Ελληνοτουρκικές σχέσεις και Ελληνική Θράκη
Η αδιαφορία των αρμοδίων, αλλά κυρίως οι παραλείψεις, μετατρέπονται σε «όπλα» της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής
Η Θράκη κινδυνεύει, πρωτίστως, από την ανυπαρξία πολιτικής βούλησης των ελληνικών κυβερνήσεων
Σε συνέχεια του χθεσινού πρώτου δημοσιεύματος, με την ομιλία του Μάνου Μεγαλοκονόμου, Πρέσβυς ε.τ. και με θέμα «Το φαινόμενο της επιτάχυνσης στις διεθνείς εξελίξεις», σήμερα παρουσιάζουμε τον δεύτερο εισηγητή της ημερίδας του «Διπλωματικού Κύκλου», κ. Ιωάννη Κοραντή, πρέσβυ ε.τ. και πρώην διοικητή της ΕΥΠ, με θέμα «Ελληνοτουρκικές σχέσεις και Ελληνική Θράκη».
Πριν από ένα περίπου χρόνο σε αυτήν εδώ την φιλόξενη αίθουσα, ο Διπλωματικός Κύκλος είχε πραγματοποιήσει μια εκδήλωση για τα εθνικά μας θέματα.
Κι είχα αναφερθεί, τότε, στις σχέσεις Ελλάδος – Τουρκίας, επιχειρώντας να καλύψω όλες τις πτυχές τους. Είχα μιλήσει για τις επεκτατικές βλέψεις της γείτονος, την επιδίωξή της να ανατρέψει την διεθνή έννομη τάξη στο Αιγαίο, προβάλλοντας διμερώς και πολυμερώς ανυπόστατους ισχυρισμούς ως προς την κυριαρχία και το καθεστώς νήσων του Αρχιπελάγους μας, με το casus belli, τις παραβάσεις και παραβιάσεις του εναερίου χώρου μας, τις δήθεν αβλαβείς διελεύσεις πολεμικών σκαφών της από τα χωρικά μας ύδατα κ.ο.κ.
Παράλληλα, είχα αναφερθεί και στην Θράκη μας, αναλύοντας το πώς η Τουρκία ασκεί εκεί ουσιαστικά συνδιαχείριση, υλοποιώντας μια μακρόχρονη πολιτική προβολής της ανύπαρκτης τουρκικής μειονότητας με απώτερο στόχο την απόσπαση της περιοχής αυτής από τον εθνικό κορμό.
΄Αλλωστε, σας υπενθυμίζω ότι ανάλογο, ανύπαρκτο, μειονοτικό ζήτημα, ή ΄Αγκυρα επιδιώκει, εδώ και χρόνια, να εγείρει στην Ρόδο και στην Κω.
Αντίστροφα, είχα αναλύσει, τότε, τους τρόπους με τους οποίους η χώρα μας επιχειρούσε διαχρονικά να αντιμετωπίσει την τουρκική επιθετικότητα, δηλαδή, με διάφορες μορφές διαλόγου, από τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, τις διερευνητικές συνομιλίες έως τα Ανώτατα Συντονιστικά Συμβούλια αλλά με μάλλον πενιχρά αποτελέσματα.
Τηρώντας, εάν θέλετε, την ίδια θεματολογική σειρά, θα ήθελα σήμερα να συζητήσουμε, ένα χρόνο αργότερα, κατά πόσον υπήρξαν αλλαγές στην εικόνα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και αν ναι, προς ποια κατεύθυνση.
Στο γενικώτερο πλαίσιο, θα ξεκινούσα με μια παρατήρηση. ΄Ότι η ανάληψη της Προεδρίας της Δημοκρατίας από τον κ. Erdogan και της Πρωθυπουργίας από τον κ. Davutoglu κατά την εκτίμησή μου προοιωνίζονται ακόμη πιο δύσκολες ημέρες για τις διμερείς μας σχέσεις. Η κριτική που δέχεται το δίδυμο αυτό για την παταγώδη αποτυχία του δόγματος των μηδενικών προβλημάτων με τις γειτονικές χώρες, πιστεύω ότι θα το ωθήσει να είναι ακόμη πιο πιεστικό προς την Ελλάδα για να διατηρηθεί και ενισχυθεί η εικόνα καλών σχέσεων με την χώρα μας που η ΄Αγκυρα θέλει να προβάλλει. Για τον λόγο αυτό άλλωστε, η Τουρκία, επίμονα, ως γνωστόν, επιδίωξε την πραγματοποίηση του τρίτου Ανωτάτου Συντονιστικού Συμβουλίου μεταξύ των δύο χωρών που επρόκειτο, αρχικά, να λάβει χώρα φέτος την άνοιξη, λόγω κάποιων επιφυλάξεων –ορθά πιστεύω –της ελληνικής πλευράς, αναβλήθηκε αλλά τελικά, όπως φαίνεται, συμφωνήθηκε να πραγματοποιηθεί στις 30 Νοεμβρίου φέτος.
Στο ίδιο πνεύμα ο ΥΠΕΞ κ. Βενιζέλος και ο τότε ομόλογός του κ. Davutoglu, συμφώνησαν στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ στις 25 Ιουνίου να γίνει μια αξιολόγηση όλων των υφισταμένων Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, να υπάρξει βελτίωσή τους ή να αντικατασταθεί με νέο μέτρο ό,τι αξιολογηθεί πως δεν λειτουργεί.
Θεωρώ ότι δεν μπορεί κανείς παρά να χαιρετίσει την απόφαση αυτή, δεδομένου ότι, όπως είχαμε επισημάνει στο παρελθόν, είναι πρόδηλο πως τα ΜΟΕ, πολιτικά και στρατιωτικά, ελάχιστα έχουν αποδώσει.
Πλην όμως, η συμβολική και περιορισμένης εμβέλειας απόφαση αυτή, δεν αναιρεί την ουσιαστική εικόνα όπως αυτή πιστεύω ότι προέκυψε από την συνάντηση Σαμαρά – Erdogan στην Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Ο Τούρκος Πρόεδρος, όπως όλοι διαβάσαμε, δεν έδωσε καμία απολύτως εντύπωση ότι η χώρα του προτίθεται να αλλάξει στάση στο Αιγαίο, ή σε οποιοδήποτε θέμα αφορά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Και αν ακόμη λησμονήσουμε, με κάθε καλή θέληση, πως τα ελληνικά Μ.Μ.Ε. μέσα στον ενθουσιασμό για τα επιτεύγματα του τουρισμού μας το καλοκαίρι, αιδημόνως αποσιώπησαν τις αλλεπάλληλες παραβιάσεις του πολυθρύλητου moratorium, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι μόλις τον παρελθόντα Σεπτέμβριο και μετά την συνάντηση Σαμαρά – Erdogan, που υπενθυμίζω έλαβε χώρα, δύο μόλις ημέρες πριν από την επέτειο των Σεπτεμβριανών, η τουρκική αεροπορία, κυριολεκτικά, αλώνισε στο Αιγαίο, με σωρεία παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου και όχι απλά παραβάσεων του F.I.R. με το ΓΕΕΘΑ, μάλιστα, να καταγράφει σε επίσημη ανακοίνωσή του, σε μία μόνο ημέρα, 22 Σεπτεμβρίου, 99 επαναλαμβάνω 99 παραβιάσεις.
Παράλληλα, συνεχίστηκαν οι λεγόμενες, από εμάς τουλάχιστον, αβλαβείς διελεύσεις, όπως έχουμε βαφτίσει τις προκλητικές βόλτες και επίδειξη σημαίας τουρκικών πολεμικών σκαφών έξω από το Λαύριο και την Ραφήνα. Με την μαζική αυτή κλιμάκωση η ΄Αγκυρα στέλνει το σαφές μήνυμα ότι αμφισβητεί συνολικά το Αιγαίο ως ελληνικό εθνικό χώρο, αγνοεί επιδεικτικά τις εκκλήσεις του ΄Ελληνα Πρωθυπουργού για να αποφύγει πράξεις που μπορεί να προκαλούν εξάρσεις, όπως ο κ. Σαμαράς τις αποκάλεσε, στο Αιγαίο, και να προστεθούν προβλήματα στις ήδη βεβαρημένες ελληνοτουρκικές σχέσεις, και επιμένει στην πολιτική της έντασης έναντι μιας Ελλάδας, που μέχρι στιγμής, τουλάχιστον, αρκείται στην επίκληση των κανόνων Διεθνούς Δικαίου.
Είναι συνεπώς σαφές, όσον αφορά το Αιγαίο - για την Θράκη θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ αργότερα- ότι η Τουρκία δεν έχει μεταβάλει κατ’ ελάχιστο, την επιθετική στάση της κι επιδιώκει να πείσει και το ΝΑΤΟ κι ευρύτερα την Διεθνή Κοινότητα ότι δικαιούται να απαιτεί, όπως το κάνει άλλωστε, πολλές δεκαετίες τώρα, τη συνδιοίκηση στο Αιγαίο. Έγκυροι αναλυτές και σχολιαστές συνεχίζουν να επισημαίνουν ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει με αμηχανία την τουρκική επιθετικότητα, χωρίς μια σταθερή, στιβαρή στρατηγική έναντι του γείτονά μας και θέτουν το ερώτημα τι απαιτείται. Θα επαναλάβω, κατά την γνώμη μου, όχι άσκοπες και για το θεαθήναι Συναντήσεις Κορυφής που αποδεικνύονται άκαρπες και αποπροσανατολίζουν τους φίλους και εταίρους μας ως προς τις πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας.
Επίσης, να ξεκαθαρίσει η εικόνα με τις λεγόμενες διερευνητικές συνομιλίες που έχουν σημειώσει, εάν δεν κάνω λάθος, 58 γύρους, και τείνουν επικίνδυνα προς την διαπραγμάτευση.
Αυτά είχαμε επισημάνει και πέρυσι με τα ίδια ακριβώς λόγια σε τούτη την αίθουσα αλλά και στην επιστολή μας προς τον Πρωθυπουργό κ. Σαμαρά.
Τυχόν απόφαση για συνέχιση του ελληνοτουρκικού διαλόγου προϋποθέτει ότι η Κυβέρνηση θα ενημερώσει λεπτομερώς την Βουλή για την αναγκαιότητά του στα πλαίσια ευρείας συζήτησης του όλου φάσματος των διμερών μας σχέσεων.
Δράττομαι της ευκαιρίας για να επισημάνω, εκφράζοντας ταυτόχρονα τη λύπη μου, το γεγονός ότι κατά την πρόσφατη συζήτηση για την ψήφο εμπιστοσύνης που έγινε στην Βουλή των Ελλήνων, -που θεωρητικά, απ’ ότι ξέρω τουλάχιστον, πρέπει να καλύπτει όλο το φάσμα των κυβερνητικών δράσεων- ουδέν ελέχθη περί εξωτερικής πολιτικής και δή περί εθνικών θεμάτων, με εξαίρεση μια φευγαλέα αναφορά του κ. Πρωθυπουργού.
Θα έρθω τώρα και στην Θράκη. ΄Ενας καλός φίλος, εμφανώς ενοχλημένος, όταν είχε λάβει την πρόσκληση για την σημερινή μας συνάντηση, με ρώτησε γιατί τιτλοφόρησα το δεύτερο μέρος της ομιλίας μου «Ελληνική Θράκη».
Χάρηκα που ενοχλήθηκε. Γιατί, προφανώς, χτύπησα μια ευαίσθητη χορδή. Κι αυτό ακριβώς ήθελα. Ελληνική Θράκη, λοιπόν και πρέπει να σας πω ότι Ελληνική είναι σήμερα, αλλά δεν ξέρω ειλικρινά για πόσο καιρό ακόμη θα είναι αμιγώς Ελληνική. Για να μην πω
τίποτα περισσότερο.
΄Όπως εύστοχα παρατηρεί ένα ιστολόγιο της Ξάνθης -δεν συνηθίζω να αναφέρομαι σε εφημερίδες ή τύπους ηλεκτρονικής επικοινωνίας αλλά το συγκεκριμένο ιστολόγιο που τιτλοφορείται «Ας μιλήσουμε Επιτέλους!» είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις ανθρώπων που γνωρίζουν βαθιά αυτά που γίνονται στην Θράκη και που έχει έδρα την Ξάνθη- το ιστολόγιο αυτό, επαναλαμβάνω, αναφέρει εντός εισαγωγικών «δυστυχώς είμαστε πολύ κοντά στο να ολοκληρωθούν οι προϋποθέσεις εκείνες που θα μας στερήσουν ως χώρα το αναφαίρετο δικαίωμα να ονομάζουμε τη Θράκη αμιγώς ελληνική και περιοχή υπό πλήρη ελληνική κυριαρχία».
Αν πάτε στην Αδριανούπολη -αρκετοί από εσάς έχετε ταξιδέψει οδικώς-, θα δείτε στον δρόμο κρατικές πινακίδες οδικής σήμανσης στραμμένες προς την Ελλάδα που γράφουν Βati Trakya, δηλαδή Δυτική Θράκη, τουρκιστί, και όχι Yunanistan,δηλαδή Ελλάδα, όπως ενδεχομένως θα ήταν λογικό εφ όσον έτσι λέγεται στην Τουρκία.
Αν αυτό σας λέει κάτι.
Σημειώνω, παρενθετικά, επειδή ένας Τούρκος φίλος μου είχε πει «μα και στην Ελλάδα έχετε μια πινακίδα που λέει Κωνσταντινούπολη, στα ελληνικά» ότι του είχα απαντήσει, αφού είχα ερευνήσει το θέμα για να είμαι βέβαιος, ότι πράγματι υπήρχε μια τέτοια πινακίδα, είναι έξω από την Αλεξανδρούπολη, είναι κίτρινη, είναι τοποθετημένη από ένα ιδιωτικό σύλλογο Κωνσταντινουπολιτών, δεν είναι κρατική και συνεπώς δεν μπορούμε να συγκρίνουμε μήλα με πορτοκάλια. Εκεί η κουβέντα σταμάτησε.
Κυρίες και Κύριοι,
Μπορεί να είμαστε πνιγμένοι στην ασφυκτική μέγγενη του μνημονίου, των φόρων και της σκοτεινής καθημερινότητάς μας αλλά ας μην λησμονούμε την πραγματικότητα στην
Θράκη.
Διότι πράγματι τείνουμε να την ξεχάσουμε.
Από τις ευρωεκλογές του Μαΐου το αποτέλεσμα ήρθε δυστυχώς να δικαιώσει όλους όσους έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου σε ώτα μη ακουόντων. Η επίδειξη δύναμης της Άγκυρας αλλά και του Γ.Π. Κομοτηνής, το λεγόμενο Κόμμα Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας, δυστυχώς, επαναλαμβάνω, δυστυχώς και με την συνεργασία Ελλήνων πολιτικών παραγόντων, έλαβε περίπου 42.500 ψήφους στους Νομούς Ροδόπης και Ξάνθης, ερχόμενο πρώτο σε αυτούς τους δύο Νομούς αλλά συνολικά τρίτο στην ευρύτερη Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης.
Με άλλα λόγια στην συντριπτική πλειοψηφία τους οι μουσουλμάνοι συμπολίτες μας που είχαν δικαίωμα ψήφου, ψήφισαν το Κόμμα Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας αγνοώντας τους υποψήφιους ευρωβουλευτές άλλων πολιτικών σχηματισμών. Ψήφισαν, δηλαδή, για ένα κόμμα το οποίο ανοικτά διακινεί ότι η μειονότητα είναι Τουρκική, δηλαδή, εθνική και όχι θρησκευτική όπως προβλέπει η συνθήκη της Λωζάνης.
Στόχος της Άγκυρας ήταν να κάνει επίδειξη δύναμης και να εγγράψει υποθήκες. Το πέτυχε πιστεύω με μια επίδειξη τοπικής δύναμης, δεδομένου ότι είναι προφανές ότι σε πανελλήνιο επίπεδο είναι αριθμητικά αδύνατο, το κόμμα αυτό να υπερβεί το όριο του 3%, ως έχει σήμερα. Επιτρέπει όμως στο κόμμα αυτό, να παζαρέψει τις ψήφους του με άλλα κόμματα, στις επόμενες εθνικές εκλογές. Κι εκεί πιστεύω είναι και η μεγάλη ευθύνη των ελληνικών πολιτικών κομμάτων. Δεν θα ήθελα να αναφερθώ σε συγκεκριμένα πρόσωπα για να μην θεωρηθεί ότι πολιτικολογώ, πλην όμως είναι γνωστή η προκλητική συμπεριφορά μουσουλμάνων βουλευτών και πολιτευτών άλλων σχηματισμών υπέρ του Κ.Ι.Ε.Φ.
Το πρόγραμμα του Κ.Ι.Ε.Φ. είναι γνωστό, δημοσιευμένο. Τρία κυρίως, σημεία:
Πρώτον, κατάργηση του Ν.4115 του 2013, του πολύ σωστού Νόμου για τον διορισμό Ιμάμηδων για την ελληνόγλωσση διδασκαλία του Κορανίου στα δημόσια σχολεία, που
αποτέλεσε όπως όλοι ξέρουμε και την πρώτη μάχη που έχασε, στο πεδίο αυτό, το Τουρκικό Γ.Π. Κομοτηνής.
Δεύτερο στοιχείο, δεύτερη προσπάθεια, δεύτερος στόχος η αναγνώριση των ψευτομουφτήδων. Και εδώ θα επαναλάβω το ερώτημα που έχω θέσει κατ’ επανάληψη και έχει παραμείνει αναπάντητο, εντός και εκτός Βουλής, γιατί δηλαδή η Πολιτεία δεν διώκει τους ψευτομουφτήδες, τουλάχιστον για αντιποίηση αρχής, όταν μάλιστα η Τουρκία, χαρακτηριστικά απαγόρευσε την είσοδο στο έδαφός της στους νόμιμους μουφτήδες Διδυμοτείχου και Ξάνθης, ως και στους διορισμένους από το ελληνικό Δημόσιο διδασκάλους. Κι ανοίγω μια παρένθεση: είναι προφανές ότι η χειρονομία αυτή στοχεύει να τρομάξει όλους τους μουσουλμάνους οι οποίοι πηγαίνουν να ακούσουν τους μουφτήδες ή στέλνουν τα παιδιά τους στα σχολεία όπου διδάσκουν οι ιεροδιδάσκαλοι με κίνδυνο και σ’ αυτούς να απαγορευτεί η είσοδος στην Τουρκία, με ό’τι αυτό συνεπάγεται, για όσους έχουν συμφέροντα οικονομικά, συγγενείς ή τι άλλο στην Τουρκία.
Τέλος την πλήρη τουρκοποίηση της μειονοτικής εκπαίδευσης. Στο σημείο αυτό, ήθελα απλά να επισημάνω, να σημειώσω αν θέλετε, ότι μόλις μια μέρα πριν χτυπήσει το κουδούνι στο νεοσύστατο Γυμνάσιο της ΄Ιμβρου με μόλις 7 μαθητές, η εκεί Ελληνική Κοινότητα ενημερώθηκε από τις τουρκικές αρχές ψυχρά-ψυχρά ότι το Γυμνάσιο δεν θα λειτουργήσει φέτος για «γραφειοκρατικούς λόγους».
Τα σχόλια δικά σας.
Τελικά τι εικόνα έχουμε στην Θράκη;
Έχουμε ένα τουρκικό Γ.Π. Κομοτηνής που στηριζόμενο σ’ ένα δίκτυο χιλιάδων στελεχών –για να μην χρησιμοποιήσω τον όρο πρακτόρων και παρεξηγηθώ- και με την διάθεση πολλών εκατομμυρίων υπονομεύει συστηματικά κάθε ενέργεια του ελληνικού κράτους και καταδυναστεύει τους μουσουλμάνους.
Τι άλλο έχουμε;
Έχουμε έναν Καλλικράτη που επέτρεψε την δημιουργία διευρυμένων θυλάκων τουρκόφρονης τοπικής αυτοδιοίκησης.
Έχουμε μια τουρκική κρατική τράπεζα, την «Ziraat Bankasi», που χορηγεί εξαιρετικά χαμηλότοκα δάνεια με επιτόκιο 3% σε μουσουλμάνους ενώ το αντίστοιχο των ελληνικών τραπεζών, όπως φαντάζομαι ότι γνωρίζετε, είναι 12 με 14% στην καλύτερη περίπτωση και εάν δοθεί το δάνειο. Βεβαίως με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ιδιοκτησία και την κατοχή γης.
Έχουμε μια παράλληλη οικονομία, όχι παράνομη, παράλληλη, όπου μουσουλμάνοι έμποροι έχουν προϊόντα μόνον για μουσουλμάνους όπου ψωνίζουν και χριστιανοί ενώ είτε μας αρέσει είτε όχι σπανιότατα μουσουλμάνοι ψωνίζουν από καταστήματα χριστιανών. Είναι κι αυτό μια πραγματικότητα.
Δεν ξέρω πόσοι την γνωρίζουν αυτήν την καθημερινότητα στην Θράκη, πόσοι την γνωρίζουν εδώ στην Αθήνα ή την γνωρίζουν μόνον οι Θρακιώτες.
Άραγε αυτό είναι μόνον δικό μου ερώτημα;
Μ’ αυτά και μ’ αυτά το ΣΔΟΕ, -για να θέσω ένα ερώτημα- το οποίο κυνηγάει τον κάθε ταλαίπωρο μεροκαματιάρη και μικροέμπορο με τον κίνδυνο να βγάλει στο σφυρί το ακίνητό του, που είναι;
Έχει ελέγξει άραγε που και πώς διακινείται όλος αυτός ο πακτωλός των χρημάτων;
Από πού προέρχονται; Πώς καταλήγουν εκεί που καταλήγουν;
Τι άλλο έχουμε;
Έχουμε μια παιδεία που σε όλη την κλίμακά της έχει αλωθεί από την τουρκική γλώσσα μέχρι σημείου το κόμμα Κ.Ι.Ε.Φ. να ζητάει να επιτραπεί λειτουργία δίγλωσσων μειονοτικών νηπιαγωγείων. Δηλαδή, πάμε στα νήπια, πάμε στα μωρά.
Έχουμε μια παραπαιδεία, με όλη την σημασία της λέξεως. Παραπαιδεία από τον διαβόητο Fetullah Gulen πάλαι ποτέ αγαπητό και κολλητό του κ. Erdogan -σήμερα όπως γνωρίζουμε θανάσιμο εχθρό του- ο οποίος όλα αυτά τα χρόνια είχε εγκαταστήσει στην Θράκη ένα ολόκληρο δίκτυο «φροντιστηρίων ξένων γλωσσών» ή άλλων καταστημάτων, όπου βεβαίως κάθε άλλο παρά η αγγλική γλώσσα διδάσκεται.
Αλλά δυστυχώς δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών.
Μήπως πρέπει να θυμίσω, για να λέμε τα σύκα-σύκα και την σκάφη σκάφη, εάν πάμε πίσω στο 1954 π.χ. επί κυβέρνησης Παπάγου ότι στο όνομα της ελληνοτουρκικής φιλίας και της σύμπηξης ενός συμπαγούς μπλοκ απέναντι στον σοβιετικό συνασπισμό, δύο μόλις χρόνια μετά την ένταξη Ελλάδος και Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, ο Γενικός Διοικητής Θράκης, Συνταγματάρχης Φεσσόπουλος, εκδίδει διαταγή προς τους Δημάρχους και Κοινοτάρχες να αντικαταστήσουν τους όρους «μουσουλμάνος» και «μουσουλμανικός» με τους όρους «Τούρκος» και «Τουρκικός» οπουδήποτε γινόταν χρήση αυτών.
Και προφανώς προς συμμόρφωση των δυστροπούντων - ευτυχώς υπήρχαν δυστροπούντες-, ο ίδιος επανέρχεται με υπομνηστική διαταγή του ένα χρόνο αργότερα, στις 5 Φεβρουαρίου του ΄55 για την ακρίβεια.
Προφανώς στο όνομα της ελληνοτουρκικής φιλίας μερικούς μήνες αργότερα είχαμε τα Σεπτεμβριανά.
Συνεπώς, απέναντι σε μια μακρόπνοη τουρκική πολιτική, ένα μείγμα πιέσεων και απειλών με άφθονη χρηματοδότηση και συνεχή στήριξη των εδώ πρακτόρων της, η Ελλάδα αντιπαρατάσσει, και λυπάμαι που το λέω, ως επί το πλείστον -αλλά υπάρχουν κι εξαιρέσεις- μια ανυπαρξία εθνικού στρατηγικού σχεδιασμού, αποσπασματικές και ασύνδετες ενέργειες με κατά κανόνα μικροκομματικές στοχεύσεις και μία γενικότερη πολιτική που κινείται μεταξύ άγνοιας, αδιαφορίας κι ασυναρτησίας.
Και όμως, σημειώνονται εξελίξεις. Και είναι πρόσφατες. Και ίσως δεν είναι πολύ παράδοξες.
Σε μια στροφή της αμερικανικής πολιτικής στην Θράκη, αξιοσημείωτη και ενδιαφέρουσα, ειδικά εάν παγιωθεί, η ετήσια έκθεση του State Department για τα ανθρώπινα δικαιώματα, που εκδόθηκε φέτος για το 2013, χρησιμοποιεί αυστηρούς τόνους για να περιγράψει την συμπεριφορά των μελών εκείνων της μειονότητας που καθοδηγούνται από το Προξενείο, σε σημείο που προκάλεσε την αντίδραση της λεγόμενης «Πολιτιστικής, Εκπαιδευτικής Εταιρείας της μειονότητας της Δυτικής Θράκης» που έστειλε επιστολή διαμαρτυρίας, απόλυτα οργισμένη, προς τον εδώ Πρέσβυ των Ηνωμένων Πολιτειών. Νομίζω ότι μία μόνο εφημερίδα, τουλάχιστον απ’ ότι ξέρω, στην Αθήνα, έχει αναφερθεί σε αυτήν την επιστολή και καμία άλλη.
Κι αυτό το γεγονός το αφήνω στα δικά σας σχόλια και την δική μας σκέψη.
Θα μου πείτε εν κατακλείδι, η Ελλάδα χάθηκε;
Η Θράκη χάθηκε;
Όχι, η Θράκη δεν χάθηκε αλλά θα χαθεί εάν δεν σταματήσει η σημερινή διολίσθηση
που περιέγραψα, όπως τουλάχιστον την βλέπω κι αν η Ελλάδα δεν παύσει να αποδέχεται παθητικά τις συνεχείς ανοικτές ή κεκαλυμμένες τουρκικές πολιτικές, οικονομικές και θρησκευτικές παρεμβάσεις.
Δεν θα μπορούσα να ολοκληρώσω την συζήτησή μας αυτή, καίτοι δεν αναφέρεται στην επικεφαλίδα, χωρίς μια αναφορά στο Κυπριακό. Χωρίς βεβαίως να έχω τις εξειδικευμένες γνώσεις που απαιτούνται προς τούτο και που διαθέτουν άλλοι, κατά πολύ αξιότεροι εμού συνάδελφοι και γνώστες του θέματος εκ των οποίων ένιοι είναι παρόντες και μας τιμούν με την παρουσία τους εδώ σε αυτήν την αίθουσα.
Το Κυπριακό ήταν και παραμένει ένα θέμα εισβολής και κατοχής. Κι αυτό έχω την αίσθηση ότι δεν λέγεται αρκετά, εάν λέγεται καν σήμερα στην Ελλάδα, για ν’ αφήσω άλλα μετερίζια.
Το δεύτερο, πάντοτε κατά την άποψή μου, είναι ότι ήταν και παραμένει καταλύτης στην πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Η γραπτή τοποθέτηση της Άγκυρας που χαρακτήρισε, προ μηνών όπως θυμόμαστε, την Κυπριακή Δημοκρατία «νεκρή», η αποστροφή του Προέδρου Erdogan στα κατεχόμενα ότι οι συνομιλίες αφορούν μόνο τη λύση δύο κρατών, δύο ισότιμων ιδρυτικών κρατών, όπως άλλωστε είπε αργότερα, στην συνάντηση με τον Έλληνα Πρωθυπουργό, η αναγγελία διενέργειας σεισμικών ερευνών σε περιοχή της Κυπριακής ΑΟΖ από το ερευνητικό σκάφος BARBAROS, η παρουσία τουρκικής κορβέτας η οποία απειλεί κουνώντας τα κουπιά της ή τα πανιά της παρά τις ανάλογες έρευνες που διενεργεί η Κυπριακή Δημοκρατία στην Κυπριακή ΑΟΖ, οδήγησαν την Λευκωσία να αποχωρήσει από τις συνομιλίες, όπως μάθαμε, καταγγέλλοντας την τουρκική προκλητικότητα.
Ανοιχτά, πλέον, η Άγκυρα φαίνεται αποφασισμένη να διεκδικήσει την μοιρασιά του υποθαλάσσιου πλούτου της Κύπρου. Με κάθε κόστος; Θα το δούμε. Πάντως, οι δημόσιες τοποθετήσεις της Ουάσιγκτον και του Λονδίνου ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δικαιούται να αναπτύξει τους πόρους της -αλλά προσοχή-, η μοιρασιά πρέπει να είναι ακριβοδίκαιη, ανάμεσα στις δύο κοινότητες -αυτή ήταν, νομίζω, η έκφραση της Ουάσιγκτον.
Ακριβοδίκαιη μοιρασιά, ανάμεσα σε όλες τις κοινότητες, νομίζω ήταν μια έκφραση του Λονδίνου, του Foreign Office, φαντάζομαι ότι εννοούν και τους Μαρωνίτες- δεν συνιστούν κατά την γνώμη μου αποθάρρυνση της Τουρκίας. Διότι είναι αλήθεια ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης έχει αναφερθεί στην προοπτική επιμερισμού των εσόδων και στους Τουρκοκυπρίους, ως κίνητρο για την ταχύτερη επίλυση του Κυπριακού, πλην όμως οι αναφερθείσες τοποθετήσεις Ην. Πολιτειών και Ην. Βασιλείου, δημιουργούν εύλογα ερωτηματικά ως προς την «ακριβοδίκαιη μοιρασιά» που μπορεί να γίνει και πριν από την επίλυση του Κυπριακού, ακριβώς με άλλα λόγια ό,τι θέλει η Άγκυρα.
Απομένει, συνεπώς, να δούμε ποια μορφή θα λάβει τελικά η προαναγγελθείσα από την Λευκωσία, αλλά νομίζω και από την Αθήνα, διπλωματική δραστηριοποίηση και πόσο η Αθήνα θα συμπράξει ή θα συμπαραταχθεί ή όποιον άλλον όρο θέλετε να χρησιμοποιήσετε σε αυτή την προσπάθεια. Θα συγκρατούσα στο πλαίσιο αυτό, για ό’τι αξίζει, και ίσως αξίζει αρκετά, η ανακοινωθείσα προσωπική εμπλοκή του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών, στη νέα φάση της διαδικασίας συνομιλιών. Δεν είναι σαφές πότε και γιατί έληξε η προηγούμενη και αυτό ήταν πριν ανακοινώσει ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ότι διακόπτονται οι συνομιλίες. Υπάρχουν όμως και τρεις αλλαγές στην εικόνα όσον αφορά την Κύπρο.
Η πρώτη, νομίζω, ευχάριστη έκπληξη, μέχρι ενός ορισμένου σημείου, ήταν η στάση της Αιγύπτου στα πλαίσια του Οργανισμού της Ισλαμικής Διάσκεψης που οδήγησε στο να μην επιτραπεί η αναβάθμιση της συμμετοχής εάν όχι του καθεστώτος και του τίτλου του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους, με αποτέλεσμα να μην υπάρξει και λόγω ακριβώς κυρίως της αιγυπτιακής αντιδράσεως, έκδοση αποφάσεως της Συνόδου του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης.
Δεν νομίζω ότι αυτό είναι τυχαίο. Ας μου επιτραπεί να σας υπενθυμίσω μια ενέργεια την οποία εγώ προσωπικά θεωρώ ορθή: ο ΥΠΕΞ κ. Βενιζέλος και ο Πρόεδρος Αναστασιάδης σπάζοντας κατά κάποιο τρόπο την ευρωπαϊκή απόφαση να μην υπάρξει εκπροσώπηση υψηλού επιπέδου στην ορκωμοσία του Αιγύπτιου Προέδρου Σίσι, ήσαν οι μόνοι ηγέτες της Ε.Ε. οι οποίοι παρέστησαν σε αυτήν την τελετή πριν από μερικούς μήνες. Και αυτό ήταν κάτι το οποίο οι Αιγύπτιοι θέλησαν να συγκρατήσουν και να αξιολογήσουν.
Το δεύτερο στοιχείο είναι η τριμερής απ’ ότι διαβάζω συνεννόηση Αιγύπτου, Κύπρου και Ελλάδος για μια ενδεχόμενη Τριμερή Συνάντηση Κορυφής με ό,τι αυτό συνεπάγεται για θέματα που άπτονται των θαλασσίων υδάτων, ΑΟΖ κ.λ.π.
Τρίτο σημείο, η πρόσφατη, προχθεσινή, εάν δεν κάνω λάθος, η απόφαση Υπουργών Εξωτερικών Ελλάδος και Κύπρου, συμφωνία για εννιαιοποίηση των χώρων έρευνας και διάσωσης των δύο χωρών, συνεπώς η αλληλεπικάλυψη των F.I.R. των δύο χωρών, μια έμμεση αναφορά σε ενδεχόμενη μετεξέλιξη της συζήτησης όσον αφορά ΑΟΖ αλλά οπωσδήποτε αποτελεί ένα πρώτο θετικό, κατ’ εμέ, κι ευπρόσδεκτο στοιχείο.
Αυτά είχα να πω. Ελπίζω να μην σας κούρασα.
Ευχαριστώ για την υπομονή σας.
Η Θράκη κινδυνεύει, πρωτίστως, από την ανυπαρξία πολιτικής βούλησης των ελληνικών κυβερνήσεων
Σε συνέχεια του χθεσινού πρώτου δημοσιεύματος, με την ομιλία του Μάνου Μεγαλοκονόμου, Πρέσβυς ε.τ. και με θέμα «Το φαινόμενο της επιτάχυνσης στις διεθνείς εξελίξεις», σήμερα παρουσιάζουμε τον δεύτερο εισηγητή της ημερίδας του «Διπλωματικού Κύκλου», κ. Ιωάννη Κοραντή, πρέσβυ ε.τ. και πρώην διοικητή της ΕΥΠ, με θέμα «Ελληνοτουρκικές σχέσεις και Ελληνική Θράκη».
Πριν από ένα περίπου χρόνο σε αυτήν εδώ την φιλόξενη αίθουσα, ο Διπλωματικός Κύκλος είχε πραγματοποιήσει μια εκδήλωση για τα εθνικά μας θέματα.
Κι είχα αναφερθεί, τότε, στις σχέσεις Ελλάδος – Τουρκίας, επιχειρώντας να καλύψω όλες τις πτυχές τους. Είχα μιλήσει για τις επεκτατικές βλέψεις της γείτονος, την επιδίωξή της να ανατρέψει την διεθνή έννομη τάξη στο Αιγαίο, προβάλλοντας διμερώς και πολυμερώς ανυπόστατους ισχυρισμούς ως προς την κυριαρχία και το καθεστώς νήσων του Αρχιπελάγους μας, με το casus belli, τις παραβάσεις και παραβιάσεις του εναερίου χώρου μας, τις δήθεν αβλαβείς διελεύσεις πολεμικών σκαφών της από τα χωρικά μας ύδατα κ.ο.κ.
Παράλληλα, είχα αναφερθεί και στην Θράκη μας, αναλύοντας το πώς η Τουρκία ασκεί εκεί ουσιαστικά συνδιαχείριση, υλοποιώντας μια μακρόχρονη πολιτική προβολής της ανύπαρκτης τουρκικής μειονότητας με απώτερο στόχο την απόσπαση της περιοχής αυτής από τον εθνικό κορμό.
΄Αλλωστε, σας υπενθυμίζω ότι ανάλογο, ανύπαρκτο, μειονοτικό ζήτημα, ή ΄Αγκυρα επιδιώκει, εδώ και χρόνια, να εγείρει στην Ρόδο και στην Κω.
Αντίστροφα, είχα αναλύσει, τότε, τους τρόπους με τους οποίους η χώρα μας επιχειρούσε διαχρονικά να αντιμετωπίσει την τουρκική επιθετικότητα, δηλαδή, με διάφορες μορφές διαλόγου, από τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, τις διερευνητικές συνομιλίες έως τα Ανώτατα Συντονιστικά Συμβούλια αλλά με μάλλον πενιχρά αποτελέσματα.
Τηρώντας, εάν θέλετε, την ίδια θεματολογική σειρά, θα ήθελα σήμερα να συζητήσουμε, ένα χρόνο αργότερα, κατά πόσον υπήρξαν αλλαγές στην εικόνα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και αν ναι, προς ποια κατεύθυνση.
Στο γενικώτερο πλαίσιο, θα ξεκινούσα με μια παρατήρηση. ΄Ότι η ανάληψη της Προεδρίας της Δημοκρατίας από τον κ. Erdogan και της Πρωθυπουργίας από τον κ. Davutoglu κατά την εκτίμησή μου προοιωνίζονται ακόμη πιο δύσκολες ημέρες για τις διμερείς μας σχέσεις. Η κριτική που δέχεται το δίδυμο αυτό για την παταγώδη αποτυχία του δόγματος των μηδενικών προβλημάτων με τις γειτονικές χώρες, πιστεύω ότι θα το ωθήσει να είναι ακόμη πιο πιεστικό προς την Ελλάδα για να διατηρηθεί και ενισχυθεί η εικόνα καλών σχέσεων με την χώρα μας που η ΄Αγκυρα θέλει να προβάλλει. Για τον λόγο αυτό άλλωστε, η Τουρκία, επίμονα, ως γνωστόν, επιδίωξε την πραγματοποίηση του τρίτου Ανωτάτου Συντονιστικού Συμβουλίου μεταξύ των δύο χωρών που επρόκειτο, αρχικά, να λάβει χώρα φέτος την άνοιξη, λόγω κάποιων επιφυλάξεων –ορθά πιστεύω –της ελληνικής πλευράς, αναβλήθηκε αλλά τελικά, όπως φαίνεται, συμφωνήθηκε να πραγματοποιηθεί στις 30 Νοεμβρίου φέτος.
Στο ίδιο πνεύμα ο ΥΠΕΞ κ. Βενιζέλος και ο τότε ομόλογός του κ. Davutoglu, συμφώνησαν στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ στις 25 Ιουνίου να γίνει μια αξιολόγηση όλων των υφισταμένων Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, να υπάρξει βελτίωσή τους ή να αντικατασταθεί με νέο μέτρο ό,τι αξιολογηθεί πως δεν λειτουργεί.
Θεωρώ ότι δεν μπορεί κανείς παρά να χαιρετίσει την απόφαση αυτή, δεδομένου ότι, όπως είχαμε επισημάνει στο παρελθόν, είναι πρόδηλο πως τα ΜΟΕ, πολιτικά και στρατιωτικά, ελάχιστα έχουν αποδώσει.
Πλην όμως, η συμβολική και περιορισμένης εμβέλειας απόφαση αυτή, δεν αναιρεί την ουσιαστική εικόνα όπως αυτή πιστεύω ότι προέκυψε από την συνάντηση Σαμαρά – Erdogan στην Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Ο Τούρκος Πρόεδρος, όπως όλοι διαβάσαμε, δεν έδωσε καμία απολύτως εντύπωση ότι η χώρα του προτίθεται να αλλάξει στάση στο Αιγαίο, ή σε οποιοδήποτε θέμα αφορά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Και αν ακόμη λησμονήσουμε, με κάθε καλή θέληση, πως τα ελληνικά Μ.Μ.Ε. μέσα στον ενθουσιασμό για τα επιτεύγματα του τουρισμού μας το καλοκαίρι, αιδημόνως αποσιώπησαν τις αλλεπάλληλες παραβιάσεις του πολυθρύλητου moratorium, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι μόλις τον παρελθόντα Σεπτέμβριο και μετά την συνάντηση Σαμαρά – Erdogan, που υπενθυμίζω έλαβε χώρα, δύο μόλις ημέρες πριν από την επέτειο των Σεπτεμβριανών, η τουρκική αεροπορία, κυριολεκτικά, αλώνισε στο Αιγαίο, με σωρεία παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου και όχι απλά παραβάσεων του F.I.R. με το ΓΕΕΘΑ, μάλιστα, να καταγράφει σε επίσημη ανακοίνωσή του, σε μία μόνο ημέρα, 22 Σεπτεμβρίου, 99 επαναλαμβάνω 99 παραβιάσεις.
Παράλληλα, συνεχίστηκαν οι λεγόμενες, από εμάς τουλάχιστον, αβλαβείς διελεύσεις, όπως έχουμε βαφτίσει τις προκλητικές βόλτες και επίδειξη σημαίας τουρκικών πολεμικών σκαφών έξω από το Λαύριο και την Ραφήνα. Με την μαζική αυτή κλιμάκωση η ΄Αγκυρα στέλνει το σαφές μήνυμα ότι αμφισβητεί συνολικά το Αιγαίο ως ελληνικό εθνικό χώρο, αγνοεί επιδεικτικά τις εκκλήσεις του ΄Ελληνα Πρωθυπουργού για να αποφύγει πράξεις που μπορεί να προκαλούν εξάρσεις, όπως ο κ. Σαμαράς τις αποκάλεσε, στο Αιγαίο, και να προστεθούν προβλήματα στις ήδη βεβαρημένες ελληνοτουρκικές σχέσεις, και επιμένει στην πολιτική της έντασης έναντι μιας Ελλάδας, που μέχρι στιγμής, τουλάχιστον, αρκείται στην επίκληση των κανόνων Διεθνούς Δικαίου.
Είναι συνεπώς σαφές, όσον αφορά το Αιγαίο - για την Θράκη θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ αργότερα- ότι η Τουρκία δεν έχει μεταβάλει κατ’ ελάχιστο, την επιθετική στάση της κι επιδιώκει να πείσει και το ΝΑΤΟ κι ευρύτερα την Διεθνή Κοινότητα ότι δικαιούται να απαιτεί, όπως το κάνει άλλωστε, πολλές δεκαετίες τώρα, τη συνδιοίκηση στο Αιγαίο. Έγκυροι αναλυτές και σχολιαστές συνεχίζουν να επισημαίνουν ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει με αμηχανία την τουρκική επιθετικότητα, χωρίς μια σταθερή, στιβαρή στρατηγική έναντι του γείτονά μας και θέτουν το ερώτημα τι απαιτείται. Θα επαναλάβω, κατά την γνώμη μου, όχι άσκοπες και για το θεαθήναι Συναντήσεις Κορυφής που αποδεικνύονται άκαρπες και αποπροσανατολίζουν τους φίλους και εταίρους μας ως προς τις πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας.
Επίσης, να ξεκαθαρίσει η εικόνα με τις λεγόμενες διερευνητικές συνομιλίες που έχουν σημειώσει, εάν δεν κάνω λάθος, 58 γύρους, και τείνουν επικίνδυνα προς την διαπραγμάτευση.
Αυτά είχαμε επισημάνει και πέρυσι με τα ίδια ακριβώς λόγια σε τούτη την αίθουσα αλλά και στην επιστολή μας προς τον Πρωθυπουργό κ. Σαμαρά.
Τυχόν απόφαση για συνέχιση του ελληνοτουρκικού διαλόγου προϋποθέτει ότι η Κυβέρνηση θα ενημερώσει λεπτομερώς την Βουλή για την αναγκαιότητά του στα πλαίσια ευρείας συζήτησης του όλου φάσματος των διμερών μας σχέσεων.
Δράττομαι της ευκαιρίας για να επισημάνω, εκφράζοντας ταυτόχρονα τη λύπη μου, το γεγονός ότι κατά την πρόσφατη συζήτηση για την ψήφο εμπιστοσύνης που έγινε στην Βουλή των Ελλήνων, -που θεωρητικά, απ’ ότι ξέρω τουλάχιστον, πρέπει να καλύπτει όλο το φάσμα των κυβερνητικών δράσεων- ουδέν ελέχθη περί εξωτερικής πολιτικής και δή περί εθνικών θεμάτων, με εξαίρεση μια φευγαλέα αναφορά του κ. Πρωθυπουργού.
Θα έρθω τώρα και στην Θράκη. ΄Ενας καλός φίλος, εμφανώς ενοχλημένος, όταν είχε λάβει την πρόσκληση για την σημερινή μας συνάντηση, με ρώτησε γιατί τιτλοφόρησα το δεύτερο μέρος της ομιλίας μου «Ελληνική Θράκη».
Χάρηκα που ενοχλήθηκε. Γιατί, προφανώς, χτύπησα μια ευαίσθητη χορδή. Κι αυτό ακριβώς ήθελα. Ελληνική Θράκη, λοιπόν και πρέπει να σας πω ότι Ελληνική είναι σήμερα, αλλά δεν ξέρω ειλικρινά για πόσο καιρό ακόμη θα είναι αμιγώς Ελληνική. Για να μην πω
τίποτα περισσότερο.
΄Όπως εύστοχα παρατηρεί ένα ιστολόγιο της Ξάνθης -δεν συνηθίζω να αναφέρομαι σε εφημερίδες ή τύπους ηλεκτρονικής επικοινωνίας αλλά το συγκεκριμένο ιστολόγιο που τιτλοφορείται «Ας μιλήσουμε Επιτέλους!» είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις ανθρώπων που γνωρίζουν βαθιά αυτά που γίνονται στην Θράκη και που έχει έδρα την Ξάνθη- το ιστολόγιο αυτό, επαναλαμβάνω, αναφέρει εντός εισαγωγικών «δυστυχώς είμαστε πολύ κοντά στο να ολοκληρωθούν οι προϋποθέσεις εκείνες που θα μας στερήσουν ως χώρα το αναφαίρετο δικαίωμα να ονομάζουμε τη Θράκη αμιγώς ελληνική και περιοχή υπό πλήρη ελληνική κυριαρχία».
Αν πάτε στην Αδριανούπολη -αρκετοί από εσάς έχετε ταξιδέψει οδικώς-, θα δείτε στον δρόμο κρατικές πινακίδες οδικής σήμανσης στραμμένες προς την Ελλάδα που γράφουν Βati Trakya, δηλαδή Δυτική Θράκη, τουρκιστί, και όχι Yunanistan,δηλαδή Ελλάδα, όπως ενδεχομένως θα ήταν λογικό εφ όσον έτσι λέγεται στην Τουρκία.
Αν αυτό σας λέει κάτι.
Σημειώνω, παρενθετικά, επειδή ένας Τούρκος φίλος μου είχε πει «μα και στην Ελλάδα έχετε μια πινακίδα που λέει Κωνσταντινούπολη, στα ελληνικά» ότι του είχα απαντήσει, αφού είχα ερευνήσει το θέμα για να είμαι βέβαιος, ότι πράγματι υπήρχε μια τέτοια πινακίδα, είναι έξω από την Αλεξανδρούπολη, είναι κίτρινη, είναι τοποθετημένη από ένα ιδιωτικό σύλλογο Κωνσταντινουπολιτών, δεν είναι κρατική και συνεπώς δεν μπορούμε να συγκρίνουμε μήλα με πορτοκάλια. Εκεί η κουβέντα σταμάτησε.
Κυρίες και Κύριοι,
Μπορεί να είμαστε πνιγμένοι στην ασφυκτική μέγγενη του μνημονίου, των φόρων και της σκοτεινής καθημερινότητάς μας αλλά ας μην λησμονούμε την πραγματικότητα στην
Θράκη.
Διότι πράγματι τείνουμε να την ξεχάσουμε.
Από τις ευρωεκλογές του Μαΐου το αποτέλεσμα ήρθε δυστυχώς να δικαιώσει όλους όσους έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου σε ώτα μη ακουόντων. Η επίδειξη δύναμης της Άγκυρας αλλά και του Γ.Π. Κομοτηνής, το λεγόμενο Κόμμα Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας, δυστυχώς, επαναλαμβάνω, δυστυχώς και με την συνεργασία Ελλήνων πολιτικών παραγόντων, έλαβε περίπου 42.500 ψήφους στους Νομούς Ροδόπης και Ξάνθης, ερχόμενο πρώτο σε αυτούς τους δύο Νομούς αλλά συνολικά τρίτο στην ευρύτερη Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης.
Με άλλα λόγια στην συντριπτική πλειοψηφία τους οι μουσουλμάνοι συμπολίτες μας που είχαν δικαίωμα ψήφου, ψήφισαν το Κόμμα Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας αγνοώντας τους υποψήφιους ευρωβουλευτές άλλων πολιτικών σχηματισμών. Ψήφισαν, δηλαδή, για ένα κόμμα το οποίο ανοικτά διακινεί ότι η μειονότητα είναι Τουρκική, δηλαδή, εθνική και όχι θρησκευτική όπως προβλέπει η συνθήκη της Λωζάνης.
Στόχος της Άγκυρας ήταν να κάνει επίδειξη δύναμης και να εγγράψει υποθήκες. Το πέτυχε πιστεύω με μια επίδειξη τοπικής δύναμης, δεδομένου ότι είναι προφανές ότι σε πανελλήνιο επίπεδο είναι αριθμητικά αδύνατο, το κόμμα αυτό να υπερβεί το όριο του 3%, ως έχει σήμερα. Επιτρέπει όμως στο κόμμα αυτό, να παζαρέψει τις ψήφους του με άλλα κόμματα, στις επόμενες εθνικές εκλογές. Κι εκεί πιστεύω είναι και η μεγάλη ευθύνη των ελληνικών πολιτικών κομμάτων. Δεν θα ήθελα να αναφερθώ σε συγκεκριμένα πρόσωπα για να μην θεωρηθεί ότι πολιτικολογώ, πλην όμως είναι γνωστή η προκλητική συμπεριφορά μουσουλμάνων βουλευτών και πολιτευτών άλλων σχηματισμών υπέρ του Κ.Ι.Ε.Φ.
Το πρόγραμμα του Κ.Ι.Ε.Φ. είναι γνωστό, δημοσιευμένο. Τρία κυρίως, σημεία:
Πρώτον, κατάργηση του Ν.4115 του 2013, του πολύ σωστού Νόμου για τον διορισμό Ιμάμηδων για την ελληνόγλωσση διδασκαλία του Κορανίου στα δημόσια σχολεία, που
αποτέλεσε όπως όλοι ξέρουμε και την πρώτη μάχη που έχασε, στο πεδίο αυτό, το Τουρκικό Γ.Π. Κομοτηνής.
Δεύτερο στοιχείο, δεύτερη προσπάθεια, δεύτερος στόχος η αναγνώριση των ψευτομουφτήδων. Και εδώ θα επαναλάβω το ερώτημα που έχω θέσει κατ’ επανάληψη και έχει παραμείνει αναπάντητο, εντός και εκτός Βουλής, γιατί δηλαδή η Πολιτεία δεν διώκει τους ψευτομουφτήδες, τουλάχιστον για αντιποίηση αρχής, όταν μάλιστα η Τουρκία, χαρακτηριστικά απαγόρευσε την είσοδο στο έδαφός της στους νόμιμους μουφτήδες Διδυμοτείχου και Ξάνθης, ως και στους διορισμένους από το ελληνικό Δημόσιο διδασκάλους. Κι ανοίγω μια παρένθεση: είναι προφανές ότι η χειρονομία αυτή στοχεύει να τρομάξει όλους τους μουσουλμάνους οι οποίοι πηγαίνουν να ακούσουν τους μουφτήδες ή στέλνουν τα παιδιά τους στα σχολεία όπου διδάσκουν οι ιεροδιδάσκαλοι με κίνδυνο και σ’ αυτούς να απαγορευτεί η είσοδος στην Τουρκία, με ό’τι αυτό συνεπάγεται, για όσους έχουν συμφέροντα οικονομικά, συγγενείς ή τι άλλο στην Τουρκία.
Τέλος την πλήρη τουρκοποίηση της μειονοτικής εκπαίδευσης. Στο σημείο αυτό, ήθελα απλά να επισημάνω, να σημειώσω αν θέλετε, ότι μόλις μια μέρα πριν χτυπήσει το κουδούνι στο νεοσύστατο Γυμνάσιο της ΄Ιμβρου με μόλις 7 μαθητές, η εκεί Ελληνική Κοινότητα ενημερώθηκε από τις τουρκικές αρχές ψυχρά-ψυχρά ότι το Γυμνάσιο δεν θα λειτουργήσει φέτος για «γραφειοκρατικούς λόγους».
Τα σχόλια δικά σας.
Τελικά τι εικόνα έχουμε στην Θράκη;
Έχουμε ένα τουρκικό Γ.Π. Κομοτηνής που στηριζόμενο σ’ ένα δίκτυο χιλιάδων στελεχών –για να μην χρησιμοποιήσω τον όρο πρακτόρων και παρεξηγηθώ- και με την διάθεση πολλών εκατομμυρίων υπονομεύει συστηματικά κάθε ενέργεια του ελληνικού κράτους και καταδυναστεύει τους μουσουλμάνους.
Τι άλλο έχουμε;
Έχουμε έναν Καλλικράτη που επέτρεψε την δημιουργία διευρυμένων θυλάκων τουρκόφρονης τοπικής αυτοδιοίκησης.
Έχουμε μια τουρκική κρατική τράπεζα, την «Ziraat Bankasi», που χορηγεί εξαιρετικά χαμηλότοκα δάνεια με επιτόκιο 3% σε μουσουλμάνους ενώ το αντίστοιχο των ελληνικών τραπεζών, όπως φαντάζομαι ότι γνωρίζετε, είναι 12 με 14% στην καλύτερη περίπτωση και εάν δοθεί το δάνειο. Βεβαίως με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ιδιοκτησία και την κατοχή γης.
Έχουμε μια παράλληλη οικονομία, όχι παράνομη, παράλληλη, όπου μουσουλμάνοι έμποροι έχουν προϊόντα μόνον για μουσουλμάνους όπου ψωνίζουν και χριστιανοί ενώ είτε μας αρέσει είτε όχι σπανιότατα μουσουλμάνοι ψωνίζουν από καταστήματα χριστιανών. Είναι κι αυτό μια πραγματικότητα.
Δεν ξέρω πόσοι την γνωρίζουν αυτήν την καθημερινότητα στην Θράκη, πόσοι την γνωρίζουν εδώ στην Αθήνα ή την γνωρίζουν μόνον οι Θρακιώτες.
Άραγε αυτό είναι μόνον δικό μου ερώτημα;
Μ’ αυτά και μ’ αυτά το ΣΔΟΕ, -για να θέσω ένα ερώτημα- το οποίο κυνηγάει τον κάθε ταλαίπωρο μεροκαματιάρη και μικροέμπορο με τον κίνδυνο να βγάλει στο σφυρί το ακίνητό του, που είναι;
Έχει ελέγξει άραγε που και πώς διακινείται όλος αυτός ο πακτωλός των χρημάτων;
Από πού προέρχονται; Πώς καταλήγουν εκεί που καταλήγουν;
Τι άλλο έχουμε;
Έχουμε μια παιδεία που σε όλη την κλίμακά της έχει αλωθεί από την τουρκική γλώσσα μέχρι σημείου το κόμμα Κ.Ι.Ε.Φ. να ζητάει να επιτραπεί λειτουργία δίγλωσσων μειονοτικών νηπιαγωγείων. Δηλαδή, πάμε στα νήπια, πάμε στα μωρά.
Έχουμε μια παραπαιδεία, με όλη την σημασία της λέξεως. Παραπαιδεία από τον διαβόητο Fetullah Gulen πάλαι ποτέ αγαπητό και κολλητό του κ. Erdogan -σήμερα όπως γνωρίζουμε θανάσιμο εχθρό του- ο οποίος όλα αυτά τα χρόνια είχε εγκαταστήσει στην Θράκη ένα ολόκληρο δίκτυο «φροντιστηρίων ξένων γλωσσών» ή άλλων καταστημάτων, όπου βεβαίως κάθε άλλο παρά η αγγλική γλώσσα διδάσκεται.
Αλλά δυστυχώς δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών.
Μήπως πρέπει να θυμίσω, για να λέμε τα σύκα-σύκα και την σκάφη σκάφη, εάν πάμε πίσω στο 1954 π.χ. επί κυβέρνησης Παπάγου ότι στο όνομα της ελληνοτουρκικής φιλίας και της σύμπηξης ενός συμπαγούς μπλοκ απέναντι στον σοβιετικό συνασπισμό, δύο μόλις χρόνια μετά την ένταξη Ελλάδος και Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, ο Γενικός Διοικητής Θράκης, Συνταγματάρχης Φεσσόπουλος, εκδίδει διαταγή προς τους Δημάρχους και Κοινοτάρχες να αντικαταστήσουν τους όρους «μουσουλμάνος» και «μουσουλμανικός» με τους όρους «Τούρκος» και «Τουρκικός» οπουδήποτε γινόταν χρήση αυτών.
Και προφανώς προς συμμόρφωση των δυστροπούντων - ευτυχώς υπήρχαν δυστροπούντες-, ο ίδιος επανέρχεται με υπομνηστική διαταγή του ένα χρόνο αργότερα, στις 5 Φεβρουαρίου του ΄55 για την ακρίβεια.
Προφανώς στο όνομα της ελληνοτουρκικής φιλίας μερικούς μήνες αργότερα είχαμε τα Σεπτεμβριανά.
Συνεπώς, απέναντι σε μια μακρόπνοη τουρκική πολιτική, ένα μείγμα πιέσεων και απειλών με άφθονη χρηματοδότηση και συνεχή στήριξη των εδώ πρακτόρων της, η Ελλάδα αντιπαρατάσσει, και λυπάμαι που το λέω, ως επί το πλείστον -αλλά υπάρχουν κι εξαιρέσεις- μια ανυπαρξία εθνικού στρατηγικού σχεδιασμού, αποσπασματικές και ασύνδετες ενέργειες με κατά κανόνα μικροκομματικές στοχεύσεις και μία γενικότερη πολιτική που κινείται μεταξύ άγνοιας, αδιαφορίας κι ασυναρτησίας.
Και όμως, σημειώνονται εξελίξεις. Και είναι πρόσφατες. Και ίσως δεν είναι πολύ παράδοξες.
Σε μια στροφή της αμερικανικής πολιτικής στην Θράκη, αξιοσημείωτη και ενδιαφέρουσα, ειδικά εάν παγιωθεί, η ετήσια έκθεση του State Department για τα ανθρώπινα δικαιώματα, που εκδόθηκε φέτος για το 2013, χρησιμοποιεί αυστηρούς τόνους για να περιγράψει την συμπεριφορά των μελών εκείνων της μειονότητας που καθοδηγούνται από το Προξενείο, σε σημείο που προκάλεσε την αντίδραση της λεγόμενης «Πολιτιστικής, Εκπαιδευτικής Εταιρείας της μειονότητας της Δυτικής Θράκης» που έστειλε επιστολή διαμαρτυρίας, απόλυτα οργισμένη, προς τον εδώ Πρέσβυ των Ηνωμένων Πολιτειών. Νομίζω ότι μία μόνο εφημερίδα, τουλάχιστον απ’ ότι ξέρω, στην Αθήνα, έχει αναφερθεί σε αυτήν την επιστολή και καμία άλλη.
Κι αυτό το γεγονός το αφήνω στα δικά σας σχόλια και την δική μας σκέψη.
Θα μου πείτε εν κατακλείδι, η Ελλάδα χάθηκε;
Η Θράκη χάθηκε;
Όχι, η Θράκη δεν χάθηκε αλλά θα χαθεί εάν δεν σταματήσει η σημερινή διολίσθηση
που περιέγραψα, όπως τουλάχιστον την βλέπω κι αν η Ελλάδα δεν παύσει να αποδέχεται παθητικά τις συνεχείς ανοικτές ή κεκαλυμμένες τουρκικές πολιτικές, οικονομικές και θρησκευτικές παρεμβάσεις.
Δεν θα μπορούσα να ολοκληρώσω την συζήτησή μας αυτή, καίτοι δεν αναφέρεται στην επικεφαλίδα, χωρίς μια αναφορά στο Κυπριακό. Χωρίς βεβαίως να έχω τις εξειδικευμένες γνώσεις που απαιτούνται προς τούτο και που διαθέτουν άλλοι, κατά πολύ αξιότεροι εμού συνάδελφοι και γνώστες του θέματος εκ των οποίων ένιοι είναι παρόντες και μας τιμούν με την παρουσία τους εδώ σε αυτήν την αίθουσα.
Το Κυπριακό ήταν και παραμένει ένα θέμα εισβολής και κατοχής. Κι αυτό έχω την αίσθηση ότι δεν λέγεται αρκετά, εάν λέγεται καν σήμερα στην Ελλάδα, για ν’ αφήσω άλλα μετερίζια.
Το δεύτερο, πάντοτε κατά την άποψή μου, είναι ότι ήταν και παραμένει καταλύτης στην πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Η γραπτή τοποθέτηση της Άγκυρας που χαρακτήρισε, προ μηνών όπως θυμόμαστε, την Κυπριακή Δημοκρατία «νεκρή», η αποστροφή του Προέδρου Erdogan στα κατεχόμενα ότι οι συνομιλίες αφορούν μόνο τη λύση δύο κρατών, δύο ισότιμων ιδρυτικών κρατών, όπως άλλωστε είπε αργότερα, στην συνάντηση με τον Έλληνα Πρωθυπουργό, η αναγγελία διενέργειας σεισμικών ερευνών σε περιοχή της Κυπριακής ΑΟΖ από το ερευνητικό σκάφος BARBAROS, η παρουσία τουρκικής κορβέτας η οποία απειλεί κουνώντας τα κουπιά της ή τα πανιά της παρά τις ανάλογες έρευνες που διενεργεί η Κυπριακή Δημοκρατία στην Κυπριακή ΑΟΖ, οδήγησαν την Λευκωσία να αποχωρήσει από τις συνομιλίες, όπως μάθαμε, καταγγέλλοντας την τουρκική προκλητικότητα.
Ανοιχτά, πλέον, η Άγκυρα φαίνεται αποφασισμένη να διεκδικήσει την μοιρασιά του υποθαλάσσιου πλούτου της Κύπρου. Με κάθε κόστος; Θα το δούμε. Πάντως, οι δημόσιες τοποθετήσεις της Ουάσιγκτον και του Λονδίνου ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δικαιούται να αναπτύξει τους πόρους της -αλλά προσοχή-, η μοιρασιά πρέπει να είναι ακριβοδίκαιη, ανάμεσα στις δύο κοινότητες -αυτή ήταν, νομίζω, η έκφραση της Ουάσιγκτον.
Ακριβοδίκαιη μοιρασιά, ανάμεσα σε όλες τις κοινότητες, νομίζω ήταν μια έκφραση του Λονδίνου, του Foreign Office, φαντάζομαι ότι εννοούν και τους Μαρωνίτες- δεν συνιστούν κατά την γνώμη μου αποθάρρυνση της Τουρκίας. Διότι είναι αλήθεια ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης έχει αναφερθεί στην προοπτική επιμερισμού των εσόδων και στους Τουρκοκυπρίους, ως κίνητρο για την ταχύτερη επίλυση του Κυπριακού, πλην όμως οι αναφερθείσες τοποθετήσεις Ην. Πολιτειών και Ην. Βασιλείου, δημιουργούν εύλογα ερωτηματικά ως προς την «ακριβοδίκαιη μοιρασιά» που μπορεί να γίνει και πριν από την επίλυση του Κυπριακού, ακριβώς με άλλα λόγια ό,τι θέλει η Άγκυρα.
Απομένει, συνεπώς, να δούμε ποια μορφή θα λάβει τελικά η προαναγγελθείσα από την Λευκωσία, αλλά νομίζω και από την Αθήνα, διπλωματική δραστηριοποίηση και πόσο η Αθήνα θα συμπράξει ή θα συμπαραταχθεί ή όποιον άλλον όρο θέλετε να χρησιμοποιήσετε σε αυτή την προσπάθεια. Θα συγκρατούσα στο πλαίσιο αυτό, για ό’τι αξίζει, και ίσως αξίζει αρκετά, η ανακοινωθείσα προσωπική εμπλοκή του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών, στη νέα φάση της διαδικασίας συνομιλιών. Δεν είναι σαφές πότε και γιατί έληξε η προηγούμενη και αυτό ήταν πριν ανακοινώσει ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ότι διακόπτονται οι συνομιλίες. Υπάρχουν όμως και τρεις αλλαγές στην εικόνα όσον αφορά την Κύπρο.
Η πρώτη, νομίζω, ευχάριστη έκπληξη, μέχρι ενός ορισμένου σημείου, ήταν η στάση της Αιγύπτου στα πλαίσια του Οργανισμού της Ισλαμικής Διάσκεψης που οδήγησε στο να μην επιτραπεί η αναβάθμιση της συμμετοχής εάν όχι του καθεστώτος και του τίτλου του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους, με αποτέλεσμα να μην υπάρξει και λόγω ακριβώς κυρίως της αιγυπτιακής αντιδράσεως, έκδοση αποφάσεως της Συνόδου του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης.
Δεν νομίζω ότι αυτό είναι τυχαίο. Ας μου επιτραπεί να σας υπενθυμίσω μια ενέργεια την οποία εγώ προσωπικά θεωρώ ορθή: ο ΥΠΕΞ κ. Βενιζέλος και ο Πρόεδρος Αναστασιάδης σπάζοντας κατά κάποιο τρόπο την ευρωπαϊκή απόφαση να μην υπάρξει εκπροσώπηση υψηλού επιπέδου στην ορκωμοσία του Αιγύπτιου Προέδρου Σίσι, ήσαν οι μόνοι ηγέτες της Ε.Ε. οι οποίοι παρέστησαν σε αυτήν την τελετή πριν από μερικούς μήνες. Και αυτό ήταν κάτι το οποίο οι Αιγύπτιοι θέλησαν να συγκρατήσουν και να αξιολογήσουν.
Το δεύτερο στοιχείο είναι η τριμερής απ’ ότι διαβάζω συνεννόηση Αιγύπτου, Κύπρου και Ελλάδος για μια ενδεχόμενη Τριμερή Συνάντηση Κορυφής με ό,τι αυτό συνεπάγεται για θέματα που άπτονται των θαλασσίων υδάτων, ΑΟΖ κ.λ.π.
Τρίτο σημείο, η πρόσφατη, προχθεσινή, εάν δεν κάνω λάθος, η απόφαση Υπουργών Εξωτερικών Ελλάδος και Κύπρου, συμφωνία για εννιαιοποίηση των χώρων έρευνας και διάσωσης των δύο χωρών, συνεπώς η αλληλεπικάλυψη των F.I.R. των δύο χωρών, μια έμμεση αναφορά σε ενδεχόμενη μετεξέλιξη της συζήτησης όσον αφορά ΑΟΖ αλλά οπωσδήποτε αποτελεί ένα πρώτο θετικό, κατ’ εμέ, κι ευπρόσδεκτο στοιχείο.
Αυτά είχα να πω. Ελπίζω να μην σας κούρασα.
Ευχαριστώ για την υπομονή σας.
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου