Ο Ιωάννης Βαρβάκης ήταν εθνικός ευεργέτης από τα Ψαρά. Ο Βαρβάκης γεννήθηκε στα Ψαρά στις 24 Ιουνίου 1745, ή 1750 και ήταν γιος του Ανδρέα Λεοντή (Λεοντίδη) και της Μαρώς Μόρου. Πέθανε στις 10 Ιανουαρίου 1825.
Η ιστορία του ανθρώπου που πλούτισε από το εμπόριο χαβιαριού σε ολόκληρη την Ευρώπη, του ανθρώπου που δρούσε ως πειρατής στις θάλασσες του Αιγαίου, είναι αναμφισβήτητα συναρπαστική. Ποιος λοιπόν ήταν ο πραγματικός Βαρβάκης, ο άνθρωπος που κατάφερε ολόκληρη Ρωσία να πίνει νερό στο όνομα του;
Σ’ενα μικρό νησί δίπλα από τη Χίο, γεννήθηκε ο γιος του Ανδρέα Λεοντίδη και της Μαρίας Μάρου, Ιωάννης Λεοντής. Η ημερομηνία γέννησής του δεν είναι πλήρως εξακριβωμένη αλλά οι ιστορικοί θέτουν ως πιθανότερη την 24η Ιουνίου 1745. «Στο νησί που ονομάζεται Ψαρά -γράφουν οι ιστορικές πηγές- κατοικεί ένα είδος γερακιού ονόματι Ιέραξ ο οξύπτερος. Οι κάτοικοι όμως αποκαλούν το αρπακτικό πουλί βαρβάκι.
Όταν ο Ιωάννης ήταν μικρός, οι φίλοι του συνηθίζουν να τον αποκαλούν έτσι εξαιτίας των μεγάλων ματιών του και της ορμητικότητας του χαρακτήρα του. Φαίνεται πως αυτό το παρατσούκλι του άρεσε πολύ και έτσι από Λεοντής μετατράπηκε σε Ιωάνης Βαρβάκης.
Ένας πειρατής γεννιέται
Σαν αυθεντικός νησιώτης της εποχής, σε ηλικία των 15 ετών ξεκινάει η ασχολία του με τη ναυτική ζωή ως ακόλουθος στον καράβι του πατέρα του. Έπειτα από δύο χρόνια αποκτά τη δική του γαλιότα την οποία ονομάζει «Άγιος Ανδρέας». Αρχικά ασχολείται με το εμπόριο όμως έπειτα αρχίζει η δράση του ως πειρατής, κουρσεύοντας τούρκικα πλοία μαζί με τον αδερφό του Γεώργιο. Το πλοίο του διέθετε πυροβόλα και το πλήρωμα ήταν εξοπλισμένο με πολεμοφόδια.
Την περίοδο του ρωσοτουρκικού πολέμου και με τη βοήθεια των Ρωσων, ξεκινάει η εξέγερσή των Ελλήνων της Πελοποννήσου, των νησιών του Αιγαίου και των δυτικών ακτών της Μικράς Ασίας. Η επιχείρηση αυτή έμεινε γνωστή ως Ορλωφικά.
Ο Ιωάννης Βαρβάκης με την παρότρυνση του πατέρα του ξοδεύει όλη του την περιουσία για να μετατρέψει τη γαλιότα σε πολεμικό πλοίο με 29 κανόνια. Εντάσσει το πλοίο του στη ρώσικη δύναμη μετά από συνάντησή του με τον αντιναύαρχο Αλέξιο Ορλώφ για να πέσει στη μάχη εναντίον των Τούρκων.
Τη νύχτα της 26ης Ιουνίου 1770 ο Βαρβάκης με τον τίτλο του υποπλοίαρχου του ρώσικου ναυτικού, παίζει καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της ναυμαχίας του Τσεσμέ. Εκεί αναδεικνύεται ήρωας, μιας και δέ διστάζει να κάψει το πλοίο του προκειμένου να επιτύχει την καταστροφή της τούρκικης αρμάδας.
Το Ταξίδι στη Ρωσία και το χαβιάρι
Μετά τη λήξη του Τρίτου Ρωσσοτουρκικού πολέμου (1768-1774) και την υπογραφή της Συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή ο Βαρβάκης επέστρεψε στα Ψαρά,και συνέχισε την εμπορική και πειρατική του δραστηριότητα. Όντας επικηρυγμένος από τους Οθωμανούς έβαλε πλώρη για την Κωνσταντινούπολη, χωρίς να υπολογίζει το πόσο εχθρικό ήταν το περιβάλλον εκεί για αυτόν.
Το πλοίο του κατασχέθηκε, ο ίδιος βρέθηκε μπλεγμένος με τις αρχές και εκδιώχθηκε. Χωρίς δραχμή στην τσέπη, αποφάσισε να ζητήσει ακρόαση από την Αικατερίνη – κάτω από δυσμενείς συνθήκες, αφού αυτό σήμαινε να περπατήσει απόσταση 5.000 χιλιόμετρων μέχρι την Αγία Πετρούπολη. Εκεί συνάντησε τον Ποτέμκιν, εραστή της Αικατερίνης, ο οποίος μεσολάβησε ώστε η Τσαρίνα να τον δεχθεί. Η Αικατερίνη αποδείχθηκε ιδιαίτερα γενναιόδωρη δίνοντάς του ένα πουγκί με 10.000 χρυσά ρούβλια και μια άδεια απεριόριστης και αφορολόγητης αλιείας στην Κασπία.
Από την Αγία Πετρούπολη κίνησε για το Αστραχάν, χωρίς την παραμικρή ιδέα για το πώς θα μπορούσε να αξιοποιήσει την άδεια αλιείας. Κι αντί να ασχοληθεί με το ψάρεμα αγόρασε ένα αποστακτήριο, με στόχο να φτιάχνει κρασί από τα γλυκά σταφύλια της στέπας.
Τότε ήταν που γνωρίστηκε με έναν έμπορο από το Αστραχάν, τον Πιοτόρ Σεμιόνοβιτς Σαπόζνικοφ, ο οποίος τον προέτρεψε να ασχοληθεί με την αλιεία. Ικανός να κτίζει μεγάλα, αξιόπλοα και προηγμένα καράβια και να ξανοίγεται στη θάλασσα, ο Βαρβάκης ήταν εκτός συναγωνισμού απέναντι στους μικρομεσαίους παράκτιους Ρώσους ψαράδες. Στη βόρεια Κασπία η «επιχείρηση αλιεία» απέδωσε καρπούς. Τα πλοία του Βαρβάκη φορτώνονταν με οξύρρυγχους, λευκούς σολομούς, μεγάλους λούτσους κι άλλα πολύτιμα ψάρια.
Σε ένα από τα ταξίδια του δοκίμασε χαβιάρι που τον φίλεψαν Ρώσοι χωρικοί. Έχοντας στο μυαλό του το πάθος των Ελλήνων για το αυγοτάραχο, κατάλαβε αμέσως με ποιον τρόπο θα μπορούσε να βγάλει πολλά χρήματα από την άδεια της Αικατερίνης – εξάγοντας χαβιάρι.
Όμως αντιμετώπιζε κι εκείνος το ίδιο πρόβλημα που φρέναρε τους Ιταλούς εμπόρους αρκετούς αιώνες νωρίτερα: αυτό το τόσο ευαίσθητο έδεσμα ήταν αδύνατον να ταξιδέψει για καιρό μέσα στα ξύλινα κασόνια της εποχής – όσο καλά παστωμένο κι αν ήταν.
Η λύση βρέθηκε. Ήταν κιβώτια από ξύλα φλαμουριάς τα οποία δεν προκαλούσαν αλλοιώσεις στα πολύτιμα αυγά, ήταν απόλυτα στεγανά κι έτσι διατηρούσαν σε πολύ καλή κατάσταση το φορτίο που πάνω σε καμήλες ή φορτωμένο σε ιστιοφόρα ταξίδευε τον Βόλγα για να φτάσει από το Αστραχάν στην Ευρώπη. Μέχρι το 1788 η επιχείρηση του Βαρβάκη έκανε χρυσές δουλειές και απασχολούσε περισσότερους από 3.000 εργάτες για την επεξεργασία και το πακετάρισμα των αυγών του οξύρρυγχου.
Από το 1812 βρέθηκε στο Ταγκανρόγκ. Και από το 1815 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Ταϊγάνι, όπου μετέφερε όλη σχεδόν την κινητή περιουσία του,για να βρίσκεται κοντά στην Οδησσό κέντρο της Φιλικής Εταιρίας της οποίας υπήρξε ηγετικό μέλος και χρηματοδότης.
Είναι ο μόνος που στα έγγραφά της αποκαλείται με το όνομά του. Είχε δώσει εν τω μεταξύ μέρος από την τεράστια περιουσία του για κοινωφελή έργα στη Ρωσία (νοσοκομεία, γέφυρες, διώρυγες) επίσης χρηματοδότησε την ανέγερση διδακτηρίου στη Σινασό, την παλιά Ναζιανζό, πατρίδα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και γι” αυτό παρασημοφορήθηκε από τον Τσάρο και του δόθηκε και τίτλος ευγένειας με το επίθετο Κομνηνός Βαρβάκης.
Δράση και στην Ελλάδα
Εκτός από τη φιλανθρωπική του δράση στη Ρωσία ο Ιωάννης Βαρβάκης προσφέρει πάρα πολλά και στον απελευθερωτικό αγώνα της Ελλάδας. Εξοπλίζει τους στρατιώτες του Αλέξανδρου Υψηλάντη και εξαγοράζει την ελευθερία πολλών Ελλήνων αιχμαλωτών. Παρά το δουλεμπόριο που επικρατούσε στη Ρωσία εκείνη την εποχή, ο ίδιος δε δεχόταν να έχει κανένα σκλάβο στην κατοχή του.
Στη διαθήκη του κληροδοτεί 1.000.000 ρούβλια για την ίδρυση του Βαρβάκεου Λυκείου και με δική του δωρεά κατασκεύαζεται στο κέντρο της πρωτεύουσας η κλειστή αγορά της Αθήνας, η σημερινή Βαρβάκειος Αγορά. Μεγάλο μέρος της περιουσίας του το αφήνει στο ελληνικό δημόσιο για κοινωφελή έργα.
Μετά την καταστροφή των Ψαρών στο ολοκάυτωμα της Ολόμαυρης Ράχης του 1824,ο Βαρβάκης επιστρέφει στην Ελλάδα και εγκαθίσταται στη Ζάκυνθο όπου και παραμένει μέχρι το τέλος της ζωής του, στις 10 Ιανουαρίου 1825. Για το μεγάλο έργο του και τις αμέτρητες αγαθοεργίες του στη Ρωσία του απονεμήθηκε το αυτοκρατορικό δίπλωμα και οικόσημο ως ισόβιος και κληρονομικός τίτλος ευγενείας.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου