}

05 Απριλίου, 2016

Επιστρέφουν τα οστά των ηρώων της επιχείρησης «Νίκη» από την Κύπρο


Επιστρέφουν τα οστά των ηρώων της επιχείρησης «Νίκη» από την Κύπρο


Ο Επίτροπος Προεδρίας για Ανθρωπιστικά Θέματα Φώτης Φωτίου δήλωσε ότι έχει επιβεβαιωθεί η ταυτοποίηση 15 προσώπων μετά την εκσκαφή στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας για το μοιραίο αεροσκάφος της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, τύπου ″Νοράτλας″, που καταρρίφθηκε από φίλια πυρά στη διάρκεια της Τουρκικής εισβολής του 1974.
Αφού ενημερώθηκε από το Ινστιτούτο Γενετικής , ο Φώτης Φωτίου είπε ότι προχωρούν οι εργασίες για ολοκλήρωση της διαδικασίες «προκειμένου να γίνει ο επαναπατρισμός των οστών αυτών των ηρώων για να ταφούν με τις πρέπουσες τιμές και τις χριστιανικές μας παραδόσεις».
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να ταυτοποιηθούν και άλλα οστά πέρα των 15, αν και υπενθύμισε ότι η ανασκαφή ξεκίνησε με στόχο τον εντοπισμό των οστών 15 ατόμων.
Την επόμενη μέρα της εισβολής στη Κύπρο, η Ελλάδα με τη χούντα του Ιωαννίδη να βρίσκεται σε φάση κατάρρευσης αποφασίζει να βοηθήσει την Κύπρο. Αρχικώς σχεδιάστηκε να σταλεί μία Μοίρα Καταδρομών με αεροσκάφη της Ολυμπιακής Αεροπορίας. Η σκέψη δεν έγινε πράξη και μέσα σε συνθήκες πανικού, ο τραγικός κλήρος της θυσίας έπεσε στη Α’ Μοίρα Καταδρομών που έδρευε στο Μάλεμε της Κρήτης.
Ο τότε Διοικητής της Α’ Μοίρας Καταδρομών Γιώργος Παπαμελετίου σε τηλεοπτική του συνέντευξη είχε  δηλώσει ότι η μονάδα του δεν ήταν ειδικά εκπαιδευμένη για να σταλεί στη Κύπρο και η αποστολή της ήταν η άμυνα των νησιών του Αιγαίου. «Αργά στις 21 Ιουλίου» δήλωσε «επικοινώνησε ο Διοικητής Καταδρομών μαζί μου και μου είπε ότι θα φύγουμε, αλλά όχι για εκεί που προοριζόμασταν. Μου έλεγε μισόλογα. Δεν μου έστειλαν ειδικό σήμα κρυπτογραφημένο ή μη, αλλά με την τηλεφωνική αυτή επικοινωνία ο Διοικητής Καταδρομών προσπαθούσε να μου δώσει να καταλάβω ότι δεν πάω στα νησιά αλλά στη Κύπρο. Με τα ίδια μισόλογα μου είπε πως δεν χρειάζεται να πάρω πολλά πυρομαχικά και ούτε τα μεγάλα όπλα, όλμους κλπ. Μου έδωσε να καταλάβω ότι δεν χρειαζόταν να φορτώσω πολλά πράγματα. Θέλησε να μου πει ότι στις 22 Ιουλίου στις 10 το πρωί θα υπογραφεί εκεχειρία. Για αυτό μου είπε αύριο μέχρι τις 10… μετά μακάριοι οι κατέχοντες».
Αρχικώς ενημερώθηκαν οι αξιωματικοί για την αποστολή και στη συνέχεια οι καταδρομείς, μεταξύ των οποίων υπήρξε ανησυχία αλλά και ενθουσιασμός. «Δεν βρέθηκε ούτε ένας που να κάνει πίσω» λέει ο Θανάσης Ζαφειρίου ο οποίος είναι και ο μοναδικός επιζών του Noratlas «Νίκη 4». Ο τότε διοικητής της Α’ Μοίρας Καταδρομών Γιώργος Παπαμελετίου, όταν οι καταδρομείς επιβιβάστηκαν στα λεωφορεία για να μεταφερθούν στο αεροδρόμιο της Σούδας τους ενημέρωσε για την αποστολή και τους είπε τι θα πρέπει να έχουν υπόψη τους για τις πρώτες ώρες. Κανένας δεν ήταν σίγουρος για το τι θα αντιμετώπιζαν αφού δεν υπήρχε καμία απολύτως πληροφορία για τις συνθήκες που επικρατούσαν στη Κύπρο. Ο τότε υπολοχαγός Σταύρος Μπένος θυμάται πως «δεν υπήρχε κανένας καταδρομέας που να έχει τον παραμικρό ενδοιασμό, ότι πάμε να πολεμήσουμε σε ελληνικό έδαφος. Το ό,τι τραγουδάγαμε με δύναμη και θέρμη μέσα στο λεωφορείο που μας πήγαινε στο αεροδρόμιο και ξεσηκώναμε τις γειτονιές, σημαίνει πως αυτό που πηγαίναμε να κάνουμε το πιστεύαμε».
Οι Κρητικοί είχαν βγει στους δρόμους και χειροκροτούσαν τους καταδρομείς που έφευγαν για τη Κύπρο γνωρίζοντας ότι κάποιοι εξ αυτών ήταν αμφίβολο αν θα επέστρεφαν. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι περαν των 318 ανδρών της Α’ Μοίρας Καταδρομών στην επιχείρηση είχε αποφασιστεί να λάβουν μέρος και περίπου 50 Καταδρομείς της Γ’ ΜΑΚ (Μοίρα Αμφιβίων Καταδρομών) με επικεφαλής τον τότε υπολοχαγό Νικόλαο Παπά.
Ο Αντρέας Στραβοπόδης ήταν επισμηναγός και κυβερνήτης του Noratlas «Νίκη 9». Ανατρέχοντας στις μέρες του 1974 σε παλαιότερη συνέντευξη του στο ΡΙΚ, αναφέρει πως δεν υπήρχε καμία προετοιμασία και ενημέρωση  για την αποστολή στη Κύπρο και αυτό ήταν  σωστό για να μην κάποια υπάρξει διαρροή. «Εγώ» λέει «έμαθα περί της αποστολής όταν κλήθηκα και προσγειώθηκα στο αεροδρόμιο της Σούδας». Ο επίσης επισηναγός Γιώργος Μήτσαινας κυβερνήτης του «Νίκη 11» στη δική του μαρτυρία λέει: «Στις 7 το βράδυ, της 21ης Ιουλίου 1974 διατάχθηκαν όλοι οι διοικητές των μονάδων να στείλουν όλα τα μεταγωγικά τους αεροσκάφη στη Σούδα, απ’ όπου θα εκτελούσαν άκρως απόρρητη αποστολή υψηλής σπουδαιότητας. Εκεί έμαθαν τα πληρώματα ότι ο σκοπός της αποστολής ήταν η μεταφορά της Α΄ Μοίρας Καταδρομών στη Κύπρο.  Μιας αποστολής που δε προβλεπόταν από τα σχέδια. Οι προϋποθέσεις  για την εκτέλεση της αποστολής ήταν:  Εκμετάλλευση του αιφνιδιασμού, πτήση όσο το δυνατόν προς Νότο για αποφυγή αποκάλυψης από τα εχθρικά ραντάρ, εκφόρτωση και επιστροφή εξασφαλίζουσα τουλάχιστον μία ώρα πτήσης σε σκότος».
O έφεδρος ανθυπολοχαγός καταδρομέας Χαράλαμπος Αποστολάκης θυμάται: «Φτάνοντας στο αεροδρόμιο της Σούδας γύρω στις 20.00-20.30, είδαμε ότι είχαν αφιχθεί τα περισσότερα αεροσκάφη και μέσα βρισκόταν μόνο ένα μέρος του πληρώματος. Οι χειριστές είχαν ήδη μεταβεί στο κέντρο επιχειρήσεων, για να ενημερωθούν από τον ταξίαρχο Στεφαδούρο για τις συνθήκες της αποστολής».
Ακολούθησε η επιβίβαση των καταδρομέων στα αεροσκάφη και η έναρξη των πτήσεων αυτοκτονίας.
Ο Χαράλαμπος Αποστολάκης λέει: «Το πρώτο αεροσκάφος πρέπει να απογειώθηκε γύρω στις 22:30, με κατεύθυνση από το αεροδρόμιο στον κόλπο της Σούδας, ανατολικά των Λευκών Ορέων, και στη συνέχεια κατεβήκαμε σε πολύ χαμηλό ύψος πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η ενημέρωση που είχε γίνει από τον ταξίαρχο Στεφαδούρο, που ήταν απεσταλμένος από το Αρχηγείο της Αεροπορίας, προς τους αεροπόρους και το διοικητή της Μοίρας ήταν ότι θα υπήρχε πλήρης σιγή ασυρμάτου, φώτα πλεύσεως σβηστά, απόλυτο σκοτάδι και ότι μέσα στα αεροσκάφη δεν θα κινούνταν ούτε κουνούπι. Δεν θα άναβε κανένα φως, ούτε τσιγάρο ή αναπτήρας, τίποτε! Ήταν πραγματικά ηρωική αυτή η αποστολή, με την έννοια ότι έγινε από πιλότους που, στο σύνολό τους, δεν είχαν δει ποτέ την Κύπρο και πήγαιναν, για πρώτη φορά, μόνο με χάρτη και πυξίδα! Την εποχή εκείνη, ένα τέτοιο εγχείρημα ήταν εντελώς δύσκολο, ήταν μια αποστολή θανάτου, και με το δεδομένο ότι τα αεροσκάφη ήταν παλιά και με πτητικά προβλήματα. Εάν οι Τούρκοι μέσα από τα ραντάρ έβλεπαν την αποστολή, αρκούσε ένα αεροσκάφος αναχαίτισης για να μας ρίξει όλους κάτω. Και ενώ ειπώθηκε ότι εμείς θα είχαμε συνοδεία μαχητικών αεροσκαφών, ώστε τελικά να γίνουν αναχαιτίσεις σε περίπτωση προσβολής από τουρκικά αεροσκάφη, εκ των υστέρων μάθαμε ότι τέτοια δυνατότητα δεν υπήρχε. Γιατί εμείς πετούσαμε στα 80-100 μέτρα, ίσως και χαμηλότερα, πάνω από τη θάλασσα, κάτι απαγορευτικό για τα μαχητικά αεροσκάφη, που δεν έχουν τέτοια δυνατότητα, καθώς υπάρχει κίνδυνος ατυχήματος. Και δεύτερον, έπρεπε να παραμείνουν στον αέρα πάνω από 5 ώρες, για να συνοδεύσουν το πήγαινε αλλά και την επιστροφή των Noratlas, και δεν υπήρχε δυνατότητα ανεφοδιασμού. Παράλληλα, πετώντας σε μεγαλύτερα ύψη, θα γίνονταν αντιληπτά και από τα ραντάρ και η Τουρκία θα σήκωνε αεροσκάφη. Έτσι θα υπήρχε εναέρια εμπλοκή, με ό,τι αυτό συνεπαγόταν».
Η επιτυχής πτήση των αεροσκαφών οφείλεται στην ικανότητα των πληρωμάτων που πέταξαν χωρίς τεχνικά βοηθήματα. Μάλιστα ένα από τα αεροσκάφη πέταξε πάνω από αεροπλανοφόρου του 6ου αμερικάνικου στόλου προκαλώντας αναστάτωση αφού δνε είχε εντοπιστεί από τα ραντάρ του πλοίου. Μερικά από τα Noratlas φτάνoντας στη Κύπρο πέταξαν πάνω από τις Βρετανικές βάσεις του Ακρωτηρίου προκαλώντας τις διαμαρτυρίες των Βρετανών που απείλησαν με αναχαιτίσεις.
Ο κυβερνήτης του «Νίκη 9» Επισμηναγός Αντρέας Στραβοπόδης ανέφερε πως ο ίδιος είχε προτείνει στους κυβερνήτες  των αεροσκαφών «Νίκη» 10. 11, 12, 13, 14 και 15 να επιλέξουν στον ασύρματο τη συχνότητα 222,2 ώστε να μπορούν να μιλάνε. Τη συχνότητα αυτή δεν τη γνώριζε κανείς. Ενώ πετούσαν παρενέβη κάποιος στη συχνότητα και με σπαστά ελληνικά είπε: «Δεν καταλαβαίνετε ότι σας ακούν;». Ο Α. Στραβοπόδης θεωρεί πως επρόκειτο για κάποιον ελληνοαμερικανό από πλοίο του 6ου αμερικανικού στόλου που προσπάθησε να τους προειδοποιήσει. Μετά από αυτό σταμάτησε κάθε επαφή μεταξύ των κυβερνητών, κάτι που ούτως ή άλλως δεν έπρεπε να γίνει καθώς είχε αποφασιστεί σιγή ασυρμάτων.
Το σχέδιο που είχε ετοιμαστεί προέβλεπε την απογείωση 20 αεροσκαφών Noratlas και 10  Dakota της 354ης Μοίρας Τακτικών Μεταφορών «Πήγασος». Τα Noratlas θα μετέφεραν τους καταδρομείς και τα Dacota πυρομαχικά και άλλο υλικό. Αποφασίστηκε οι απογειώσεις να ξεκινήσουν στις 22:30 της 21ης Ιουλίου 1974. Ένα αεροπλάνο θα απογειωνόταν κάθε πέντε λεπτά. Αρχικώς το σχέδιο τηρήθηκε αλλά στη συνέχεια υπήρξαν περίεργες καθυστερήσεις που από κάποιους αποδίδονται και σε σκοπιμότητα. Τελικώς απογειώθηκαν μόνο τα 15 Noratlas και στο αεροδρόμιο της Σούδας παρέμειναν τα υπόλοιπα 5 μαζί με τα Dacota. Είναι αξιοσημείωτο ότι το «Νίκη 15» που απογειώθηκε τελευταίο με κυβερνήτη τον Επισμηναγό Ευάγγελο Πετρουλάκη αναχώρησε από τη Σούδα παρά το ότι είχε οδηγίες να μην πετάξει αφού είχε παραβιαστεί το χρονικό όριο. Ο Πετρουλάκης ανέλαβε την ευθύνη και απογειώθηκε.
Το Noratlas «Νίκη 13» με κυβερνήτη τον αντισμήναρχο Βασίλειο Νικολάου, δεν έφτασε ποτέ στη Κύπρο αφού δηλώθηκε ότι έχασε τον προσανατολισμό του και προσγειώθηκε στη Ρόδο. Ο τότε Διοικητής της Α’ Μοίρας Καταδρομών Γ. Παπαμελετίου αμφισβητεί τα περί απώλειας προσανατολισμού και διερωτάται «Πως βρήκαν τη Ρόδο και δεν βρήκαν τα Άδανα για να καλοπεράσουν με τους Τούρκους; Βεβαίως όταν βλέπεις να καίγεται ο κόσμος, το πρώτο που σου έρχεται στο μυαλό είναι, από δω παν κι άλλοι. Όσοι είναι φτιαγμένοι γι’ αυτό».
Το Noratlas «Νίκη 14» με κυβερνήτη τον Επισμηναγό Παναγιώτη Λυμπερόπουλο, αν και έφτασε στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, δεν προσγειώθηκε γιατί είχε ήδη ξημερώσει και επέστρεψε στη Κρήτη.
Όταν τα Noratlas έφτασαν στη Κύπρο έβλεπαν παντού φωτιές από τις μάχες που βρισκόντουσαν σε εξέλιξη. Αυτό βοήθησε και τα πληρώματα να προσανατολιστούν καλύτερα και να αρχίσουν τη κάθοδο τους προς το αεροδρόμιο Λευκωσίας. Οι μόνες περιοχές που φωτίζονταν ήταν οι βρετανικές βάσεις του Ακρωτηρίου και της Δεκέλειας και αυτό ήταν σωτήριο για τους κυβερνήτες που τις χρησιμοποίησαν ως σημεία στήριξης για να μπορέσουν να βρουν το αεροδρόμιο.
Σε διάφορες περιοχές τα αεροσκάφη δέχονταν πυρά από το έδαφος αλλά η κατάσταση δεν ήταν ανησυχητική, καθώς υπήρχαν διαβεβαιώσεις ότι το αεροδρόμιο Λευκωσίας ήταν ασφαλές. Κανείς δεν είχε ενημερώσει τα πληρώματα για το γεγονός ότι γινόντουσαν μάχες και ο διάδρομος προσγείωσης του αεροδρομίου είχε βομβαρδιστεί και μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μόνο το 1/3 από αυτόν.
Όπως θυμούνται οι καταδρομείς, μόλις έφτασαν πάνω από τη Λευκωσία άρχισαν να δέχονται χιλιάδες σφαίρες και βλήματα αντιαεροπορικών. Οι καταδρομείς στέκονταν όρθιοι μέσα στα αεροπλάνα ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο όγκος του και να μειωθούν οι πιθανότητες να χτυπηθούν. «Οι σφαίρες έμπαιναν από κάτω και διαπερνούσαν την άτρακτο» δηλώνει ένας από τους καταδρομείς. «Είμαστε φορτωμένοι με χειροβομβίδες και εκρηκτικά και υπήρχε κίνδυνος να τιναχθούμε όλοι στον αέρα» συμπληρώνει. Το ίδιο κίνδυνο διέτρεχαν πλήρωμα και καταδρομείς και από το ενδεχόμενο να χτυπηθούν οι δεξαμενές καυσίμων.
Ένας από τους αξιωματικούς που επέβαιναν στα αεροσκάφη ζει συνεχώς τις ίδιες σκηνές εδώ και πολλά χρόνια: «Όταν πλησιάσαμε με το Noratlas τη Λευκωσία, πήγα στο πιλοτήριο να δω τι γίνεται. Από εκεί είδα τις λάμψεις των αντιαεροπορικών πυρών που θύμιζαν τα βεγγαλικά της Ανάστασης και ρώτησα τον Στέφα (Κυβερνήτης «Νίκη 3»), τι θα κάνει; Εκείνος μου είπε πως θα προσγειωθεί. Μετά από αυτό πήγα και κάθισα στο Gargo, δίπλα από έναν καταδρομέα που ήταν από τα Ανώγεια της Κρήτης (ο Γεώργιος Χρονιάρης), ο οποίος γυρίζει και μου λέει με την κρητική του προφορά: ‘ω πωπώ κύριε διοικητά, σαν κουκοσάλι (χαλάζι) χτυπάει’. Ήταν οι σφαίρες που χτυπούσαν το αεροπλάνο».
Ο τότε επισμηναγός Γ. Μήτσαινας που ήταν κυβερνήτης του «Νίκη 11» αναφέρει στο βιβλίο του για την επιχείρηση: «Στις 00:10, ενώ τα μεταγωγικά πετούσαν νότια της Ρόδου, έφτασε άκρως απόρρητο σήμα στην Κύπρο, το οποίο αποκρυπτογράφησε ο στρατιώτης Αθανάσιος Γουμάγιας και διαβίβασε στους ανωτέρους του. Τελικός αποδέκτης ήταν το 3ο Επιτελικό Γραφείο του ΓΕΕΦ (Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς). Ήταν το σήμα το οποίο ενημέρωνε για την επικείμενη άφιξη των Noratlas αναφέροντας και την ακριβή ώρα προσέγγισης. Το περιεχόμενο του σήματος δεν διαβιβάστηκε έγκαιρα στις μονάδες, οι οποίες είχαν παραταχθεί στην περιοχή του αεροδρομίου. Κατά μία πληροφορία το ΓΕΕΦ γνωστοποίησε το απόρρητο σήμα στη Διοίκηση Πυροβολικού στη 01:30, λίγα μόλις λεπτά πριν την άφιξη των πρώτων αεροσκαφών. Τα προπορευόμενα αεροσκάφη (πριν από το «Νίκη 11») εξελήφθησαν σαν τουρκικά και δέχθηκαν καταιγιστικά πυρά. Η Εξεταστική Επιτροπή για το Φάκελο της Κύπρου επέρριψε τις ευθύνες στην Αθήνα και στο ΑΕΔ, αφού σύμφωνα με τα μέλη της Επιτροπής της Βουλής το σήμα εκδόθηκε στις 01:30 ώρα».
Η Αθήνα είχε ενημερώσει το ΓΕΕΦ με τη φράση: «Έρχονται τα 15 πορτοκάλια».
pesontes
Ο αντισμήναρχος Φίλιππος Κόλλιας  που βρισκόταν στο αεροδρόμιο Λευκωσίας και ανέμενε τα Noratlas περιγράφει τη κατάσταση που επικρατούσε: «Ήταν για μένα ο απόλυτος αιφνιδιασμός. Κανείς δεν γνώριζε από το ΓΕΕΦ για την άφιξη των αεροπλάνων, κανείς δεν με ενημέρωσε. Το απόγευμα της 21ης Ιουλίου ενημερώθηκα ότι θα έρθουν Ελληνικά αεροπλάνα  στη Λευκωσία , χωρίς να μου πουν τον τύπο των αεροσκαφών.
Περίμενα μαχητικά αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας, τα οποία θα πρόσβαλαν  κάποιο στόχο  και στη συνέχεια θα τα ανεφοδιάζαμε.  Στείλαμε μάλιστα οχήματα με κηροζίνη και στο αεροδρόμιο της Τύμβου (λίγο έξω από τη Λευκωσία), γιατί ίσως να μην μπορούσαν να προσγειωθούν στη Λευκωσία, γιατί ο διάδρομος είχε χτυπηθεί . Κανείς δεν μου μίλησε για αλλαγές σχεδίων.
Μεσάνυχτα  της 22ας Ιουλίου βρισκόμουν στον πύργο ελέγχου, ήρθε κάποιος υπάλληλος και μου ανέφερε ότι στην κοινή συχνότητα γινόταν ακρόαση στην Ελληνική γλώσσα από αεροσκάφη που καλούσαν το αεροδρόμιο Λευκωσίας. Ανέβηκα στον πάνω όροφο στα ραδιοτηλέφωνα και ενώ άκουγα ,άκουσα μια γνώριμη φωνή πιλότου. Ξαφνικά τον ρώτησα: ‘Εσύ είσαι ποντικέ;’. Ποντικός ήταν το παρατσούκλι του πιλότου Γιάννη Παπακωνσταντίνου με το  Noratlas ‘Νίκη 7’ με τον οποίο είχαμε υπηρετήσει μαζί και διατηρούσαμε οικογενειακή φιλία. Τότε κατάλαβα ότι τα αεροπλάνα που πλησίαζαν ήταν μεταγωγικά και όχι πολεμικά. Ήταν για μένα ο απόλυτος αιφνιδιασμός.
Σύμφωνα με τα όσα προέβλεπε το σχέδιο, θα έριχνα -όπως και έκανα- πράσινες φωτοβολίδες, για να ειδοποιήσω ότι έρχονται φίλια αεροσκάφη. Άλλωστέ είχαμε πληροφορίες ότι εκείνες τις ώρες μπορεί να έρχονταν οι Τούρκοι να κάνουν αεραπόβαση, για να καταλάβουν το αεροδρόμιο».
O Κυριάκος Λάρκου ήταν το 1974 χειριστής στα αντιαεροπορικά πυροβόλα που είχαν ως στόχο να αποτρέψουν τουρκική αεραπόβαση. «Μας είχαν δώσει διαταγή να είμαστε συνεχώς πάνω στο αντιαεροπορικό και όταν ακούσουμε βόμβο αεροπλάνου να ρίξουμε. Στη συνέχεια ήρθε μια δεύτερη διαταγή που έλεγε ότι αν δείτε πράσινη φωτοβολίδα να βάλλετε, αν δείτε κόκκινη να δεσμεύσετε τα πυροβόλα.
Τα μεσάνυχτα ακούσαμε τις μηχανές των αεροσκαφών, είδαμε την πράσινη φωτοβολίδα  και αρχίσαμε και ρίχναμε. Χτυπήσαμε ένα αεροπλάνο, έπεσε, αλλά εμείς δεν το είδαμε. Ήρθε ένας αξιωματικός και με οργισμένα ύφος μας είπε: ‘Ρε σεις, τι κάνατε, χτυπήσατε δικό μας αεροπλάνο;’ Κατέβηκα και μαζί με έναν συνάδελφο πήραμε ένα αυτοκίνητο και φτάσαμε  στο αεροδρόμιο, φτάνοντας ανεβήκαμε στον εξώστη του αεροδρομίου και προσπαθούσαμε να δούμε τι ακριβώς γίνεται. Είδαμε αεροπλάνα να τροχοδρομούν.
Φύγαμε και γυρίσαμε στη θέση μας, Μάς περίμενε ο αξιωματικός που του είχαμε πάρει το αυτοκίνητο, έβγαλε το όπλο του και σημαδεύοντας με , με ρωτάει: ‘Γιατί έφυγες από τη θέση σου χωρίς διαταγή;’. Ευτυχώς το φιλαράκι που ήταν μαζί μου , πήρε το δικό μου όπλο ένα Τόμσον και του το ακούμπησε στην πλάτη λέγοντάς του: ‘Ή εσύ ή εμείς’. Αμέσως κατέβασε το όπλο και έφυγε με ήσυχο τρόπο….
Έχω τύψεις γι’ αυτό που κάναμε….Εμείς εκτελούσαμε διαταγές και για μια διαταγή που δεν εκτελέσαμε, κοντέψανε να μας εκτελέσουν….!»
Σε συνέντευξή του στο ΡΙΚ, ο έφεδρος στρατιώτης στην 185ης Μοίρας Πυροβολικού Γιώργος Παστού, ο οποίος εκτελούσε χρέη ανθυπολοχαγού στη διάρκεια της εισβολής, αναφέρει πως, ελλείψει ενημέρωσης, είχε δώσει διαταγή να ρίξουν το αεροπλάνο. «Μας άναβαν τους προβολείς πως είναι ελληνικά, να μην χτυπάμε. Όταν ρίξαμε το τρίτο, μας είπαν με τηλεβόα πως είναι ελληνικά. Τότε παγώσαμε, σταματήσαμε και τρέξαμε μήπως έχει ζωντανούς. Βρήκα τον Ζαφειρίου (τον μοναδικό επιζώντα του «Νίκη 4»), με έπιασε από το χέρι και μου είπε ΄λίγο νερό ρε πατρίδα΄. Βρήκαμε κι άλλους νεκρούς που δεν είχαν ούτε γδάρσιμο πάνω τους». Ο ίδιος μετέφερε τη μαρτυρία ότι εντόπισαν τουλάχιστον εφτά νεκρούς, οι σοροί των οποίων ήταν σχεδόν ακέραιες, και τις τοποθέτησαν κάτω από τα κυπαρίσσια…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Η ΘΡΑΚΗ ΜΑΣ ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΙ

Η ΘΡΑΚΗ ΜΑΣ ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΙ