχουμε συνηθίσει να θεωρούμαστε πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
Πιστεύω πως ουδέποτε είχαμε μια ισότιμη αντιμετώπιση. Ποτέ. Ποτέ οι κρατικοί αρμόδιοι δεν μας αντιμετώπισαν ως ανθρώπους, να πουν πως «κι αυτοί είναι άνθρωποι, ας έρθω σε διάλογο μαζί τους».
Από το 1924 οι Τούρκοι της Δυτικής Θράκης κινούνται εντός του νομικού πλαισίου της Ελλάδας, ήταν και είναι ακέραιοι πολίτες, με σεβασμό στους νόμους, στην πολιτική της Ελλάδας και απέναντι σε όλες τις αρχές αυτού του κράτους.
Μεταξύ μας λέμε πως είμαστε η πιο υπάκουη μειονότητα στον κόσμο. Πιστεύω πως είμαστε μια κοινωνία-υπόδειγμα για την συμβίωση μουσουλμάνων και χριστιανών.
Διότι εμείς μέχρι σήμερα παρά τις πιέσεις που δεχτήκαμε ποτέ δεν κάναμε κακό στο κράτος. Εμείς με υπομονή, μέσα στα πλαίσια της δημοκρατίας, αγωνιστήκαμε ζητώντας απλά τα δικαιώματα μας από τις αρμόδιες αρχές της Ελλάδας και από την Τουρκία που μας άφησε εδώ. Και αυτό έτσι θα συνεχιστεί.
Είμαστε άνθρωποι που βρεθήκαμε στην πρώτη γραμμή για την υπεράσπιση της Ελλάδας.
Είμαι υπερήφανος όταν λέω και θυμάμαι πως ο παππούς μου είναι από τους πεσόντες στο μέτωπο της Αλβανίας.
Και αυτό ποτέ δεν ήταν για μένα πηγή παραπόνου αλλά περηφάνιας.
Σαν και μένα υπάρχουν χιλιάδες άλλοι. Και το να θέλουμε να το δει αυτό η Ελλάδα είναι το πιο φυσικό μας δικαίωμα.
Ωστόσο η Ελλάδα προσπαθεί να μας εξοντώσει διασπώντας μας σε τρία στοιχεία. Αυτό είναι κάτι βέβαια που έληξε με αποτυχία.
Προσπάθησε να μας αποτελειώσει χωρίζοντας μας σε Τούρκους, Πομάκους και Ρωμά.
Εγώ ως μέλος των Τούρκων της Δυτικής Θράκης με περηφάνια λέω πως είμαι Πομάκος Τούρκος. Και δεν διστάζω καθόλου για αυτό.
Εάν η Ελλάδα θα με κάνει Έλληνα τότε θα πρέπει πρώτα να με κάνει Βούλγαρο.
Το ξαναλέω όμως. Η ανώτερη ταυτότητα μας είναι η τουρκική, είμαστε Τούρκοι.
Στους τάφους των παππούδων μου υπάρχουν οθωμανικά τουρκικά. Στα 400, 500, 700 ετών τζαμιά μου, υπάρχει το μισοφέγγαρο και η σημαία των Οθωμανών που τώρα υπάρχουν στην τουρκική σημαία.
Η γλώσσα στις βιβλιοθήκες των παππούδων μου, παρά το κάψιμο και τις κατεδαφίσεις, είναι τα οθωμανικά. Δεν υπάρχουν ούτε βουλγάρικα, ούτε ελληνικά, ούτε μακεδονικά.
Και όπως είπα δεν έχω κανένα δισταγμό να το λέω αυτό με περηφάνια. Το ελληνικό κράτος όμως έναντι τούτου, ίδρυσε πομακικούς και τσιγγανικούς συλλόγους.
Την ώρα που κατέβαζε τις τουρκικές πινακίδες και την ώρα που απαγόρευε να πει κάποιος «είμαι Τούρκος», προσπάθησε να κάνει τους ανθρώπους μας να καταπιούν πως είναι Πομάκοι και Τσιγγάνοι και στήριξε αυτή την προσπάθεια.
Αλλά επαναλαμβάνω πως αυτό είναι κάτι που έληξε με αποτυχία. Διότι όλοι οι άνθρωποι μας με αυτές τις υπο-ταυτότητες μιλάνε τουρκικά και λένε πως «είμαστε Τούρκοι».
Μπορεί να μιλάνε τσιγγάνικα, αλβανικά, πομάκικα και αγγλικά, αλλά το σημαντικό είναι το τι δηλώνουν. Και εάν η δήλωση μας δεν έχει αξία τότε να, στην Δυτική Θράκη υπάρχουν 150 χιλιάδες Τούρκοι, εγώ προτείνω να γίνει ένα δημοψήφισμα. Τότε να δούνε όλοι οι άνθρωποι και τα κράτη το τι και ποιοι είναι οι Τούρκοι της Δυτικής Θράκης.
Εμείς ως Τούρκοι της Δυτικής Θράκης θεωρούμε τιμή μας να μοιραστούμε το τραπέζι μας με τους χριστιανούς φίλους μας.
Θεωρούμε τιμή μας να μοιραστούμε μαζί τους το αλάτι μας.
Τιμή μας θεωρούμε να πιούμε τον καφέ μαζί τους. Ο σεβασμός μας προς το κράτος είναι απεριόριστος.
Αλλά το ελληνικό κράτος ενώ θα έπρεπε να μας δώσει μετάλλιο μας υπέβαλε σε μια σειρά από αδικίες.
Με βάση την συνθήκη της Λοζάννης και την προτεραία συνθήκη των Αθηνών έχουμε μια σειρά από δικαιώματα, αυτά τα συνόψισε ο κύριος Χανς.
Επιτρέψτε μου να σας αναφέρω μερικές αδικίες που υπέστησαν οι μουσουλμάνοι Τούρκοι της Δυτικής Θράκης από το 1923 και μετά.
Το μουφτειακό είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα.
Όταν με την συνθήκη της Λοζάννης η Τουρκία μας άφησε εδώ, κατά τον ίδιο τρόπο αφέθηκε και στην Κωνσταντινούπολη μια ελληνική μειονότητα.
Και στα πλαίσια της αμοιβαιότητας οι εκεί Έλληνες Ορθόδοξοι (σημ .μεταφρ : Ο Μέτε μιλά για Rum Ortodox) και οι εδώ Τούρκοι θα είχαν τα ίδια δικαιώματα.
Οι ίδιοι θα εξέλεγαν τους θρησκευτικούς τους ηγέτες και στο θρησκευτικό επίπεδο ότι αφορούσε την μειονότητα αυτοί θα το έκριναν και θα διοικούσαν. Οι ίδιοι θα εξέλεγαν τους μουφτήδες τους.
Η εκλογή του μουφτή θα γινόταν σε συνεργασία με το κράτος και μάλιστα θα υπήρχε και αρχιμουφτής. Δείτε όμως, πως ποτέ δεν μας δόθηκε το δικαίωμα του αρχιμουφτή.
Και μάλιστα αντί για αυτό από την δεκαετία του 90 μας πήραν και τις μουφτείες μας. Βλέποντας τι γίνεται στην τουρκική πλευρά, η ελληνική μειονότητα εκεί επιλέγει τον ηγέτη της κατά το δοκούν.
Και μάλιστα σε επίσκεψη που έκανε στην Αθήνα ο νυν πρόεδρος της Δημοκρατίας και τότε πρωθυπουργός, ζήτησε από την Αθήνα οκτώ ιερείς.
Ώστε μετά από τον θάνατο του Βαρθολομαίου στην Τουρκία να μπορούν οι ιερείς να επιλέξουν σύμφωνα με τους νόμους τον ηγέτη τους.
Τους δόθηκε μάλιστα και η τουρκική υπηκοότητα, τους διόρισε ως μητροπολίτες και έτσι αυτή τη στιγμή διασφαλίστηκε στην ελληνική μειονότητα η δυνατότητα να επιλέγει τους ιερείς της.
Στην Δυτική Θράκη την εκλογή του μουφτή την περίμεναν και η Τουρκία και η μειονότητα. Σε αυτό το σημείο όχι μόνο δεν υπήρξε κάποια πρόοδος, αλλά το αντίθετο, με τον νόμο των «240 ιμάμηδων» που είχε ψηφιστεί το 2007 και επανήλθε το 2013, επήλθε χτύπημα στην θρησκευτική ελευθερία των Τούρκων της Δυτικής Θράκης.
Και ο στόχος αυτού του νόμου των «240 ιμάμηδων», ήταν να πάρουν τα τζαμιά υπό τον έλεγχο τους. Κρίνω σκόπιμο να σας πως εδώ, πως τους ιμάμηδες τους προσλαμβάνει ο κόσμος που πάει στο τζαμί και αυτοί τους πληρώνουν.
Σε συνεργασία με τον μουφτή, αυτοί τον προσλαμβάνουν και αυτοί τον πληρώνουν. Οι ίδιοι του δίνουν τον έλεγχο. Και προσέξτε αυτό το υπογραμμίζω, το ελληνικό κράτος την ώρα που δεν έχει ιερείς στις εκκλησίες του και την ώρα που πρέπει να σκεφτεί τους χριστιανούς πολίτες του που δεν έχουν παπάδες, αυτό προσλαμβάνει χωρίς εμείς να το έχουμε ζητήσει 240 ιμάμηδες-υπαλλήλους.
Σε αυτή την οικονομική κρίση, ένα κράτος που παίρνει τα χρήματα των δήμων και των νομαρχιών, εμάς μας αγαπά τόσο πολύ (…) που μας διορίζει και ιμάμηδες. Και αυτά ψηφίστηκαν.
Σε κάποια τζαμιά μπήκαν. Αλλά το 90% εξ αυτών όχι, και για να μην κάθονται το ελληνικό κράτος, τους έβαλε να διδάσκουν την θρησκεία μας στα κρατικά σχολεία όπου δεν υπάρχει και τουρκική εκπαίδευση.
Εμείς θέλουμε τα δικαιώματα που έχει η ελληνική μειονότητα στην Τουρκία. Δεν θέλουμε τίποτε άλλο.
Ζητάμε τα δικαιώματα που δίνονται στους παπάδες να δοθούν και στους μουφτήδες.
Τα δικαιώματα που έχει ο χριστιανός πολίτης να τα έχει και ο μουσουλμάνος πολίτης. Οι πρόγονοι μας δεν είχαν κανένα πρόβλημα με τους χριστιανούς συμπολίτες τους.
Η θεία μου η Νουριέ θυμάται πως όταν το 1974, οι Έλληνες γείτονες της πήγαν και της είπαν πως «Νουριέ αν υπάρξει πρόβλημα θα σε κρύψουμε εμείς, αλλά και αν έρθουν οι δικοί σας θα μας κρύψεις εσύ». Αυτή είναι και η δική μας αντίληψη περί φιλίας και γειτονίας.
Για το θέμα των βακουφίων κατά τον ίδιο τρόπο δεν βρίσκονται στα χέρια μας. Αυτή η πρακτική των διορισμών είναι κάτι που συνεχίζεται από την εποχή της χούντας. Εμείς δεν μπορούμε να επωφεληθούμε από τα έσοδα που μας παρέχουν. Σε πολλά σημεία της Κωνσταντινούπολης υπάρχουν βακούφια και βακουφικά ιδρύματα, τα οποία επισκέπτονται πάρα πολύ Έλληνες επισκέπτες.
Και το κάθε ένα ίδρυμα από αυτά επωφελείται από τα έσοδα που του παρέχουν οι επισκέπτες. Δεν θα ήθελα επίσης να ξεχάσω το εξής.
Το ελληνικό κράτος μετά από το 1990, ονομάζει και τον πριν από μένα συγχωρεμένο Μεχμέτ Εμίν Αγγά και εμένα και τον παρόντα μουφτή Σερίφ ως ψευτομουφτήδες.
Αυτό είναι το επίθετο που χρησιμοποιεί το ελληνικό κράτος. Ωστόσο όπως είπα και στην αρχή, σήμερα πια έχουμε και στην Ευρώπη ανθρώπους που λένε πως «εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα αυτοί που εκπροσωπούν την μειονότητα, αυτοί είναι οι συνομιλητές μας». Αυτό που ζητάμε είναι να έχουμε τα ίδια δικαιώματα με αυτά που έχει η ελληνική μειονότητα στην Κωνσταντινούπολη.
Αυτοί π.χ. έχουν νηπιαγωγεία, θέλουμε κι εμείς. Μπορούν να φέρουν δασκάλους από την Ελλάδα να διδάξουν τα ελληνικά.
Έχουν δικά τους σχολεία κάτι που το επέτρεψε η Τουρκία. Όμως εδώ τα σχολεία κλείνουν και δεν μας επιτρέπουν να ανοίξουμε νηπιαγωγεία.
Ξέρετε ότι τα τουρκικά διδάσκονται στα μειονοτικά σχολεία, αλλά εμείς θα θέλαμε αυτή η διδασκαλία να πάρει την παλιά της μορφή και να έχει πιο έντονη παρουσία.
Δεν θέλουμε σε καμία περίπτωση να ντρεπόμαστε να λέμε πως είμαστε Τούρκοι. Πρέπει να το λέμε ελεύθερα, να το φωνάζουμε και να είμαστε υπερήφανοι για αυτό. Αυτή είναι η ευχή μας, να ανθίσουν πολλά και διαφορετικά λουλούδια, το ένα δίπλα στο άλλο.
Δεν θέλω να μακρυγορήσω αλλά θα ήθελα να υπογραμμίσω το εξής. Εμείς ποτέ δεν υπήρξαμε προδότες. Δεν κάναμε κάτι κακό. Δεν είμαστε ξένοι εδώ. Εμείς υπήρχαμε εδώ και μετέπειτα ήρθαν άλλοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου