1914-2014: Το Κυπριακό και το (νέο) Ανατολικό Ζήτημα
Η Κύπρος έρχεται, θέλοντας και μη, στο επίκεντρο σοβαρότατων διεθνών εξελίξεων
Γράφει ο Γιώργος Μαλούχος
Πολλοί δεν το γνωρίζουν, όμως το Κυπριακό στη σύγχρονη μορφή του ξεκινά ακριβώς έναν αιώνα από σήμερα, στις 25 Οκτωβρίου 1914, όταν η Μεγάλη Βρετανία προσάρτησε την Κύπρο στα εδάφη της με το ξεκίνημα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Ηταν η πράξη με την οποία το Λονδίνο, μαζί με τον πόλεμο έμπαινε ταυτόχρονα και στην τελική ευθεία επίλυσης του Ανατολικού Ζητήματος, προβλήματος άρρηκτα συνδεδεμένου με τον Πρώτο Παγκόσμιο, προχωρώντας έτσι σε ένα επόμενο βήμα από εκείνο που είχε καθοριστεί με τη συνθήκη του 1878 για το καθεστώς της Κύπρου ανάμεσα στη Βρετανία και την Υψηλή Πύλη.
Όμως, το 1914, η Αγγλία και η Ρωσία δεν ήταν πια μπροστά σε εμπόλεμη κατάσταση, ενώ η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρισκόταν στο απέναντι στρατόπεδο και αυτό είχε άμεση, καθοριστική επίδραση στο μέλλον της Κύπρου.
Και μόνο το γεγονός ότι η προσάρτηση ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τις εξελίξεις στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο δείχνει ξεκάθαρα κάτι που εμείς δεν εννοούμε επί δεκαετίες να καταλάβουμε: την ευρύτερη σημασία της Κύπρου, που, μάλιστα σήμερα ολοένα μεγαλώνει. Ελάχιστα ζητήματα της διεθνούς πολιτικής σκηνής είναι τόσο βαθιά και τόσο σύνθετα όσο το Κυπριακό, το οποίο έχει βρεθεί και πάλι αυτές τις μέρες στο διεθνές επίκεντρο λόγω της έντονης τουρκικής επιθετικότητας στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η Αραβική Ανοιξη, η κρίση στη Λιβύη, τα γεγονότα στη Συρία, οι τζιχατζιστές που προελαύνουν τόσο σε αυτή όσο και στο Ιρακ, δεν είναι παρά εκφάνσεις αυτού του νέου Ανατολικού Ζητήματος που έναν αιώνα αργότερα έχει ανοίξει και πάλι εξίσου επικίνδυνα ρευστό. Γι αυτό το λόγο άλλωστε βρίσκονται σήμερα στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ των ακτών του Λιβάνου και εκείνων της Κύπρου πολεμικά σκάφη με τεράστια δύναμη πυρός από πολλές χώρες του κόσμου, μεταξύ των οποίων και των ΗΠΑ και της Ρωσίας.
Σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο μιας έντονης μεταβατικότητας που είναι βέβαιο ότι, κάποια στιγμή, με βίαιο ή λιγότερο βίαιο τρόπο, θα καταλήξει σε επαναρύθμιση του Ανατολικού Ζητήματος, η Κύπρος έρχεται, θέλοντας και μη, στο επίκεντρο σοβαρότατων διεθνών εξελίξεων. Κύριος μοχλός των εξελίξεων αυτών είναι η τουρκική επιθετικότητα, η οποία πηγάζει τόσο από τους πάγιους γεωπολιτικούς λόγους της Αγκυρας, όσο και από τα πρόσφατα ενεργειακά ζητήματα των υδρογονανθράκων.
Η Κύπρος, αυτή τη στιγμή, είναι ζωσμένη από πολεμικά σκάφη και αεροσκάφη σειράς κρατών που δεν βλέπουν με καλό μάτι την επιθετικότητα της Αγκυρας, όπως, ταυτόχρονα, έχουν τεράστια καχυποψία για την πολιτική της έναντι του λεγόμενου ισλαμικού κράτους. Γι αυτούς του δύο λόγους είναι που μέχρι και η ΕΕ και το Βερολίνο πήραν θέση απέναντι στην Αγκυρα στη σύνοδο κορυφής.
Η Τουρκία αυτή τη στιγμή κάνει το μεγάλο, ιστορικό λάθος, να παίρνει ουσιαστικά θέση απέναντι στα δυτικά συμφέροντα, περιλαμβανομένων και αυτών της Ρωσίας. Ένα λάθος που όποιος το έκανε, όποτε το έκανε, συμπεριλαμβανομένων της Ελλάδας και της Κύπρου στο παρελθόν, το πλήρωσε πολύ ακριβά, ακριβώς επειδή το Κυπριακό δεν είναι αυτοτελές ζήτημα αλλά ενταγμένο σε μια πολύ ευρύτερη σφαίρα συμφερόντων και συγκρούσεων.
Ταυτόχρονα, ο διάλογος με τους τουρκοκύπριους έχει, ορθώς, διακοπεί από την κυβέρνηση Αναστασιάδη, υπό το βάρος μιας εξίσου προκλητικής αδιαλλαξίας.
Μια πολιτική ανοιχτή σε συμμαχίες, όπως αυτή τη στιγμή συμβαίνει τόσο με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ όσο και με τη Ρωσία, μπορεί να βοηθήσει πολύ αποτελεσματικά την Κύπρο, η οποία, το μόνο που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να κάνει, είναι να επιστρέψει σε ένα ανανεωμένο μοντέλο σχεδίου Ανάν – κι αυτό είναι που δείχνουν ουσιαστικά οι τελευταίες εξελίξεις στο ευρύτερο ζήτημα της περιοχής.
Παρά τα όσα πολλοί έλεγαν υπέρ του σχεδίου Ανάν και σχετικά με τη δήθεν καταστροφή που θα σήμαινε η απόρριψή του, η πραγματικότητα αποδείχθηκε εντελώς διαφορετική: η Κύπρος κυριολεκτικά σώθηκε από την υιοθέτηση αυτού του εγκληματικού για τα συμφέροντά της και για τον ελληνισμό σχεδίου και τώρα είναι σε θέση να παλέψει από πολύ πλεονεκτικότερη θέση την οποία θα είχε πλήρως απωλέσει αν ο κυπριακός λαός δεν είχε πει το μεγάλο Όχι, παρά την περί του αντιθέτου τρομοκράτηση που υπέστη.
Αλλωστε, το γεγονός ότι ο νυν πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης, ο οποίος υπήρξε υπέρμαχος του σχεδίου Ανάν, είναι εκείνος που σήμερα ως πρόεδρος διακόπτει τις συνομιλίες, λέει πολλά.
Όπως πολλά λέει και το γεγονός ότι όσο η Τουρκία συμπεριφέρεται αντιδυτικά, τόσο μειώνεται η διάθεση των μεγάλων δυνάμεων να δουν θετικά ένα νέο σχέδιο Ανάν που θα έδινε στην Αγκυρα ακόμα μεγαλύτερο λόγο στις κυπριακές εξελίξεις, ιδίως τις ενεργειακές.
Το Κυπριακό ζήτημα βρίσκεται κάθε μέρα που περνάει όλο και πιο πολύ στο επίκεντρο της πραγματικής περιφερειακής σύγκρουσης για μια περιοχή του κόσμου που παράγει αέναες συγκρούσεις.
Το θέμα λοιπόν, δεν είναι να παραδούμε όπως πολλές φορές πολλοί εισηγήθηκαν.
Το θέμα είναι να καταλάβουμε την ουσία αυτής της σύγκρουσης και να προετοιμάσουμε σωστά και αξιόπιστα τις συμμαχίες μας, αλλά και τις στρατιωτικές μας δυνατότητες, απέναντι σε μία Τουρκία που, πλέον, κάνει το ένα λάθος μετά το άλλο και που απομονώνεται διαρκώς από τους μεγάλους παίκτες.
Δεν είναι απίθανο ένα από τα επόμενα λάθη της Αγκυρας να είναι και η πυροδότηση μιας έκρηξης, την οποία όμως, η Κύπρος και η Ελλάδα δεν θα αποφύγουν με τις υποχωρήσεις – κάθε άλλο μάλιστα, θα τη φέρουν πιο κοντά.
Στις συνθήκες που σήμερα διαμορφώνονται, και μάλιστα με μεγάλη ταχύτητα, τόσο η Κύπρος όσο και η Ελλάδα αποκτούν λοιπόν όλο και μεγαλύτερη σημασία στο διεθνές περιβάλλον.
Αν το αντιληφθούμε έγκαιρα και δράσουμε αποτελεσματικά, θα αποκτήσουμε και την αντίστοιχη δύναμη. Η μοίρα μας είναι αποκλειστικά και μόνον στο χέρι μας.
Πηγή