}

26 Οκτωβρίου, 2014

Οἱ ἄ­μι­σθοι πο­λι­τι­κοὶ τῆς Ἀρ­χαί­ας Ἑλ­λά­δας


Posted by olympiada στο Οκτωβρίου 26, 2014
Οἱ ἄ­μι­σθοι πο­λι­τι­κοὶ τῆς Ἀρ­χαί­ας Ἑλ­λά­δας
Οὐ­δεὶς δη­μό­σιος λει­τουρ­γὸς ἀ­μει­βό­ταν 
Δήμ. I. Λάμ­πρου
(«Ἀ­να­ζή­τη­ση», Ἀ­θῆ­να 1980, σσ. 211-219.)
  Στὰ λε­ξι­κὰ σὰν «ἐ­πάγ­γελ­μα» ὁ­ρί­ζε­ται «ἡ «βι­ο­πο­ρι­στι­κὴ ἐρ­γα­σί­α τι­νός» καὶ σὰν «ἐ­παγ­γελ­μα­τί­ας» ὁ ἀ­σκῶν βι­ο­πο­ρι­στι­κὴν ἐργα­σί­αν». Ἑ­πο­μέ­νως, ὅ­ταν ἀ­σκῶ ἐ­πάγ­γελ­μα, σκο­πός μου εἷ­ναι νὰ ἐ­ξα­σφα­λί­ζω τὰ πρὸς τὸ ζῆν, καὶ κα­τὰ λο­γι­κὴν ἀ­να­γκαι­ό­τη­τα ἡ ψυ­χο­λο­γι­κὴ ἀ­φε­τη­ρί­α καὶ τὸ λο­γι­κὸ κί­νη­τρό μου ὡς ἐ­παγ­γελ­μα­τί­α εἶ­ναι τὸ ἀ­το­μι­κὸ καὶ οἰ­κο­γε­νει­α­κό μου συμ­φέ­ρον. Δὲν νο­εῖ­ται ἐ­παγ­γελ­μα­τί­ας ποὺ σκο­πεύ­ει στὴν ἱ­κα­νο­ποί­η­ση τοῦ ἀ­το­μι­κοῦ ἢ οἰ­κο­γε­νει­α­κοῦ συμ­φέ­ρο­ντος ἄλ­λου ἀ­τό­μου. 
Τὸ συμ­φέ­ρον τοῦ δευ­τέ­ρου ἀ­τό­μου ἱ­κα­νο­ποι­εῖ­ται ἀ­πὸ τὴν ἄ­σκη­ση ἐ­παγ­γέλ­μα­τος ἐκ μέ­ρους αὐ­τοῦ τοῦ ἰδί­ου καὶ ὄ­χι ἐκ μέ­ρους τὸν πρώ­του.
Ἐκ δι­α­μέ­τρου ἀ­ντί­θε­τα πρὸς τὴν ἀ­φε­τη­ρί­α, τὰ κί­νη­τρα καὶ τοὺς σκο­ποὺς τοῦ ἐ­παγ­γέλ­μα­τος καὶ τοῦ ἐ­παγ­γελ­μα­τί­α εἶ­ναι ἡ ἀ­φε­τη­ρί­α, τὰ κί­νη­τρα καὶ οἱ σκο­ποὶ τοῦ λει­τουρ­γή­μα­τος καὶ τοῦ λει­τουρ­γοῦ. Ἐ­νῷ τὸ ἐ­πάγ­γελ­μα ἀ­φο­ρᾷ στὸ ἄ­το­μο καὶ στὴν ἰ­κα­νο­ποί­η­ση τοῦ ἀ­το­μι­κοῦ συμ­φέ­ρο­ντος, τὸ λει­τούρ­γη­μα εἶ­ναι ἔν­νοι­α ἀ­πα­ραί­τη­τα συ­ναρ­τη­μέ­νη πρὸς τὶς ἔν­νοι­ες τοῦ συ­νό­λου καὶ τοῦ γε­νι­κοῦ συμ­φέ­ρο­ντος. Καὶ ἂν o ἐ­παγ­γελ­μα­τί­ας ξε­κι­νὰ ἀ­πὸ τὴν ἀ­φε­τη­ρί­α τοῦ λαμ­βά­νειν, ὁ λει­τουρ­γὸς ξε­κι­νᾷ ἀ­πὸ τὴν ἀ­φε­τη­ρί­α τοῦ προ-σφέ­ρειν. Στὴν ἑλ­λη­νι­κὴ γλῶσσα λει­τούρ­γη­μα (ἄρχ. «λει­τουρ­γί­α») ση­μαί­νει «ἐν τῇ εὐ­ρεῖ­ᾳ ἔν­νοι­ᾳ πᾶ­σαν πα­ρο­χήν, ὑ­πη­ρε­σί­αν, δα­πά­νην, προ­σφε­ρο­μέ­νην ἀ­πὸ τὸ ἄ­το­μον πρὸς τὴν Πό-λι­τεί­αν» καὶ λει­τουρ­γὸς ση­μαί­νει ὁ πα­ρέ­χων, προ­σφέ­ρων, ὑ­πη­ρε­τῶν, δα­πα­νῶν δι­ὰ τὴν Πο­λι­τεί­αν» αὐ­τὰ ποὺ σὰν ἄ­το­μο κα­τέ­χει ὁ ἴδι­ος (ἀ­γα­θά, χρή­μα­τα, ὑ­πη­ρε­σί­α, γνώ­σεις κ.λπ.­). Ὅ­ταν ἀ­σκῶ λει­τούρ­γη­μα, σκο­πός μου δὲν εἶ­ναι νὰ ἐ­ξα­σφα­λί­σω τὰ πρὸς τὸ ζῆν ἐ­μοῦ καὶ τῆς οἰ­κο­γε­νεί­ας μου (ὅ­πως συμ­βαί­νει ὅ­ταν ἀ­σκῶ ἐ­πάγ­γελ­μα), ἀλ­λά νὰ πα­ρα­χω­ρή­σω πρὸς τὸ σύ­νο­λο, τὴν Πο­λι­τεί­α ὅ,τι χρει­ά­ζε­ται γι­ὰ τὴ δι­κή της ἐ­πι­βί­ω­ση («δι­δό­ναι τοῖς πολ­λοῖς τὰ ἐμά»­). Τὸ ἀ­το­μι­κὸ συμ­φέ­ρον ὄ­χι μό­νο δὲν συμ­βι­βά­ζε­ται μὲ τὸ λει­τούρ­γη­μα, ἀλ­λά καὶ συ­γκρού­ε­ται πρὸς αὐ­τό, δε­δο­μέ­νου ὅ­τι ἀπὸ τὴ σκο­πι­ὰ τοῦ ἀ­τό­μου ἡ προ­σφο­ρά, πα­ρο­χή, δα­πά­νη κ.λπ. πρὸς τὴν Πο­λι­τεί­α ἀ­πο­τε­λεῖ μεί­ω­ση, ζη­μί­α τῶν προ­σω­πι­κῶν καὶ οἰ­κο­γε­νει­α­κῶν ἀ­γα­θῶν, δυ­να­μι­κοῦ κ.λπ.
Τo ἀ­συμ­βί­βα­στο με­τα­ξὺ τοῦ ἐ­παγ­γέλ­μα­τος καὶ τοῦ λει­τουρ­γή­μα­τος ἐ­φαρ­μό­σθη­κε ἂ­π’ ὅ­λες τὶς Πο­λι­τεῖ­ες ποὺ ἀ­πο­τέ­λε­σαν κα­τα­στά­σεις Ἀρ­χής καὶ ὄ­χι ἐ­ξου­σί­ας. Δὲν ἔ­χου­με λό­γους νὰ ἀ­να­φερ­θοῦ­με σὲ πε­ρι­πτώ­σεις ἄλ­λων ἐ­θνῶν, ἀφοῦϋ στὰ πο­λι­τι­κο­κοι­νω­νι­κὰ πρό­τυ­πα ποὺ συ­νέ­λα­βε καὶ ὑ­λο­ποί­η­σε τὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἔ­θνος στὶς ἐ­λεύ­θε­ρες φά­σεις τῆς ἱ­στο­ρί­ας του -μὲ ἐ­ξαί­ρε­ση τὶς πε­ρι­ό­δους κα­τα­πτώ­σε­ως ἢ τὶς πε­ρι­ό­δους ἔ­ντο­νης πα­ρου­σί­ας ξέ­νων ἐ­πι­δρά­σε­ων, ὅ­πως ἦ­ταν οἱ ἐ­πο­χὲς τοῦ Βυ­ζα­ντί­ου καὶ τοῦ ση­με­ρι­νοῦ Νε­ο­ελ­λη­νι­κοῦ Κρά­τους-, ἡ ταύ­τι­ση τῆς ἰ­δι­ό­τη­τας τοῦ ἐ­παγ­γελ­μα­τί­α μὲ τὴν ἰ­δι­ό­τη­τα τοῦ δη­μό­σι­ου λει­τουρ­γοῦ ἦ­ταν ἀ­δι­α­νό­η­τη σὰν σύλ­λη­ψη καὶ ἀ­πα­ρά­δε­κτη σὰν πο­λι­τι­κὴ πρα­κτι­κή. Στὴν πε­ρί­ο­δο ἀ­κμῆς ὅ­λων τῶν πό­λε­ων-κρα­τῶν τῆς ἀρ­χαί­ας Ἑλ­λά­δας οἱ πο­λι­τι­κοὶ ἄρ­χο­ντες, οἱ δι­κα­στές, οἱ δι­πλω­μα­τι­κοὶ ἀ­πε­σταλ­μέ­νοι καὶ οἱ «πρέ­σβεις», οἱ στρα­τι­ω­τι­κοὶ ἡ­γή­το­ρες καὶ γε­νι­κὰ ὅ­λα τὰ ἄ­το­μα ποὺ εἶ­ναι τε­ταγ­μέ­να στὴν ὑ­πη­ρε­σί­α τοῦ συ­νό­λου καὶ τῆς Πο­λι­τεί­ας δὲν ἀ­πο­ζοῦϋν ἀ­πὸ τὸ λει­τούρ­γη­μα ποὺ ἀ­σκοῦν, εἶ­ναι ἄ­μι­σθοι.
Ὁ θε­σμὸς τοῦ ἄ­μι­σθου μή-ἐ­παγ­γελ­μα­τί­α ὑ­πη­ρέ­τη τοῦ συ­νό­λου δὲν ἄ­φω­ροῦ­σε μό­νο στοὺς ἀ­να­λαμ­βά­νο­ντες δη­μό­σι­α ἀ­ξι­ώ­μα­τα, ἀλ­λά σὲ πολ­λὲς πε­ρι­πτώ­σεις ἐ­πε­κτει­νό­ταν καὶ σὲ οἱ­ο­δή­πο­τε ἁ­πλὸ πο­λί­τη ποὺ προ­σέ­φε­ρε οἱ­α­δή­πο­τε ὑ­πη­ρε­σί­α στὴν Πο­λι­τεί­α: οἱ στρα­τι­ῶ­τες, οἱ πο­λῖ­τες-δι­κα­στές, οἱ ἀ­στυ­νο­μι­κοί, οἱ «ὑ­πάλ­λη­λοι» δη­μο­σί­ων λει­τουρ­γι­ῶν, οἱ κα­τα­σκευ­α­στὲς δη­μο­σί­ων, κοι­νο­τι­κῶν καὶ κοι­νω­φε­λῶν ἔρ­γων δὲν ἔ­παιρ­ναν κα­νε­νὸς εἴ­δους ἀ­μοι­βή. Τὸ πο­λύ-πο­λὺ νὰ κα­τα­βάλ­λο­νταν σ’ αὐ­τοὺς ἔ­ξο­δα ποὺ εἶ­χαν κά­νει (π.χ. τα­ξι­δι­οῦ). Στὴν Ἀ­θη­να­ϊ­κή Πο­λι­τεί­α μά­λι­στα λει­τουρ­γοὶ κα­τ’ ἐ­ξο­χὴν ἦ­σαν οἱ ἰ­δι­ῶ­τες πο­λῖ­τες, ποὺ ἀ­νε­λάμ­βα­ναν μὲ δι­κά τους χρή­μα­τα τὴν κά­λυ­ψη δη­μο­σί­ων δα­πα­νῶν, ὅπως ἡ συ­ντή­ρη­ση πο­λε­μι­κῶν πλοί­ων, τὸ ἀ­νέ­βα­σμα θε­α­τρι­κῶν ἔρ­γων, ἡ ὀρ­γά­νω­ση ἀ­γώ­νων («τρι­η­ραρ­χί­α», «χο­ρη­γί­α» κ.λπ.­). ­Ἀ­πὸ τὸ πρῶ­το μέ­χρι τὸ τε­λευ­ταῖ­ο μέ­λος τῆς Πο­λι­τεί­ας κα­νεὶς δὲν ἀ­ποζοῦϋ­σε ἀ­πὸ τὴν ἴδι­α τὴν Πο­λι­τεί­α. Τὸ Δη­μό­σι­ο Τα­μεῖ­ο ὑ­πῆρ­χε γι­ὰ νὰ κα­λύ­πτῃ δα­πά­νες ἄ­σχε­τες πρὸς τὴ μι­σθο­δο­σί­α: ἀ­γο­ρὰ ὑλι­κοῦ, ἐ­ξο­πλι­σμός, κα­τα­σκευ­ὴ στό­λου, παι­δεί­α, κον­δύ­λι­α καὶ δα­πά­νες (ὄ­χι μι­σθοί) γι­ὰ τὴν ἐ­ξω­τε­ρι­κὴ πο­λι­τι­κή. Δη­μό­σι­ο τα­μεῖ­ο ποὺ με­τα­βάλ­λε­ται σὲ «κορ­βα­νά» (ἀ­πὸ τὴν ἐ­βραίι­κη λέ­ξη k­o­r­v­an), δη­λα­δὴ σὲ χρη­μα­το­φυ­λά­κι­ο τῆς Ἱ­ε­ρου­σα­λήμ, ἀ­πὸ τὸ ὅ­ποι­ο ἀ­πο­μυ­ζοῦν μη­νι­ά­τι­κα, με­ρο­κά­μα­τα καὶ ἀ­πο­ζη­μι­ώ­σεις οἱ πά­σης κα­τη­γο­ρί­ας μι­σθο­φό­ροι, ὑ­πῆρ­ξεν ἔν­νοι­α ποὺ συ­νέ­λα­βε τὸ ἑ­βρα­ϊ­κὸ πνεῦ­μα, εἶ­ναι θε­σμὸς ἐ­ντε­λῶς ξέ­νος πρὸς τὴν ἑλ­λη­νι­κὴ πο­λι­τι­κὴ ἀ­ντί­λη­ψη.
Γι­ὰ ν’ ἀ­πο­φυ­γὴ τὸν ἀ­πο­κλει­σμὸ ἀ­πὸ τὰ δη­μό­σι­α λει­τουρ­γή­μα­τα τῶν ἀ­ξί­ων καὶ ἱ­κα­νῶν πο­λι­τῶν ποὺ δὲν εἶ­χαν πε­ρι­ου­σί­α ἢ εἰ­σο­δήμα­τα -καὶ ἑ­πο­μέ­νως οἱ ὑ­πο­χρε­ώ­σεις τους ἐκ τῆς ἀ­να­λή­ψε­ως δη­μο­σῖ­ων κα­θη­κό­ντων καὶ ἀ­πο­στο­λῶν θὰ τοὺς ἀ­φαι­ροῦ­σαν τὴ δυ­να­τό­τη­τα νὰ ἀ­σκοῦν τὸ ἐ­πάγ­γελ­μά τους γι­ὰ νὰ ζή­σουν-, ἡ ἑλ­λη­νι­κὴ πο­λι­τι­κὴ σκέ­ψη συ­νέ­λα­βε τὴν ἰ­δέ­α τῆς ἄ­με­σης κα­λύ­ψε­ως ἀ­πὸ τὴν Πο­λι­τεί­α τῶν βι­ο­τι­κῶν ἀ­να­γκῶν τῶν πτω­χῶν λει­τουρ­γῶν της. Ἡ ἰ­δέ­α αὐ­τὴ ὑ­λο­ποι­ή­θη­κε μὲ λα­μπροὺς θε­σμούς, ὅ­πως ἡ «ἐν πρυ­τα­νεί­ῳ αἴ­τη­σις» τῆς ­Ἀ­θη­να­ϊ­κῆς Δη­μο­κρα­τί­ας-ἐ­πὶ πρό­σκαι­ρου ἢ μο­νί­μου βά­σε­ως (ἀεί­σι­τοι)- δη­μο­σί­ων ἄν­δρων ποὺ προ­σφέ­ρουν πολ­λὰ στὴν Πο­λι­τεί­α, τὰ «συσ­σί­τι­α» τῶν στρα­τι­ω­τικῶν στὴ Σπάρ­τη, τὸ «Λή­ι­ον» τῆς Αἰ­τω­λι­κῆς Συ­μπο­λι­τεί­ας κ.λπ.
Στὸ ση­μεῖ­ο αὐ­τὸ θὰ πρέ­πει νὰ κά­νου­με μί­α δι­πλὴ ἱ­στο­ρι­κὴ πα­ρα­τή­ρη­ση πο­λὺ με­γά­λης πρα­κτι­κῆς καὶ πο­λι­τι­κῆς ση­μα­σί­ας.
Οἱ θε­σμοὶ τῶν ἀ­μί­σθων λει­τουρ­γῶν, ἐν ὅσῳ ἴ­σχυ­αν, ὡδηγοῦσαν, ὅπως εἴπαμε, στὴν ρα­γδαί­α ἄ­νο­δο τῶν πο­λι­τι­κῶν ὀρ­γα­νι­σμῶν ποὺ τοὺς ἐ­φάρ­μο­ζαν. Ἔ­τσι π.χ. τῆς πε­ρι­ό­δου με­γί­στης ἀ­κμῆς καὶ ἰ­σχῦ­ος τῆς Ἀ­θη­να­ϊ­κής Πο­λι­τεί­ας (χρυ­σοῦς «αἰ­ών» τοῦ Πε­ρι­κλέ­ους) προ­η­γή­θη­κε ἡ πε­ρί­ο­δος τῆς ἀ­νο­δι­κῆς πο­ρεί­ας, κα­τὰ τὴν ὁποί­α ἡ ἀ­μι­σθί­α ὅ­λων τῶν λει­τουρ­γῶν ἦ­ταν κα­νό­νας χω­ρὶς ἐ­ξαί­ρε­ση.
Ἡ «ἐ­κμί­σθω­ση» τῶν λει­τουρ­γῶν ὕ­πηρ­ξεν ἀ­παρ­χὴ πα­ρα­κμῆς καὶ κα­τα­πτώ­σε­ως. Ἔ­τσι, ἂ­φ’ ὅ­του ὁ Πε­ρι­κλῆς κα­θι­έ­ρω­σε τὴ χρη­μα­τι­κὴ ἀ­πο­ζη­μί­ω­ση ἑ­νὸς ἡ­με­ρο­μι­σθί­ου, ἔ­στω μὲ τὸ ἀ­σή­μα­ντο πο­σὸ τοῦ ἑ­νὸς ὀ­βο­λο­ῦ (= ἑ­νὸς ἕ­κτου της δραχ­μῆς), γι­ὰ τοὺς δι­κα­στὲς καὶ ὡ­ρι­σμέ­νους ἄλ­λους λει­τουρ­γούς, ἀρ­χί­ζει ἡ δι­α­φθο­ρά, ἡ ἀ­πο­σύν­θε­ση καὶ ἡ κα­τι­οῦ­σα πο­ρεί­α τῶν Ἀ­θη­νῶν, ἡ ἧτ­τα καὶ ἡ ὑ­πο­τα­γή.1
Ὁ Ἑλ­λη­νι­σμός, με­τα­ξὺ τῶν ἄλ­λων, εἶ­χε κα­θι­ε­ρώ­σει καὶ σὰν ἀρ­χὴ τῆς ἀ­μυ­ντι­κῆς πρα­κτι­κῆ ς του τὴ συ­νο­λι­κὴ εὐ­θύ­νη γι­ὰ τὴν ἄ­μυ­να. Ὅ­λα τὰ μέ­λη τοῦ συ­νό­λου συμμε­τέ­χουν στὴν προ­ε­τοι­μα­σί­α καὶ τὴ δι­ε­ξα­γω­γὴ τῆς ἄ­μυ­νας, ὑ­πεύ­θυ­να καὶ ἐ­πὶ ἴσοις ὀ­ροις (μὲ ἐ­ξαί­ρε­ση τῶν ἀ­κα­ταλ­λή­λων λό­γω ἀ­ντι­κει­με­νι­κῆς ἀ­δυ­να­μί­ας, δη­λα­δὴ τῶν παι­δι­ῶν, γε­ρό­ντων, ἀ­σθε­νῶν καὶ γυ­ναι­κῶν). Σ’ ὅλες τὶς πό­λεις-κρά­τη τῆς προ­κλα­σι­κῆς, κλα­σι­κῆς καὶ με­τα­κλα­σι­κῆς Ἑλ­λά­δας ἡ ἰ­δι­ό­τη­τα τοῦ ἐ­λεύ­θε­ρου πο­λί­τη ταυ­τί­ζε­ται μὲ τὴν ἰ­δι­ό­τη­τα τοῦ στρα­τι­ώ­τη (ἡ­γή­το­ρος ἢ ὁ­πλί­τη). Οἱ ἱ­κα­νοὶ πο­λῖ­τες τῆς Σπάρ­της συ­να­πο­τε­λο­ϋ­σαν αὐ­τὸ τοῦ­το τὸ σπαρ­τι­α­τι­κὸ στρά­τευ­μα, ὅ­πως καὶ οἱ πο­λῖ­τες τῆς Ἀ­θη­να­ϊ­κής Δη­μο­κρα­τί­ας, τῶν Θη­βῶν κ.λπ.
Δὲν ὑ­πῆρ­χε δι­ά­κρι­ση με­τα­ξὺ στρα­τι­ω­τι­κοῦ καὶ ἰ­δι­ώ­τη, δὲν ὑ­πῆρ­χε λέ­ξη ἰ­δι­ώ­της μὲ τὴ ση­με­ρι­νὴ ἔν­νοι­α, ὅπως δὲν ὑ­πῆρ­χε καὶ λέ­ξη στρα­τι­ω­τι­κὸς μὲ τὴ ση­με­ρι­νὴ ἔν­νοι­α (τοῦ ἐ­παγ­γελ­μα­τί­α). Ὅ­λοι οἱ πο­λῖ­τες ἦ­σαν ὁ­πλῖ­τες καὶ ἀ­φ’ ἑ­τέ­ρου ὅ­λοι οἱ ὁ­πλῖ­τες ἦ­σαν πο­λί­τες, δε­δο­μέ­νου ὅ­τι κα­νεὶς δὲν ἀ­πο­ζο­ϋῦσεν ἀ­πὸ πό­ρους ποὺ ἐ­ξα­σφά­λι­ζε ἀ­πὸ τὸ «στρα­τι­ω­τι­κὸ ἐ­πάγ­γελ­μα». Τὸ τε­λευ­ταῖ­ο τοῦ­το εἰ­σή­χθη στὸν ἑλ­λη­νι­κὸ χῶ­ρο γι­ὰ πρώ­τη φο­ρά ἀ­πό τη Ρώ­μη καὶ ἴ­σχυ­σε στὴ Βυ­ζα­ντι­νὴ Αὐ­το­κρα­το­ρί­α, ποὺ κα­θι­έ­ρω­σε τὸν θε­σμὸ τοῦ ἐμ­μί­σθου ἐ­παγ­γελ­μα­τι­κοῦ στρα­τοῦ, ἐ­φ’ ὅ­σον o θε­σμὸς τοῦ πο­λί­τη-στρα­τι­ω­τι­κοῦ ἦ­ταν ἀ­δύ­να­το, λό­γω τῆς ἐ­θνι­κῆς ἀ­νο­μοι­ο­γέ­νει­ας τῶν ὑ­πη­κό­ων της, νὰ ἐ­φαρ­μο­σθῇ.2
Ὅ­πως ἐ­πι­ση­μαί­νε­ται, ἡ κα­θι­έ­ρω­ση ἀ­πο­ζη­μι­ώ­σε­ων σὲ λει­τουρ­γούς της Ἀ­θη­να­ϊ­κής Δη­μο­κρα­τί­ας -στὶς ἄλ­λες πό­λεις-κρά­τη τῆς κλα­σι­κῆς Ἑλ­λά­δας πο­τὲ δὲν κα­θι­ε­ρώ­θη­κε τέ­τοι­ος θε­σμός- κα­τα­κρί­θη­κε μὲ με­γά­λη δρι­μύ­τη­τα ἀ­πό τους ἱ­στο­ρι­κούς, «μὲ τὸ ἐ­πι­χεί­ρη­μα πὼς ἦ­ταν δι­α­φθο­ρὰ τοῦ λα­οῦ».
«Στὴν Ἀ­θή­να δὲν ὑ­πῆρ­χαν δι­κα­στὲς ἐξ ἐ­παγ­γέλ­μα­τος· κά­θε πο­λί­της ἡ­λι­κί­ας ἄ­νω τῶν τρι­ά­ντα ἐ­τῶν, ποὺ νὰ μὴ χρε­ώ­στη στὸ δη­μό­σι­ο καὶ νὰ μὴν ἔ­χῃ στε­ρη­θῆ τῶν πο­λι­τι­κῶν του δι­και­ω­μά­των, μπο­ροῦ­σε νὰ γί­νῃ δι­κα­στής, φθά­νει νὰ εἶ­χε ἐγ­γρα­φῇ στὸν κα­τά­λο­γο.4  Στὴν ἀρ­χὴν ἑ­κά­στου ἔ­τους δη­λα­δή, ἀ­πὸ τοὺς εἴ­κο­σι πε­ρί­που χι­λι­ά­δες Ἀ­θη­ναί­ους πο­λῖ­τες κα­ταρ­τι­ζό­ταν δι­ὰ κλή­ρου ἕ­νας πί­να­κας ἕ­ξη χι­λι­ά­δων δι­κα­στῶν, χω­ρὶς δι­ά­κρι­ση τά­ξε­ως ἢ πε­ρι­ου­σί­ας. Οἱ δι­κα­στὲς αὐ­τοὶ κα­τα­νέ­μο­νταν σὲ δέ­κα δι­κα­στή­ρι­α, τὸ κυ­ρι­ώ­τε­ρο τῶν ὁ­ποί­ων ἦ­ταν ἡ Ἠ­λι­αί­α. Πρὶν ἀ­πὸ κά­θε συ­νε­δρί­α­ση κλη­ρώ­νο­νταν τὰ ὀ­νό­μα­τα ἐ­κεί­νων ποὺ θὰ συ­νε­δρί­α­ζαν σὲ κά­θε δι­κα­στή­ρι­ο· ὁ ἀ­ριθ­μὸς τους ἐ­ποί­κιλ­λε ἀ­να­λό­γως τῆς σο­βα­ρό­τη­τος τῆς ὑ­πο­θέ­σε­ως: δι­α­κό­σι­οι ἕ­νας, πε­ντα­κό­σι­οι ἕ­νας, χί­λι­οι ἕ­νας, κά­πο­τε μά­λι­στα καὶ πε­ρισ­σό­τε­ροι.
»Οἱ δι­κα­στὲς συ­νε­δρί­α­ζαν ἀ­μι­σθί. Ὁ Πε­ρι­κλῆς ἀρ­γό­τε­ρα ἔ­θε­σπι­σε νὰ τοὺς δί­δε­ται ὡς ἀ­μοι­βή, ὑ­πὸ τύ­πον ἀ­πο­ζη­μι­ώ­σε­ως, ἕ­νας ὀ­βο­λός κα­τὰ συ­νε­δρί­αν, ὁ δι­κα­στι­κὸς, ἠλι­αστι­κός μι­σθός. Ἡ κα­θι­έ­ρω­ση αὐ­τῆς τῆς πλη­ρω­μῆς τῶν δι­κα­στῶν εἶ­χε δυ­ὸ συ­νέ­πει­ες: »Πρῶ­τον, οἱ πλού­σι­οι καὶ οἱ εὐ­κα­τά­στα­τοι πο­λῖ­τες πε­ρι­φρο­νοῦ­σαν ἢ πα­ρα­με­λοῦ­σαν λει­τουρ­γή­μα­τα μὲ τό­σο γλί­σχρες ἀ­μοι­βές, ἐ­νῷ οἱ ἄ­νερ­γοι καὶ οἱ ὀ­κνη­ροὶ εὕ­ρι­σκαν σ’ αὐ­τὰ ἕ­να μέ­σον βι­ο­πο­ρι­σμοῦ. Πρὶν ἀ­πὸ κά­θε συ­νε­δρί­α­ση συ­νω­θο­ῦ­ντο μπρὸς στὶς θύ­ρες τῶν δι­κα­στη­ρί­ων, μὲ τὴν ἐλ­πί­δα πὼς θὰ κλη­ρω­θοῦν καὶ θ’ ἀ­πο­κτή­σουν τὸ πο­λύ­τι­μο δι­ά­ση­μό του δι­κα­στι­κοῦ ἀ­ξι­ώ­μα­τος.
»Δεύ­τε­ρον, τὰ δι­κα­στή­ρι­α πε­ρι­έ­πε­σαν ὑ­πὸ τὴν ἐ­πί­δρα­ση τῶν δη­μα­γω­γῶν, ἰ­δί­ως ἂ­φ’ ὅ­του o Κλέ­ων (τὸ 425 ἢ 424), γι­ὰ νὰ κα­τα­στῇ δη­μο­φι­λής, ὕ­ψω­σε τὸν δι­κα­στι­κὸ μι­σθὸ σὲ τρε­ῖς ὀβο­λούς. Τὸ τρι­ώ­βο­λο ἔ­θε­σε στὰ χέ­ρι­α τῶν φτω­χῶν μί­α ση­μα­ντι­κὴ καὶ ἐ­πι­κίν­δυ­νη ἐ­ξου­σί­α. Κα­θο­δη­γού­με­νοι ὄ­χι ἀ­πό τὴ φρο­ντί­δα τῆς ἀ­πο­δό­σε­ως τῆς δι­και­ο­σύ­νης, ἄλ­λα μό­νον ἀ­πὸ τὸ προ­σω­πι­κὸ τους συμ­φέ­ρον, καὶ προ­σπα­θώ­ντας νὰ ἐ­ξα­σφα­λί­σουν τὴ ζω­ὴ τοὺς ἀ­πο­κλει­στι­κὰ καὶ μό­νον ἀ­πὸ τὴν ἐ­νά­σκη­ση τοῦ λει­τουρ­γή­μα­τος αὐ­τοῦ, τί­πο­τα’ ἄλ­λο δὲν εἶ­χαν στὸν νοῦ τοὺς πα­ρὰ πὼς θὰ εἶ­χαν συ­χνό­τε­ρα τὴν εὐ­και­ρί­α νὰ δι­κά­σουν. Τὶς δι­α­θέ­σεις αὐ­τὲς ἐ­φρό­ντι­ζαν νὰ ὑ­πο­θάλ­πουν οἱ δη­μα­γω­γοί, πολ­λα­πλα­σι­ά­ζο­ντας τὶς κα­τη­γο­ρί­ες καὶ τὶς δί­κες ἐ­να­ντί­ον τῶν πο­λι­τι­κῶν τοὺς ἀ­ντι­πά­λων καὶ ἐ­κεί­νων τῶν ὁποί­ων ἐπω­φθαλμι­οῦ­σαν τὰ πλού­τη. Ἔ­τσι ἐ­βα­σί­λευ­σαν οἱ κα­τα­δό­τες κι οἱ συ­κο­φά­ντες. »Ὁ πρω­ταί­τι­ος τῆς κα­τα­στά­σε­ως αὐ­τῆς ἦ­ταν o Κλέ­ων. Φι­λο­χρή­μα­τος καὶ συ­κο­φά­ντης ὅ­πως ἦ­ταν, εἶ­χε σκορ­πί­σει τὴ δι­χό­νοι­α στὴν πό­λη. Κο­λα­κεύ­ο­ντας τὸν λα­ὸ γι­ὰ νὰ τὸν ἔ­χῃ εὐ­κο­λώ­τε­ρα ὑ­πο­χεί­ρι­όν του, εἶ­χε δη­μι­ουρ­γή­σει, μὲ τὴν κα­θι­έ­ρω­ση τοῦ τρι­ω­βό­λου, μί­α ἀ­ξι­ο­θρή­νη­τη νο­ο­τρο­πί­α, κα­θι­στώ­ντας τοὺς δι­κα­στὲς κα­κοὺς καὶ συμ­φε­ρο­ντο­λό­γους».5
Ἡ με­τα­τρο­πὴ τῶν λει­τουρ­γῶν σὲ ἔμ­μι­σθους ὑ­παλ­λή­λους, ἀ­πο­ζῶ­ντες ἀ­πὸ τὸ λει­τούργημα ποὺ ἀ­σκο­ῦν, προ­κα­λεῖ μέ­σῳ μί­ας αὐ­τό­μα­τα λει­τουρ­γού­σης ἐ­ξε­λί­ξε­ως τὶς ἀ­κό­λου­θες συ­νέ­πει­ες:

Πρῶ­τον

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Η ΘΡΑΚΗ ΜΑΣ ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΙ

Η ΘΡΑΚΗ ΜΑΣ ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΙ