Έναν μήνα μετά την αλλαγή φρουράς στο υπουργείο εθνικής άμυνας, φαίνεται πως κάτι αρχίζει να αλλάζει σε επίπεδο γεωστρατηγικής αντίληψης, σχετικά με τα όρια του ενιαίου Ελληνισμού. Η επίσκεψη Καμμένου στην Κύπρο και οι εκεί δηλώσεις του, σε συνδυασμό με την έντονη προσπάθεια πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας στο υπουργείο άμυνας να ''κλείσουν τρύπες'' στην ελληνική αποτροπή, θυμίζουν σε μια πρώτη ανάγνωση διάθεση επιστροφής της Ελλάδας στην ανατ. Μεσόγειο, ως δύναμης υπεράσπισης ενός ακραιφνούς τμήματος του Ελληνισμού, του κυπριακού Ελληνισμού...
Η όλη επί του θέματος αντίληψη του νέου υπουργού άμυνας -γνωστή η ''αδυναμία'' του Πάνου Καμμένου στην Κύπρο- παραπέμπει σε ανάλογες προσπάθειες των Ανδρέα Παπανδρέου και Γεράσιμου Αρσένη. Μιλάμε φυσικά για το πολύπαθο δόγμα του εναίου αμυντικού χώρου, που με επιμέλεια δολοφόνησαν οι Κώστας Σημίτης και Γιώργος Παπανδρέου στην πορεία.
Κόντρα σε όσους εν Αθήναις αντιμετωπίζουν την Μεγαλόνησο όχι ως ιερά υποχρέωση αλλά ως ενόχληση, η νέα ηγεσία στο υπουργείο άμυνας σαφώς αντιλαμβάνεται την Κύπρο ως το προκεχωρημένο προς ανατολάς φυλάκιο του Έθνους, που προσφέρει με τη δεσπόζουσα θέση της στην ανατολική Μεσόγειο τεράστιο γεωπολιτικό, γεωστρατηγικό, ενεργειακό και εν τέλει εθνικό κεφάλαιο.
Πρώτιστο μέλημα σε μια τέτοια υψηλή στρατηγική, πρέπει να αποτελεί η ενίσχυση της ελληνικής αποτροπής στην ανατολική Μεσόγειο, ώστε να προστατεύει -στο μέτρο του εφικτού- τον εκεί Ελληνισμό. Κάτι που θα ενισχύσει την διαπραγματευτική θέση και τα όπλα της Αθήνας, κατατρίβοντας την τουρκική επιθετικότητα μακριά από το Αιγαίο, αλλά αυξάνοντας και την γεωστρατηγική τρωτότητα της Τουρκίας, την αβεβαιότητά της εάν αναλάβει το ρίσκο ενός νέου Αττίλα.
Οι της άλλης πλευράς (του δόγματος του πηλιογουσισμού…) θα αντιτείνουν πως αυτά ασφαλώς είναι επικίνδυνα παιχνίδια, που βεβαίως δεν θα υποβοηθήσουν μια ενδεχόμενη λύση με διαπραγμάτευση (παρ’ ότι η κοροιδία με τις ''συνομιλίες'' τρέχει για 40 χρόνια), πως έτσι θα δυσαρεστήσουμε τους συμμάχους (κάποιοι εκ των οποίων όμως επιμένουν στην επιλογή: Τουρκία), πως έτσι η Αθήνα θα ριψοκινδυνεύσει ενδεχομένως ακόμη και πόλεμο (εδώ ο Θουκυδίδης θα σήκωνε απλώς τα χέρια). Υπάρχει και ακόμη πιο αφελές επιχείρημα: Πως επιστρέφοντας η Ελλάδα στις θάλασσες του Κίμωνος, και αναλαμβάνοντας τις συμβατικές και ηθικές υποχρεώσεις της έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποδυναμώνει την κρατική οντότητα της Κύπρου. Συμβαίνει όμως ακριβώς το αντίθετο: Με μια ελληνική επιστροφή και εξωτερική πολιτική πολλαπλών συμμαχιών (Ρωσία, Γαλλία, Ισραήλ) ισχυροποιείται το ημικατεχόμενο κυπριακό κράτος, δεν αποδυναμώνεται. Και ο μόνος φυσικός σύμμαχος του κράτους αυτού, είναι το ομοεθνές ελλαδικό. Ανεξαρτήτως ελλειμματικών ηγεσιών και ανεπαρκών πολιτικών.
Η πολιτική του ''ενιαίου'' που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ (αφού ο σημιτικός ''εκσυγχρονισμός'' φρόντισε να θάψει το Δόγμα κάπου στην Κρήτη, με τον ενταφιασμό εκεί των S-300 και ακολούθως τον θλιβερό ερασιτεχνισμό του διδύμου Παπανδρέου-Δρούτσα), μπορεί να συνεχιστεί τώρα, εντός ενός ευρύτερου πλαισίου μιας στοιχειωδώς ανεξάρτητης και πολυπολικής εξωτερικής πολιτικής. Λύσεις για μια τέτοια επανεκκίνηση, παρά την κακή οικονομική κατάσταση της χώρας, υπάρχουν. Λύσεις εκτάκτου χαρακτήρα: Είναι τα αεροδρόμια Καρπάθου και Ρόδου, Καστελλίου Κρήτης, και βεβαίως η απαγορευμένη σήμερα για την ελληνική αεροπορία, βάση ''Ανδρέας Παπανδρέου'' στην Πάφο. Είναι η πρόσκτηση εργαλείων υπεράσπισης της ελλαδικής και κυπριακής ΑΟΖ που θα αποπληρωθούν αργότερα, με ναυπήγηση στην Ελλάδα, όπως οι γαλλικές φρεγάτες FREMM, καθώς και μαχητικά αεροσκάφη από τρίτες χώρες.
Ο Πάνος Καμμένος δεν πρότεινε τυχαία στον Κύπριο ομόλογό του τη δημιουργία μια πρώτης, μικρής αλλά δυναμικής, κυπριακής αεροπορίας. Ο ίδιος απέχει από ψευδοδόγματα του τύπου ''η Κύπρος αποφασίζει – η Ελλάδα συμπαρίσται''. Η Κύπρος χόρτασε αθηναική ''συμπαράσταση'' μισό και πλέον αιώνα, από τότε που στην Αθήνα αρνούνταν και να παραλάβουν έστω τους τόμους του ιστορικού δημοψηφίσματος, όπου το 96% των Ελλήνων της Κύπρου διεκτράνωνε την ακλόνητη πίστη του στην εθνική ολοκλήρωση, μέσα από αυτοδιάθεση και ένωση με την μητροπολιτική Ελλάδα.
Προσοχή: Ανασύσταση του Δόγματος με τις θεωρητικές και επιχειρησιακές προδιαγραφές των μέσων της δεκαετίας του ’90 είναι αντιπαραγωγική. Αυτό διότι η πάροδος δύο δεκαετιών έχει σηματοδοτήσει νέα εποχή στις τεχνολογίες, νέες τάσεις στην στρατιωτική επιστήμη. Το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου στον 21ο αιώνα πρέπει να προσαρμοστεί στο εντελώς καινούριο περιβάλλον ασφάλειας της Μέσης Ανατολής και ανατολικής Μεσογείου, εντάσσοντας στην οργανωτική και επιχειρησιακή του δομή στρατηγικές προστασίας βυθοτεμαχίων και πλατφορμών, αντιτρομοκρατίας, μηχανισμούς έρευνας και διάσωσης. Είναι ακόμα η σχεδίαση και η εκτέλεση κοινών ελλαδοκυπριακών αεροναυτικών ασκήσεων στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Ρόδου και Πάφου. Είναι η συμμετοχή και εμπλοκή στις ασκήσεις αυτές και στρατιωτικών δυνάμεων χωρών όπως η Γαλλία (συμβαίνει ήδη), Ρωσία, Ισραήλ.
Δεν θα ισχυριζόμουν, αιθεροβατώντας, πως αυτή τη στιγμή Ελλάδα και Κύπρος μπορούν να κάνουν πολλά. Αυτό δεν σημαίνει όμως, πως δεν οφείλουν να κάνουν έστω τα ελάχιστα σε μια γραμμή κοινής άμυνας απέναντι σε κοινό επιβουλέα. Ένα σύγχρονο Δόγμα Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας και Κύπρου, μπορεί να ξεκινήσει, με τα απολύτως απαραίτητα. Και στην πορεία, αν κάποτε οικονομικά ορθοποδήσουμε, να αναδειχθεί ως αξιόπιστος παράγοντας ασφάλειας και σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή του περιφερειακού συμπλέγματος ασφάλειας της Μέσης Ανατολής.
Η ισχυρότερη απόδειξη για το πόσο ωφέλιμη εθνικά θα ήταν μια σταδιακή οικοδόμηση Δόγματος Ενιαίου Αμυντικού Χώρου, είναι η ενόχληση της Τουρκίας (και των πατρώνων της…) για το δόγμα αυτό. Ενόχληση που στην δεκαετία του 1990 έφθασε στα όρια της υστερίας και λύσσας…
Η ανάγκη πολλαπλούς και στρατηγικής σύζευξης Ελλάδος και Κύπρου έχει θεμελιώδη σημασία λοιπόν, για την υλοποίηση μιας όντως υψηλής στρατηγικής. Η Πολεμική Αεροπορία και το Πολεμικό Ναυτικό μπορούν και πρέπει να επιχειρούν και πέρα από τη Ρόδο. Η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να ''επιστρέψει'' στην ανατ. Μεσόγειο.
Η ασφάλεια των Ελλήνων της Κύπρου είναι κεντρικό πρόβλημα του όλου ελληνικού λαού, όχι μόνο για λόγους ηθικούς ή εθνικής αλληλεγγύης, αλλά κυρίως γιατί τα δύο κράτη, των οποίων ουδείς αμφισβητεί σήμερα την αυτονομία στις επί μέρους αποφάσεις, είναι στην πραγματικότητα απολύτως αλληλεξαρτώμενα. Αν χαθεί η Κύπρος θα χαθεί και η Ελλάδα, είπε το 1987 ο Ανδρέας Παπανδρέου, λίγα χρόνια πριν ξεκινήσει μαζί με τον Γεράσιμο Αρσένη την οικοδόμηση του δόγματος. Στον Πάνο Καμμένο και την τωρινή κυβέρνηση εναπόθεσε η Ιστορία την ανάλογη συνέχεια…
* Ιστορικός, αμυντικός αναλυτής, πρόεδρος ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α. (www.elkeda.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου