Του Δημήτρη Κουρέτα
Η Ελλάδα από τη στιγμή που έγινε κράτος το 1827 και για περίπου 100 χρόνια ζούσε σχεδόν από ένα προϊόν. Τη σταφίδα. Με αυτή μεγάλωσαν και σπούδασαν σχεδόν τέσσερις γενιές. Η σταφίδα κάλυπτε το 50% των εξαγωγών μας ως χώρα, συνολικά. Δηλαδή αν υποθέσουμε ότι σήμερα που οι εξαγωγές μας είναι 27 δις ευρώ, σαν να έχουμε εξαγωγές σταφίδας 13,5 δις. Ενημερωτικά φέτος κλείσαμε με εξαγωγές σταφίδας 39 εκατ. ευρώ. Λίγο πριν το ’80 στην Ελλάδα το 35% του πληθυσμού ασχολείτο με την αγροτική παραγωγή και παρήγαγε το 12% του ΑΕΠ. Σήμερα τα νούμερα είναι 11% του πληθυσμού και μόλις το 2,9% του ΑΕΠ.
Θα μπορούσε να πει κάποιος, και τι έγινε;
Θα μπορούσε να πει κάποιος, και τι έγινε;
Σημαντική ερώτηση. Το 2000 η χώρα είχε 60 νηματουργεία και παρήγαγε νήμα από βαμβάκι το οποίο το έκανε ρούχα. Σήμερα υπάρχει μόνο ένα νηματουργείο μεγάλο, ο Επίλεκτος στα Φάρσαλα. Το βαμβάκι μας εξάγεται στην Τουρκία κυρίως, παίρνουν οι αγρότες 350 εκατ. ευρώ, γίνεται εκεί νήμα και το εισάγουμε πληρώνοντας 1,5 δις! Και τα ρούχα του Ελληνικού Στρατού φτιάχνονται στα Άδανα της Τουρκίας. Αυτό έγινε. Αυτή τη χώρα φτιάξαμε και καλούμαστε όλοι μας να την αλλάξουμε. Και την καταντήσαμε έτσι με σειρά εγκληματικών πολιτικών για τη ανάπτυξη μετά το 1980.
Η χώρα μας είναι η δεύτερη σε βιοποικιλότητα στον πλανήτη, με αποτέλεσμα οι παραγωγές της να έχουν μεγάλη ιδιαιτερότητα άρα και ποιότητα. Η διεθνοποιημένη αγορά έχει οδηγήσει (όλο και περισσότερο) την πρωτογενή παραγωγή σε μια κατεύθυνση συμπίεσης του κόστους, κυρίως μέσα από πρακτικές μη ασφαλούς παραγωγής και αναζήτησης πρώτων υλών που εξυπηρετούν την μαζική βιομηχανία τροφίμων.
Η Ελλάδα, σαν μια περιοχή πρωτογενούς παραγωγής, δεν μπορεί να ανταγωνιστεί με όρους μαζικής φτηνής, παραγωγής, γιατί το μέγεθος της δεν επιτρέπει την μετάβαση σε τέτοιου είδους εκμεταλλεύσεις. Το πλεονέκτημα της (υπήρξε και οφείλει να συνεχίσει να υπάρχει) ήταν οι μικρές παραγωγές που με κόπο, μεράκι και σεβασμό στον άνθρωπο μπορούσε να αντλήσει από το χώμα της. Η Ελληνική γη και οι άνθρωποι της, απόλυτα συμφιλιωμένοι με το κοινό τους μέλλον, μπορούν να παράγουν καταπληκτικά προϊόντα.
Από τα 27 δισ. ευρώ εξαγωγές της Ελλάδος το 2014, τα 10 δις είναι ορυκτέλαια τα οποία προκύπτουν από το πετρέλαιο που εισάγουμε, 5 δισ. προϊόντα πρωτογενούς παραγωγής από τα οποία 1 δις ψάρια ( είμαστε πρώτοι σε εξαγωγές τσιπούρας και λαβρακιού στον κόσμο), 4 δισ. τρόφιμα, 1 δισ. γενόσημα φάρμακα. Δηλαδή το 35 % των εξαγωγών μας αφορούν την γη. Άρα η απάντηση στην ερώτηση και τι έγινε που η Ελλάδα έχει συρρικνώσει την παραγωγή της, είναι σαν να απεμπολούν οι Άραβες το πετρέλαιο. Μερικοί «έξυπνοι» σύμβουλοι προσπαθούν να πείσουν τους ιθαγενείς ότι θα βγουν από την κρίση με τη δημιουργία start-ups.
Τους λένε όμως τη μισή αλήθεια. Οι νεοφυείς επιχειρήσεις, Ελληνιστί (τον όρο start-up τον άκουσα σε ένα συνέδριο στην Καλαμπάκα το 1995), είναι φυσικά μία διέξοδος. Σε ποιο τομέα όμως; Στην πληροφορική; Η μήπως στην μικροηλεκτρονική; Όχι κύριοι σύμβουλοι επιχειρήσεων. Η σύγχρονη γεωργία μικρών χωρών όπως η Ελλάδα απαιτεί μικρές παραγωγές εξειδικευμένων προϊόντων τα οποία:
1. Είτε θα χρησιμοποιηθούν ως πρώτη ύλη για την παραγωγή καινοτόμων, μοναδικών τροφίμων, ελκυστικών στον καταναλωτή, ικανών να εξαχθούν στην παγκόσμια αγορά
2. Είτε θα εξαχθούν ως έχουν, ως μοναδικά ελληνικά προϊόντα, ύστερα από μία βασική επεξεργασία (όπως καθαρισμός), και κατάλληλα συσκευασμένα με βάση τις διεθνείς προδιαγραφές.
Και στις δύο περιπτώσεις επιτυγχάνεται η παραγωγή τελικού διατροφικού, μοναδικού, ελληνικού προϊόντος το οποίο θα πωληθεί στην διεθνή αγορά ως Greek brand name, με υψηλή προστιθέμενη αξία, και συνεπώς με υψηλή τιμή τέτοια που να εξασφαλίζει τελικά ικανοποιητικό εισόδημα σε όλους τους εμπλεκόμενους στην διαδικασία συμπεριλαμβανομένων και των γεωργών.
Ένα παράδειγμα: Ένα μεγάλο μέρος του Ελληνικού ελαιολάδου έχει τέτοια περιεκτικότητα σε φαινόλες, οι οποίες του επιτρέπουν να έχει ισχυρισμό υγείας ότι προστατεύει από την οξείδωση της χοληστερόλης και βοηθά στην υγεία των αγγείων. Όμως μόνο ελάχιστο μέρος του τυποποιείται έτσι, για να πουλιέται ως φάρμακο σε φαρμακεία και ακριβά καταστήματα στο εξωτερικό. Χαρακτηριστικά ένα τέτοιο ελαιόλαδο με ισχυρισμό υγείας πουλιέται πάνω από 80 ευρώ το κιλό, σήμερα σε πολλά σημεία στην Νέα Υόρκη.
Μια τέτοια παρέμβαση θα σήμαινε έσοδα για τον παραγωγό περίπου 1,5 δις. Δηλαδή 10 φορές περισσότερα από ότι βγάζει τώρα.
* Ο κ. Δημήτρης Κουρέτας είναι Καθηγητής Βιοχημείας-Βιοτεχνολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Πρώην Αναπληρωτής Πρύτανης.
liberal.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου